Μια ζέβρα και ένα άλογο είχαν επιδοθεί σε μια απ’ τις συνηθισμένες τους αψιμαχίες. «Η δική μου φυλή είναι ασύγκριτα ανώτερη. Φτάνει απλώς να ρίξεις μια ματιά στο ρυθμικό βάδισμά μας, στην αστραφτερή μας χαίτη και τη ρώμη που ξεχειλίζει απ’ τα τέσσερα άκρα μας», κόμπαζε υπερήφανα το άλογο.

«Κι η δική μου φυλή διαθέτει όλα τα προσόντα που μόλις ανέφερες, καθώς αν καταδεχτείς να απαλλαγείς απ’ την αλαζονεία σου και να μας κοιτάξεις, θα διαπιστώσεις και πως σε τίποτα δεν υστερούμε από εσάς: ούτε στο ελαφρύ περπάτημα, ούτε στη δύναμη και την ομορφιά», αποκρίθηκε η ζέβρα, αγανακτισμένη απ’ την προσβολή.

Ξάφνου, μια κουκουβάγια πέταξε από πάνω τους και επενέβη για να βάλει ένα τέλος στον διαπληκτισμό τους. «Η αλήθεια είναι, άλογο, πως η ζέβρα όχι μονάχα τα προσόντα της φυλής σου διαθέτει, μα και κάτι που μήτε στα όνειρά σας εσείς δε θα το αποκτήσετε: ταπεινότητα. Μήτε υπερηφανεύεται, μήτε υποτιμά σαν και του λόγου σας», είπε, λοιπόν, και η ζέβρα με απέραντη ευγνωμοσύνη κοίταξε την κουκουβάγια που φάνηκε να την εκτιμά τόσο. Από τότε, ωστόσο, όποτε η κουκουβάγια πετούσε πάνω απ’ το κεφάλι της και βρισκόταν κοντά της, η ζέβρα μήτε το στόμα της δεν άνοιγε για να πει λέξη.

Σαν αυτή τη ζέβρα, λοιπόν, κάνουμε κι εμείς κάποιες φορές, και όταν ξέρουμε πως έχουμε αποσπάσει την εκτίμηση κάποιου, φοβόμαστε να εκτεθούμε με οποιονδήποτε τρόπο απέναντί του.

Καταρχάς η ζέβρα ίσως συλλογίστηκε όταν την υπερασπίστηκε η κουκουβάγια πως το έκανε γιατί ενδεχομένως είχε δει μόνο τα θετικά της χαρακτηριστικά. Έτσι δίσταζε να εκτεθεί, μην τυχόν και παρουσίαζε κάποιο χαρακτηριστικό που η κουκουβάγια μπορεί να μη γνώριζε ότι διέθετε και το οποίο δε θα ενέκρινε και θα την έκανε να μετανιώνει για την εύνοια που της έδειξε. Έτσι κι εμείς, λοιπόν, ντρεπόμαστε να εκτεθούμε μπροστά από κάποιον που μας εκτιμά, από φόβο μήπως και κάνουμε κάποια ενέργεια που θα τον κάνει να αμφιβάλει για τη συμπάθεια που ομολόγησε πως τρέφει για μας.

Επιπλέον, όταν κάποιος μας εκτιμά, θέλουμε να είμαστε όσο γίνεται πιο σεμνοί και μαζεμένοι όταν είναι παρών, προκειμένου να μη φανεί πως δεν εκτιμούμε τη συμπάθειά του. Αν προβούμε σε μια κατακριτέα ενέργεια, ενώ εκείνος μόλις έδειξε την εύνοιά του προς εμάς, δεν μπορεί να μη σκεφτεί: «Για δες που εγώ επιδόθηκα σε τόσα κολακευτικά σχόλια για το άτομό του, μα πώς μου ανταποδίδει την εύνοια που του ‘δειξα: με το να αναιρεί μπροστά σ’ όλους όσα όμορφα εντόπισα πάνω του, εκθέτοντάς κι εμένα μαζί».

Τέλος, ντρεπόμαστε να εκτεθούμε μπροστά από κάποιον που ξέρουμε ότι μας εκτιμά και που μπορεί να μας υπερασπίστηκε, καθώς δε θέλουμε να τον κάνουμε να μετανιώσει για την επιλογή του να πάρει το μέρος μας. Επιθυμούμε, αντιθέτως, να δείχνουμε όσο πιο συνετοί μπορούμε, προκειμένου να επιβεβαιώσουμε πως είμαστε το άτομο που χρειαζόταν την εύνοια και τη συμπάθειά του και που δίκαια την απέσπασε.

Κι έτσι, λοιπόν, η ζέβρα ήταν έκτοτε μαζεμένη κι η κουκουβάγια κατανοώντας, φυσικά, τον λόγο της συστολής της τής είπε κάποια μέρα:  «Ζέβρα μου, έναν λόγο μονάχα θα σου πω: εκτίμηση δε νοείται η συμπάθεια που τρέφεις προς κάποιον μόνο για τα προτερήματά του».

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.