Κάποτε, όταν ακούγαμε «εξοχικό», η καρδιά μας φτερούγιζε. Φανταζόμασταν αιώρες να λικνίζονται κάτω από πεύκα, φρέσκα φρούτα, κρουασάν και λιχουδιές, να σερβίρονται στο πρωινό, φωνές παιδιών που σβήνουν γλυκά στη μεσημεριανή σιέστα και ανεμελιά που χωράει μόνο σε flip-flops και παγωμένο καρπούζι. Σήμερα; Ξυπνάς στις 8, όχι γιατί έχεις σχέδιο για πρωινό μπάνιο, αλλά γιατί πρέπει να μαζέψεις τα ρούχα που ξέμειναν από χτες στην απλώστρα, να σκουπίσεις τις πευκοβελόνες από τη βεράντα και να σκεφτείς τι θα ξεπαγώσεις για το μεσημέρι.

Το «διακοπές στο εξοχικό» δεν είναι και πολύ διακοπές. Είναι το «πριν» της εβδομάδας, χωρίς το «μετά». Είναι μια life-size προσομοίωση καθημερινότητας με καλοκαιρινό φίλτρο: ίδιο άγχος, διαφορετικά ρούχα. Απλώς αντί να σφουγγαρίζεις με κάλτσες, τώρα σφουγγαρίζεις με μαγιό, ιδρωμένος, με soundtrack τζιτζίκια και παιδιά που ουρλιάζουν «μπαμπαά έπεσε το παγωτό μου». Το εξοχικό είναι αυτό το μέρος που σε θεωρούν όλοι διαθέσιμο. Για φιλοξενία, για μπάνιο, για φαγητό, για να σου αφήσουν τα παιδιά “για λίγο”. Είναι το Airbnb που εσύ πληρώνεις με ιδρώτα. Το all-inclusive που προσφέρεις εσύ, αλλά απολαμβάνουν οι άλλοι. Αγαπάμε το εξοχικό, ναι. Αλλά όπως αγαπάς μια θεία που σε ταΐζει μέχρι σκασμού και μετά σε βάζει να τρίψεις την κατσαρόλα με το γιουβέτσι;

Ξεκινάει πάντα γλυκά και γεμάτο υποσχέσεις: «Να πάμε στο εξοχικό, να ξεφύγουμε, να ηρεμήσουμε λίγο». Και καταλήγεις σε κάτι που θυμίζει περισσότερο οργάνωση κατασκήνωσης παρά χαλαρές διακοπές. Γιατί στο εξοχικό: μαγειρεύεις κάθε μέρα για δέκα άτομα, λες και είσαι μάγειρας σε κουζίνα στρατοπέδου, απλώνεις τα μαγιό σε σκοινιά που μοιάζουν με έκθεση ρούχων σε outlet, φιλοξενείς φίλους που «θα φέρουν μόνο την καλή τους διάθεση», θα πουν ότι θα σε βοηθήσουν και τελικά δε θα πλύνουν ούτε ένα πιάτο!

Το μόνο που θυμίζει διακοπές είναι όταν μένει λίγο καρπούζι στο ψυγείο κι εσύ το κόβεις, το βάζεις σ’ ένα μπολ και το απολαμβάνεις στο μπαλκόνι, προσποιούμενος ότι ζεις κάποιο minimal brunch moment — ενώ από μέσα σου σκέφτεσαι αν μάζεψες τα ρούχα, ή αν έβαλες αντηλιακό στα παιδιά. Κι εσύ, που ‘χεις πάει να «ξεκουραστείς», καταλήγεις να κοιμάσαι τελευταίος (γιατί πρέπει να σβήσεις τα φώτα και να μαζέψεις τα κουζινικά), να τρως τελευταίος (με τα παιδιά να έχουν ήδη διαλύσει το τραπέζι), να κάνεις μπάνιο τελευταίος (αν μείνει ζεστό νερό) και να πλένεις πρώτος (γιατί τα σεντόνια δε θα απλωθούν μόνα τους). Το μόνο “all inclusive” στο εξοχικό είναι οι ευθύνες: φροντίδα, μαγείρεμα, σκούπισμα, παρηγοριά στους τσιμπημένους από κουνούπια και υπομονή όταν κάποιος ρωτήσει: «Έχει WiFi εδώ;»

Αλλά…

Ανάμεσα στις απλωμένες πετσέτες, στα άδεια τάπερ και στα γεμάτα νεύρα, κάτι μαγικό συμβαίνει. Τα παιδιά γελάνε με την ψυχή τους, τρέχουν ξυπόλυτα με φουσκωτά φλαμίνγκο και παγωτά στο χέρι. Οι φίλοι σου λένε ιστορίες μέχρι αργά το βράδυ, εκεί γύρω από ένα τραπέζι με τζιτζίκια για soundtrack και κρασί σε πλαστικά ποτήρια. Και κάπου εκεί, ανάμεσα σε μια σκούπα που περιμένει στη γωνία και ένα καρπούζι που δροσίζεται στο νερό, ο αέρας μυρίζει ρίγανη και ξενοιασιά. Κι εσύ θυμάσαι πως, τελικά, το εξοχικό μπορεί να μην είναι διακοπές…

Αλλά είναι καλοκαίρι. Και αυτό, μερικές φορές, αρκεί.

Όχι όπως το φαντάστηκες στα Instagram reels, αλλά όπως το ξέρεις από παιδί. Με μυρωδιά αντηλιακού, πλαστική καρέκλα που κολλάει από τον ιδρώτα, ύπνο σε μεταλλικό κρεβάτι που τρίζει, με κάθε γύρισμα, και μεσημέρια κάτω απ’ τα δέντρα, όπου τα τζιτζίκια κάνουν παραπάνω φασαρία κι από τα ανίψια σου. Με απόλαυση από τα σύκα της γειτόνισσας, μπάνιο μέχρι αργά το βράδυ που τα δάχτυλά σου γίνονται σταφίδες, και μια νύχτα στην παραλία με φωτιά, άμμο ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών, και μπύρες που δεν τελείωναν ποτέ. Δεν είναι τέλειο. Είναι αληθινό. Και τελικά, αυτό μετράει.

Γι’ αυτό, απόλαυσέ το όσο κρατάει. Μαγείρεψε με μουσική, σφουγγάρισε ξυπόλητος, γέλα μέχρι να πονέσει η κοιλιά σου. Γιατί κάποια στιγμή –θα το δεις– θα έρθει κι εκείνο το κοκτέιλ. Όχι το φανταστικό, το αληθινό. Αυτό που δε θα χρειαστεί να το φτιάξεις εσύ, δε θα το σερβίρεις εσύ, δε θα το πλύνεις εσύ. Αλλά θα στο κεράσουν στο μπαράκι της παραλίας, με chill μουσική, ξυπόλυτα πόδια και τίποτα στο μυαλό. Γιατί τελικά, το εξοχικό δεν είναι απλώς διακοπές. Είναι μια ανάμνηση που φτιάχνεται live, με ιδρώτα, ταπεράκια και λίγο γκρίνια. Και του χρόνου θα τη διηγείσαι με νοσταλγία, κάνοντας ότι δε θυμάσαι: το σφουγγάρισμα κάθε βράδυ, τα άπλυτα ρούχα που δεν τελείωναν και την πεθερά που ήρθε «για ένα ΣΚ» και έμεινε 12 μέρες. Αλλά θα θυμάσαι το γέλιο, τις βουτιές, τις μπύρες στην παραλία. Και θα λες: «Να πάμε πάλι στο εξοχικό; Ήταν τέλεια πέρσι».

Καλό καλοκαίρι σε όλους!

Συντάκτης: Μιχάλης Δούκας