Ο υπερτουρισμός στη χώρα μας αποτελεί ένα θέμα προς συζήτηση τα τελευταία χρόνια. Κάθε καλοκαίρι βλέπουμε  συγκεκριμένα νησιά να βουλιάζουν κυριολεκτικά από τον κόσμο. Τα μεγάλα κοσμοπολίτικα θέρετρα δε χωράνε ούτε έναν παραπάνω τουρίστα. Η Μύκονος και η Σαντορίνη ανταγωνίζονται η μια την άλλη, για το ποια έχει τους περισσότερους επισκέπτες, με τους δρόμους τους να θυμίζουν Τόκυο σε ώρα αιχμής. Τώρα στο χάρτη του υπερτουρισμού έρχονται να προστεθούν και τα Κουφονήσια. Ποιος το περίμενε; Ένα νησί που άλλοτε θεωρούνταν εναλλακτικό, τώρα αποτελεί τουριστικό πόλο έλξης για εκατοντάδες παραθεριστές.

Ταυτόχρονα, εφαρμόζονται μέτρα όπως ο φόρος 20€ ανά επιβάτη κρουαζιερόπλοιου που αποβιβάζεται στη Μύκονο και τη Σαντορίνη. Είναι αυτό  όμως αρκετό για περιορίσει τον υπερτουρισμό;

 

@oneworldtwogirls Δεν χωράνε άλλοι 😏 #fyp #summer #greece #koufonisia ♬ Jet2 Advert – ✈️A7-BBH | MAN 🇬🇧

 

Τα Κουφονήσια εκπέμπουν SOS

Αίσθηση έχουν προκαλέσει τις τελευταίες μέρες τα βιντεάκια των παραθεριστών στα Κουφονήσια. Οι ίδιοι σχολιάζουν ότι πραγματικά δε χωράνε άλλοι επισκέπτες στο νησί. Άλλοι σπεύδουν να σχολιάσουν ότι μπόρεσαν να απολαύσουν το νησί πριν γίνει τουριστικό θέρετρο. Και δεν έχουν κι άδικο. Στις παραλίες επικρατεί το αδιαχώρητο. Στην ακτή ο χώρος που καταλαμβάνει ο κάθε λουόμενος είναι ελάχιστος. Ίσα που μπορεί να καθίσει στην πετσέτα του, για να χωρέσει ο διπλανός του. Δυσκολεύεσαι να διασχίσεις την ακτή από τις αναρίθμητες ομπρέλες, τα καρεκλάκια και τις σκηνές. Κι αν δεις ότι δε χωράς να βάλεις την πετσέτα σου, γίνεσαι και μια παρέα με τους διπλανούς βρε αδερφέ. Ακόμη και στη Χώρα, ειδικά τις βραδινές ώρες, η κατάσταση είναι η ίδια. Στα νυχτερινά μαγαζιά, ακόμη και στα σοκάκια του νησιού επικρατεί συμφόρηση. Πόσο κόσμο μπορεί να αντέξει αυτό το νησί;

 

Μήπως τα μικρά νησιά γίνονται η νέα Μύκονος;

Τα Κουφονήσια πριν μια δεκαετία-και πολύ λέμε- θεωρούνταν ένας εναλλακτικός καλοκαιρινός προορισμός. Ένα ήσυχο και πανέμορφο νησί των Κυκλάδων, το οποίο επισκέπτονταν όσοι αναζητούσαν λίγες στιγμές ηρεμίας και χαλάρωσης. Ένα νησάκι με κρυστάλλινα νερά και παραλίες που σίγουρα δεν μπορούν να χωρέσουν τις ορδές που καταφτάνουν. Τι άλλαξε όμως; Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια αρκετά μικρά νησιά γίνονται πόλος έλξης για χιλιάδες επισκέπτες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα Κύθηρα, η Σέριφος, η Τήνος. Ναι μεν τα νησιά επωφελούνται οικονομικά από τον τουρισμό, αλλά ο μαζικός τουρισμός τα αλλοιώνει. Τόσο οι παραθεριστές, όσο και οι ντόπιοι έρχονται αντιμέτωποι με μια άλλη πρωτόγνωρη πλευρά του τουρισμού. Η εμπειρία των καλοκαιριών διακοπών με τόσο κόσμο γίνεται πραγματικά μια περιπέτεια. Δεν μπορείς να απολαύσεις τις παραλίες, τις βόλτες, το φαγητό και πολλά άλλα όπως θα ήθελες. Αναγκάζεσαι να στριμώχνεσαι και να ιδρώνεις για να βρεις μια θέση στην ακτή να κάνεις ένα μπάνιο στη θάλασσα, το πάρκινγκ γίνεται κυνήγι και γενικά δε λαμβάνεις αυτή την αίσθηση ελευθερίας κι ανεμελιάς, αφού ο υπερτουρισμός δε στο επιτρέπει.

Το ρόλο τους αν μη τι άλλο παίζουν και τα social media. Θα λέγαμε ότι κάθε καλοκαίρι διαμορφώνουν και τη νέα τάση των διακοπών, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι να στρέφονται σε συγκεκριμένους προορισμούς.

 

Τελικά θέλουμε  βιώσιμο ή μαζικό τουρισμό;

Ο Αύγουστος αν και είναι ο τελευταίος καλοκαιρινός μήνας, αποτελεί περίοδος αιχμής για τον τουρισμό. Οι μικρές τοπικές κοινωνίες των νησιών βασίζονται κατά κόρον στην τουριστική περίοδο για να επιβιώσουν. Γι’ αυτό και δυσκολεύονται να λάβουν μέτρα για να περιορίσουν τον υπερτουρισμό. Η μαζική προσέλευση όμως, προκαλεί και μεγάλη πίεση, καθώς δεν είναι σε θέση λόγω υποδομών να υποδεχτούν τόσο πολύ κόσμο.

Ένα πλάνο πιο βιώσιμου τουρισμού ίσως ομαλοποιούσε την κατάσταση. Τι θα μπορούσε δηλαδή να γίνει; Ιδιαίτερα σε μικρά νησιά, θα μπορούσαν να τεθούν όρια επισκεψιμότητας, περιβαλλοντικά τέλη και να γίνουν κάποιες ρυθμίσεις στα διαθέσιμα καταλύματα. Ίσως να είναι λίγο ουτοπικό το πλάνο, αλλά σίγουρα θα έκανε την κατάσταση περισσότερο διαχειρίσιμη.

Ποιος να μας το έλεγε πριν λίγα χρόνια ότι τα χαλαρά και chill Κουφονήσια δε θα χωρούσαν ούτε έναν παραπάνω τουρίστα;

 

Συντάκτης: Μαρία Μωραΐτη