Να μια φράση που, μαζί με παρόμοιες με αυτή, ακούγεται συχνά, άλλοτε ειρωνικά, άλλοτε με πραγματική απορία. Μια φράση που αποκαλύπτει κάτι πολύ βαθύτερο: την τάση μας να αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους μέσα από ρόλους, επαγγέλματα και τίτλους. Να ξεχνάμε ότι πίσω από κάθε «ειδικό», «δάσκαλο», «γιατρό» ή «ψυχολόγο» υπάρχει πρώτα απ’ όλα ένας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος με τις ίδιες ανασφάλειες, τα ίδια συναισθήματα και τις ίδιες αδυναμίες όπως όλοι μας.
Από πολύ νωρίς, η κοινωνία μας μαθαίνει να αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους όχι για αυτό που είναι, αλλά για αυτό που κάνουν. Η ταυτότητα γίνεται συνώνυμη του επαγγέλματος. Η εργασιακή ιδιότητα λειτουργεί σαν ετικέτα που «κουμπώνει» πάνω μας και, σχεδόν αθόρυβα, καθορίζει τον τρόπο που μας βλέπουν οι άλλοι.
Κάπως έτσι, μεγαλώνοντας, αρχίζουμε να βλέπουμε πρώτα τον ρόλο. Και μετά τον άνθρωπο. Οι προσδοκίες μας δεν απευθύνονται πια στο πρόσωπο, αλλά στα «πρέπει» που ορίζουν το επάγγελμά του. Ο δάσκαλος πρέπει να είναι υπομονετικός, ο ψυχολόγος πρέπει να έχει λύσει τα δικά του θέματα, ο γιατρός πρέπει να είναι αλάνθαστος. Και έτσι αρχίζουμε να φορτώνουμε στους ανθρώπους αναμενόμενες συμπεριφορές και ιδιότητες που συνδέονται με αυτό, αντί με την ανθρώπινη πλευρά τους. Στην περίπτωση όμως που κάποιος δεν ταιριάζει στο καλούπι που έχουμε στο μυαλό μας, μας ξαφνιάζει, σχεδόν μας απογοητεύει, σαν να παραβιάζει έναν άγραφο κοινωνικό κανόνα.
Κι όμως, πίσω από κάθε τίτλο υπάρχει ένας άνθρωπος. Ένα άτομο που μπορεί να κουράζεται, να πληγώνεται, να είναι ευάλωτο ή να έχει στιγμές αδυναμίας. Το επάγγελμα είναι απλώς ένας ρόλος που φοράμε για κάποιες ώρες της ημέρας μας και όχι ολοκληρωτική περιγραφή της ύπαρξης κάποιου ανθρώπου. Ποιος αποφάσισε ότι η γνώση ενός επαγγέλματος εξαλείφει την ανθρώπινη φύση; Ο ψυχολόγος μπορεί να έχει επίγνωση των μηχανισμών του μυαλού, μα αυτό δεν τον προστατεύει από τον έρωτα ή την απογοήτευση. Ο γιατρός μπορεί να ξέρει τη σημασία της ξεκούρασης αλλά να μην έχει χρόνο να ξεκουραστεί. Ο δάσκαλος μιλά για ενσυναίσθηση και όμως να έχει στιγμές που του λείπει η υπομονή.
Η κοινωνία αγαπά την τελειότητα. Την χρειάζεται για να νιώθει ασφαλής. Θέλει να πιστεύει ότι οι «ειδικοί» είναι απρόσβλητοι στις μικρότητες των συναισθημάτων. Είναι πιο εύκολο να φανταζόμαστε τον αστυνομικό αυστηρό και αδιάβλητο, τον δικηγόρο γεμάτο σθένος, τον καθηγητή αγέρωχο στην τάξη. Μόνο που η αλήθεια είναι αρκετά διαφορετική. Η γνώση δεν ακυρώνει την ευαλωτότητα· την φωτίζει.
Ίσως τελικά να χρειαζόμαστε τις ταμπέλες. Ο ανθρώπινος νους αγαπά την ταξινόμηση, γιατί βρίσκει ασφάλεια στο γνώριμο και στο ορισμένο. Τα στερεότυπα γίνονται σαν μικρά κουτάκια μέσα στα οποία τοποθετούμε τους ανθρώπους, ώστε να μη χρειαστεί να ψάξουμε βαθύτερα. Είναι πιο εύκολο. Δυστυχώς όμως, η πραγματική ζωή δεν χωράει σε κουτιά. Είναι ρευστή, αντιφατική, γεμάτη αποχρώσεις. Κανείς δεν είναι μόνο η δουλειά του, όπως κανείς δεν είναι μόνο τα λάθη ή οι επιτυχίες του. Όταν επιλέγουμε να βλέπουμε τους ανθρώπους μέσα από ταμπέλες, στην ουσία αρνούμαστε να τους γνωρίσουμε πραγματικά.
Και σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, οι ίδιες αυτές ταμπέλες βαραίνουν και αυτούς που τις φορούν. Πώς να δείξει ο ψυχολόγος ευάλωτος; Αυτός θα με βοηθήσει να λύσω τα προβλήματά μου; Η κοινωνική προσδοκία γίνεται φυλακή. Οι άνθρωποι αρχίζουν να ζουν με ρόλους, όχι με αυθεντικότητα. Και κάπως έτσι, ξεχνάμε πως η αδυναμία δεν ακυρώνει τη γνώση, αλλά την κάνει ανθρώπινη.
Μήπως ήρθε ο καιρός να σταματήσουμε να ρωτάμε «τι δουλειά κάνεις» και να αρχίσουμε να ρωτάμε «τι σε κάνει να νιώθεις ζωντανός»; Να θυμηθούμε ότι πίσω από κάθε εικόνα υπάρχει μια ψυχή που κουβαλά ιστορίες, φόβους, όνειρα και επιθυμίες.
Η Κατερίνα δεν είναι απλώς «δασκάλα». Είναι μια γυναίκα που αγαπά τα παιδιά, αλλά κάποιες μέρες κουράζεται. Ο Γιώργος δεν είναι μόνο «γιατρός». Είναι ένα άτομο που φοβάται, κάνει λάθη, αλλά κάθε μέρα συνεχίζει. Η Ελένη, η ψυχολόγος, δε βλέπει πάντα τι γίνεται. Μερικές φορές χρειάζεται να το νιώσει για να το καταλάβει, όπως όλοι μας.
Η ωριμότητα ξεκινάει όταν αρχίσουμε να βλέπουμε πέρα από τις ταμπέλες. Όταν συνειδητοποιούμε πως η κατοχή γνώσεων δε σημαίνει ότι δεν πονάς. Το ότι θεραπεύεις δε σημαίνει ότι δε χρειάζεσαι θεραπεία. Όλοι παίζουμε ρόλους: επαγγελματίες, σύντροφοι, φίλοι, γονείς. Πίσω όμως από όλους αυτούς υπάρχει κάτι κοινό — η ανθρώπινη ανάγκη για κατανόηση, αποδοχή και αγάπη. Ίσως, λοιπόν, την επόμενη φορά να πάρουμε ένα λεπτό και να σκεφτούμε ότι ο καθένας έχει δικαίωμα να νιώσει. Και η γνώση δεν εξαιρεί κανέναν από τα γεγονότα της ζωής. Μας βοηθάει απλά να τα δούμε και να τα κατανοήσουμε καλύτερα, όχι να τα αποφύγουμε.
Γιατί, τελικά, όποια ταμπέλα κι αν φοράμε και σε όποιο καλούπι κι αν μπούμε, όλοι πορευόμαστε λίγο-πολύ με την ίδια ώθηση: να είμαστε λίγο πιο αληθινοί, λίγο πιο ανθρώπινοι, λίγο πιο κατανοητοί.
