Μια νέα σειρά ερευνών έρχεται να ανατρέψει την παραδοσιακή αντίληψη. Που θέλει τη μητρότητα σε νεότερη ηλικία ως πιο «φυσική» ή «ασφαλή» επιλογή. Σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιεύτηκε, οι γυναίκες που αποκτούν παιδί σε μεγαλύτερη ηλικία φαίνεται πως έχουν αυξημένες πιθανότητες να ζήσουν περισσότερο.
Συγκεκριμένα, μία από τις μελέτες που αναφέρονται βασίστηκε σε 551 οικογένειες και διαπίστωσε ότι οι γυναίκες που απέκτησαν το τελευταίο τους παιδί μετά την ηλικία των 33 ετών είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να φτάσουν στην ηλικία των 95 ετών. Σε σχέση με εκείνες που σταμάτησαν να τεκνοποιούν πριν τα 29. Άλλη έρευνα, η οποία εξέτασε 198 γυναίκες άνω των 100 ετών, έδειξε πως όσες είχαν γεννήσει μετά τα 40, ήταν έως και τέσσερις φορές πιο πιθανό να φτάσουν τα 100 χρόνια σε σχέση με γυναίκες που απεβίωσαν στη δεκαετία των 70.
Οι επιστήμονες που υπογράφουν αυτές τις μελέτες προειδοποιούν ωστόσο ότι η σύνδεση αυτή δε σημαίνει αιτιότητα. Με άλλα λόγια, το να γεννάει κανείς αργότερα δεν προκαλεί μακροζωία. Είναι πολύ πιθανό ότι και οι δύο παράγοντες δηλαδή, η ικανότητα τεκνοποίησης σε μεγαλύτερη ηλικία και η μακροβιότητα, να οφείλονται σε κοινά γενετικά χαρακτηριστικά ή σε γενικά καλύτερη υγεία. Με απλά λόγια, οι γυναίκες που έχουν τη βιολογική δυνατότητα να κυοφορήσουν αργότερα, μπορεί να διαθέτουν οργανισμό πιο ανθεκτικό στον χρόνο.
Το συμπέρασμα, λοιπόν, δεν είναι ότι κάθε γυναίκα που θα επιλέξει να γίνει μητέρα μετά τα 35 ή τα 40 θα ζήσει περισσότερο, αλλά ότι η καλή φυσική κατάσταση και η ισορροπημένη γονιδιακή βάση παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο στη γονιμότητα όσο και στη μακροζωία. Οι ειδικοί επισημαίνουν επίσης ότι η απόφαση για το πότε θα αποκτήσει κανείς παιδί εξαρτάται από πολλούς παράγοντες εκ των οποίων βιολογικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς.Δεν μπορεί να καθοριστεί αποκλειστικά από μια στατιστική πιθανότητα.
Αξίζει, ωστόσο, να δούμε πώς η συγκεκριμένη έρευνα αλλάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη μητρότητα. Για δεκαετίες, η κοινωνία ασκούσε πίεση στις γυναίκες να τεκνοποιήσουν «έγκαιρα», προτού «περάσει η ώρα». Τέτοιες μελέτες, ακόμη κι αν δεν αποτελούν εγγύηση, προσφέρουν μια νέα οπτική, ότι η ηλικία από μόνη της δεν είναι εμπόδιο, και ότι η ανθρώπινη ανθεκτικότητα μπορεί να εκφράζεται με απρόσμενους τρόπους.
Φυσικά, οι ερευνητές επιμένουν πως χρειάζονται περισσότερα δεδομένα για να επιβεβαιωθεί η σχέση ανάμεσα στη γονιμότητα και τη μακροζωία. Δεν αποκλείεται στο μέλλον να ανακαλυφθούν συγκεκριμένα γονίδια που συνδέονται τόσο με την υγεία του αναπαραγωγικού συστήματος όσο και με τη γενικότερη διάρκεια ζωής. Μέχρι τότε, το μόνο βέβαιο είναι ότι η επιστήμη συνεχίζει να μας υπενθυμίζει πόσο πολύπλοκο και συναρπαστικό είναι το ανθρώπινο σώμα.
Είτε λοιπόν κάποια γυναίκα γίνει μητέρα στα 25 είτε στα 45, το μήνυμα που βγαίνει από αυτή την έρευνα είναι ξεκάθαρο. Η μακροζωία δεν είναι ζήτημα ηλικίας, αλλά ισορροπίας, φροντίδας και ευεξίας. Το σώμα, όταν λειτουργεί σε αρμονία με τη ζωή και τη φύση, μπορεί να μας εκπλήξει με τη δύναμή του, και ίσως, όπως δείχνουν τα στοιχεία, να μας χαρίσει και μερικά χρόνια παραπάνω.
Ίσως, λοιπόν, η ηλικία να είναι απλώς ένας αριθμός, και η ζωή να έχει τον δικό της τρόπο να δείχνει ότι ποτέ δεν είναι “αργά” για τίποτα. Είτε πρόκειται για μητρότητα, είτε για όνειρα, είτε για νέα ξεκινήματα, το μυστικό ίσως να κρύβεται στο να ακούμε το σώμα μας, να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να αφήνουμε τον χρόνο να δουλεύει υπέρ μας και όχι εναντίον μας.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη
