Είσαι σε σχέση σταθερή. Νιώθεις ότι δεν αντέχεις άλλο την πίεση. Τελευταία τα πράγματα δεν πηγαίνουν και τόσο καλά. Θα έλεγε κανείς πως, όχι απλά έχει χαθεί κάθε ίχνος μαγείας, αλλά μάλλον η κατάσταση οδεύει από το κακό στο χειρότερο. Κυριαρχεί ο εγωισμός -αυτός ο εγωισμός που πάντα βρίσκεται σε θέση μάχης- και δεν κάνει κανείς από τους δύο βήμα πίσω. Έχεις κουραστεί. Είναι λιγάκι η ρουτίνα της καθημερινότητας που έχει φέρει μια μονοτονία και πλήξη; Είναι οι πολλές σκέψεις που έχεις μέσα στο κεφάλι σου και τα πας τα φέρνεις -πολλές φορές χωρίς καν να μπορείς να τα βάλεις σε μια τάξη; Είναι μια ασίγαστη κόντρα για το ποιος από τους δύο τελικά θα έχει το πάνω χέρι και ποιανού τελικά η άποψη και το δίκιο είναι πιο ισχυρά;

Όλα αυτά σε φέρνουν σε κατάσταση ασφυκτική. Νιώθεις ότι δεν έχεις χώρο να αναπνεύσεις. Κάποιες φορές αναρωτιέσαι γιατί μένεις. Σκέφτεσαι, σκέφτεσαι και καταλήγεις να περιστρέφεσαι γύρω από ένα σωρό αναμνήσεις. Νιώθεις πως ίσως να είναι αυτές που σε κρατάνε ακόμη εδώ. Μα τελικά δεν είναι οι αναμνήσεις αυτές που δένουν δυο ανθρώπους σε μια σχέση. Οι αναμνήσεις δεν είναι αρκετές, ούτε για να σε αγκαλιάσουν, ούτε για να σε φροντίσουν, ούτε για να σου μιλήσουν.

Ετοιμάζεσαι να πεις το μεγάλο «αντίο» μα νιώθεις φόβο. Φόβο πως θα χάσεις τη σιγουριά σου. Φόβο πως θα μείνεις μόνος. Φόβο για το πώς θα κάνεις τελικά αυτό το βήμα και θα βάλεις μπρος για μια νέα, άγνωστη αρχή. Έχεις εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο πισωγυρισμάτων εδώ κι αρκετό καιρό, μα δε βγάζει πουθενά. Έτσι πλησιάζεις, παίρνεις μια βαθιά αναπνοή και ζητάς να χωρίσετε για ακόμα μια φορά. Και για ακόμα μια φορά, δε σε αφήνει να φύγεις, χρησιμοποιώντας κάθε μέσον.

Πάνω στον επόμενο καβγά σας, βάζεις το παλτό σου, παίρνεις τα κλειδιά σου, ανοίγεις την πόρτα και φεύγεις. Καταλήγεις σε ένα μπαρ καταρρακωμένος ψυχολογικά κι αποφασίζεις να πιεις ένα ποτήρι κρασί, μπας και τα βρεις λιγάκι με το μέσα σου και δεις την κατάσταση λίγο πιο σφαιρικά κι αποστασιοποιημένα. Σού είναι πολύ δύσκολο. Περπατήσατε τόσο δρόμο μαζί, σκέφτεσαι. Αγαπιέστε. Ίσως τελικά να μπορούσε να επαναλειτουργήσει το “μαζί”. Μπαίνεις τότε μέσα στο μπαρ και παραγγέλνεις το κρασί σου. Δεν προλαβαίνεις. Πίνεις δύο γουλιές και ξαφνικά σε πλησιάζει ένα τυπάκι. Συστήνεται και πιάνετε κουβέντα.

Η νύχτα σου αρχίζει να αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον. Ναι, αυτό ήταν που είχες ίσως ανάγκη. Κι όσο προχωράει η συζήτηση, τόσο πιο πολύ σίγουρος νιώθεις πως τελικά αυτό χρειαζόσουν. Το βράδυ σας τελειώνει εκεί, μα όχι και η ιστορία. Αρχίζετε να έχετε μια κρυφή επικοινωνία. Ανταλλάσσετε μηνύματα και η ζωή σου αποκτά ξανά ένα φρέσκο ενδιαφέρον. Χορεύεις σε άλλους ρυθμούς, αφού σου θυμίζει πως τελικά είναι ωραίο να ζεις. Και πως ο δρόμος μπροστά σου θα μπορούσε να είναι πραγματικά πολύ όμορφος μα εσύ επιλέγεις να τον κρατάς κλειστό από επιλογή σου. Σου ξεκαθαρίζει όμως πως από τη στιγμή που βρίσκεσαι σε σχέση, δεν μπορεί να γίνει -προφανώς- τίποτα μεταξύ σας. Έτσι, μια μέρα αποφασίζει να φύγει. Εξάλλου -μάλλον- είστε δύο άνθρωποι που συναντήθηκαν τη λάθος στιγμή.

Κι ενώ η σχέση με το ταίρι σου συνεχίζει να εξελίσσεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, πόσω μάλλον τώρα που εσύ έχεις εστιάσει την προσοχή σου κάπου αλλού, βρίσκεσαι στο μεγάλο δίλημμα. Για ένα ενδεχόμενο, να αφήσεις όλα τα σίγουρα δικά σου. Μέσα σου ξέρεις πολύ καλά προς τα πού κυμαίνεσαι, γνωρίζεις πως μια τελειωμένη σχέση δεν πρόκειται σε καμία των περιπτώσεων να αποκτήσει τα ιδανικά χαρακτηριστικά που θα σε πείσουν να μείνεις για ακόμα μια φορά και να προσπαθήσεις και πάλι. Κάθε φορά που φεύγεις και ξέρεις το γιατί, ξέρεις και γιατί δε θες να επιστρέψεις. Οπότε, γιατί το κάνεις;

Την ύπαρξη από το μπαρ μπορεί να μην την ξανασυναντήσεις μπροστά σου. Μα κάποιες φορές, αυτό που χρειαζόμαστε πραγματικά είναι να πιστέψουμε σε κάτι που θα γίνει η κινητήριος δύναμή μας, ώστε να καταφέρουμε να αλλάξουμε όλα αυτά που μας εγκλωβίζουν σε καταστάσεις. Να είναι το “exit” μας, το κιου μας για να φύγουμε. Στην πραγματικότητα αυτό που μας λείπει είναι να πιστέψουμε σε εμάς τους ίδιους, μιας και τη ζωή μας, εμείς τελικά τη ζωγραφίζουμε με τις επιλογές μας και τις συνέπειες αυτών. Ακόμα λοιπόν κι αν δε συναντήσεις αυτό που ξεκίνησες να ψάξεις, αξίζει να φύγεις, γιατί θα συναντήσεις κάτι άλλο. Κι αυτή είναι και η ομορφιά του που χάνεις τόσο καιρό. Η ομορφιά που η ταλαιπωρημένη σου ψυχή και οι σκέψεις δε σου επιτρέπουν να αντικρίσεις.

Ρίσκαρε και πού ξέρεις; Ο δρόμος σου μπορεί να είναι γεμάτος με μαγικά και υπέροχα μονοπάτια. Και γιατί όχι, πήγαινε μια βραδιά στο ίδιο μπαρ. Μπορεί να έχει ήδη παραγγείλει το κρασί σου και να σε περιμένει.

Συντάκτης: Έλενα Τσιολάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου