Κάπου βαθιά στ’ αμέτρητα γραπτά και άβατα λιμέρια των βιβλίων αυτού του κόσμου – αυτά που δε θ’ ακουμπήσει κανείς γιατί το μεγαλείο και η μοναδικότητά που εκπέμπουν χαράχτηκε και άφησε πίσω το δικό της στίγμα,- κρύβεται η ιστορία της Αναδυόμενης.

Η Αναδυόμενη, ένα απ’ τα μεγαλύτερα έργα του Γ.Ξενόπουλου που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1925, άκρως διαχρονικό και άμεσα γραμμένο, στη Ζακυνθινή διάλεκτο, στη γλώσσα του συγγραφέα, είναι απ’ τις πιο όμορφες ιστορίες έρωτα και πόνου που θα μπορούσες ποτέ να διαβάσεις, απ’ αυτά τα δράματα που σ’ αφήνουν με σοβαρές σκέψεις και ερωτηματικά για συντροφιά πέρα απ’ την ακαταμάχητη συγκίνηση που σου προσφέρουν.

Η «Αναδυόμενη» όπως περιγράφει ο συγγραφέας, με τα ερημικά ακρογιάλια και το περβόλι με τις λωτιές, διαδραματίζεται στη Ζάκυνθο, σε μια βίλα, την «αναδυόμενη», που πήρε αυτό το όνομα επειδή έμοιαζε σαν να βγαίνει απ’ τη θάλασσα. Οι πρωταγωνιστές τρεις· δύο αδέρφια που μοιάζουν σαν δίδυμα, ο Παύλος και ο Ντένης, και μια γυναίκα που θέλουν και οι δύο τους, η Κλαίλια. Ο ρομαντικός Παύλος κάνει εξ’ αρχής εντύπωση στην Κλαίλια για την αυθεντικότητά του, τα αληθινά του λόγια που τον έκαναν να μοιάζει με ποιητή, τη σοβαρότητά του και την ανατροφή του μα στην πορεία την κερδίζει ο Ντένης με τον οποίο ο σαρκικός πόθος και το φλερτ του προς εκείνη, επισκίασαν τα πάντα κάνοντάς τον πρώτη επιλογή στα μάτια της.

Ενώ ο κόσμος και οι συγγενείς ήταν όλοι πιστοί πως θα παντρευτεί σίγουρα έναν απ’ τους δύο, ήρθε όντως η στιγμή που η Κλαίλια έκανε την επιλογή της, μα η επιλογή της φέρνει ξαφνικά μια ασύλληπτη τραγωδία. Η επιλογή είναι μια λέξη που κουβαλάμε μαζί μας είτε είναι καλή είτε είναι κακή. Ουσιαστικά κουβαλάμε στην πλάτη μας την ανάμνηση της επιλογής μας και αυτό είναι και το τίμημα, η ευχή και η κατάρα της λέξης που πολλοί δεν έχουν καταλάβει ακόμη.

Η επιλογή της Κλαίλιας να διαλέξει τον Ντένη και τη μέρα της λογοδοσίας τους να πεθάνει ο Παύλος χάνοντας τη ζωή του πέφτοντας στον γκρεμό για να της προσφέρει το αγαπημένο της και πιο σπάνιο λουλούδι που άνθιζε στα βουνά, μας αφήνει άναυδους, αφού μας βάζει πρώτα στη διαδικασία να κάνουμε καθ΄όλη τη διάρκεια της ανάγνωσής μας εικόνες όλα όσα περιγράφει ο συγγραφέας. Όπως λέει και ένα απόσπασμα του βιβλίου: «είναι η μια τραγωδία που βάφτηκε σε χρώμα μπλε, όπως εκείνα τα μπλαβάκια του βουνού, τα όμορφα χαριτωμένα αγριόκρινα που φύτρωναν στ’ Ακρογιάλια της Αναδυόμενης, κι’ από τότε αυτά τα λένε Κλαίλιες.»

Άραγε πόσες λάθος επιλογές ν’ αντέχει μια καρδιά, και πόσα ακόμα απωθημένα μας κάνουν να παραφρωνούμε για τον έρωτα; Άραγε πότε θα έρθει η στιγμή που θα σταματήσουμε να πιστεύουμε πως εμείς οι άνθρωποι αφού θα μείνουμε αναλλοίωτοι για πάντα μαζί με την εμφάνισή μας θα στοχεύουμε μόνο εκεί αμελώντας τον χαρακτήρα και τα όσα κάνουν άνθρωποι για μας;

Κάθε επιλογή που κάνουμε ή δεν κάνουμε είναι και ένα διαφορετικό ρίσκο που πήραμε ή δεν πήραμε. Ας φροντίσουμε τουλάχιστον οι επιλογές μας να μας συντροφεύουν σε ρυθμούς χαράς και όχι να μετανιώνουμε γι’ αυτές όταν πια δε θα μπορούν τα πράγματα ν’ αλλάξουν. Και άραγε πόσες «Κλαίλιες» να φύτρωσαν μπροστά στα μάτια μας κάνοντάς μας να χτυπάμε στο τέλος το κεφάλι μας και συνειδητοποιώντας το ρίσκο που δεν πήραμε και πώς θα ήταν τα πράγματα αν το είχαμε πάρει τελικά.

Συντάκτης: Θέλγια Γρύλλη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.