Είναι τα πειραχτήρια, οι πλακατζήδες, τα παιδιά που δε μεγαλώνουν ποτέ, τα πλάσματα που δε θέλουμε να μεγαλώσουν ποτέ γιατί διαφορετικά, τι θα κάναμε χωρίς αυτούς; Ο διάολος μέσα τους δεν τους επιτρέπει να μένουν ποτέ άπραγοι· συνεχώς δοκιμάζουν ό,τι τρελό ή απίστευτο τους περνάει απ’ το μυαλό, ακόμα κι αν αυτό προϋποθέτει βέβαιο κίνδυνο ή βέβαιο ξύλο.

Λένε και κάνουν το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο μυαλό κι αυτός ο αυθορμητισμός μαζί με την αστείρευτη επιπολαιότητά τους τούς κάνει αξιαγάπητους. Είναι φωνακλάδες, αγνά εγωκεντρικοί κι ο χαβαλές που κάνουν όταν είναι όλοι μαζί μπορεί να σε αφήσει με τρία σετ κοιλιακών. Boys will be boys και δε θα τους αλλάζαμε για κανέναν λόγο.

Τους αρέσει να σκαρφίζονται φάρσες για τους φίλους τους και πιο πολύ απ’ τις έκπληκτες φάτσες του αποτελέσματος, λατρεύουν τη διαδικασία. Τρέχουν γρήγορα μα προσεκτικά με τα μουστάκια τους να γελάνε καθώς ο άλλος δεν κοιτάζει. Του παίρνουν το ποδήλατο, το μετακινούν σε κρυφό μέρος κι επιστρέφουν με σοβαρές εκφράσεις κι εσωτερική ανυπομονησία που καλύπτεται με περίτεχνη προσπάθεια.

Όταν πρόκειται για πλάκα, γίνονται ηθοποιοί αξίας Όσκαρ κι υποκρίνονται με ταλέντο πως όχι, δεν είδαν κανέναν να το παίρνει και μήπως το άφησες αλλού; Και πηγαίνουν μαζί του και ψάχνουν κι «όχι, ρε φίλε, στο έκλεψαν όντως;» κι αγωνία στα πρόσωπά τους, καθώς το θύμα απελπίζεται και δεν έχουν επιλογή απ’ το να το ξεφουρνίσουν γιατί τα γέλια που μαζεύονται στον λαιμό είναι  έτοιμα να τους πνίξουν.

Πολλά απ’ αυτά τ’ αρσενικά θύματα καγχάζουν ευχάριστα έκπληκτα κι αρχίζουν τα παιχνιδιάρικα βρισίδια ή ξυλίκια, μιας και δε θύμωσαν πραγματικά, μπορούν να ξεχωρίσουν μια σωστή κι επιτυχημένη φάρσα κι έχεις τον αυτόματο σεβασμό τους που κατάφερες να τους τη φέρεις.

Οι περισσότεροι άντρες εκτιμούν έστω κι εν αγνοία τους την παιδικότητα, το κέφι για πλάκες και αστεία, για γέλια και τη χαρά της ζωής. Όταν όμως είναι με την «αγέλη» τους, τότε που μπορούν να εκφραστούν στο έπακρο και ταυτόχρονα συμβατά με τους υπόλοιπους, θα γίνει χαμός κι απλά εύχεσαι να μπορούσες να παρακολουθήσεις με ποπ κορν στην αγκαλιά και τους μύες σε ετοιμότητα για πόνο απ’ τα γέλια.

Θα τη λένε ο ένας στον άλλο για το πιο μικρό, για το πιο ασήμαντο και χαζό, θα σηκώνουν τη φωνή για να υπερισχύσουν και θα κάνουν χειρονομίες για να ηρεμήσουν τους «ανταγωνιστές». Θα πετάξουν ποτήρια, σουβλάκια, γάτες, θα ορμήσει ο ένας στον άλλον κι ενώ όλα αυτά ακούγονται απίστευτα «μπρουτάλ» κι ωμά, εκείνοι θα γελάνε και θα χαίρονται, γνωρίζοντας πως οι φίλοι τους είναι αδέλφια και πως όχι μόνο δε θα τους παρεξηγήσουν, αλλά γουστάρουν κι ίδιοι αυτόν τον υγιή, παιχνιδιάρη ανταγωνισμό, την έκσταση της μαχητικότητας, την πρόκληση.

Τους διακατέχει άπλετη έλλειψη φόβου και τάση ριψοκινδυνότητας, που σε συνδυασμό με τον αυθορμητισμό τους μας αφήνουν να αναρωτιόμαστε πώς δεν έχει εκλείψει ακόμα το είδος τους. Όταν δουν μια παγωμένη λίμνη, δε θα σκεφτούν «βρε λες να σπάσει ο πάγος και να γίνω κασάτος αν πάω κοντά;», αλλά «πόσο γαμάτο θα ήταν να περπατήσω επάνω;» χωρίς να τους ενδιαφέρουν τα ποσοστά επιτυχίας, απλά θέλοντας να το κάνουν. Και το κάνουν και το πιθανότερο είναι ο πάγος να σπάσει και το βίντεο να ανέβει youtube μα αυτοί θα γελάνε όλοι μαζί και θα το χαίρονται.

«Ωπ, το παλιό μου σκέιτμπορντ. Πώς θα είναι να κατεβαίνω τις σκάλες επάνω του;», «Ω, ένα τοιχάκι! Δεν έχω δοκιμάσει ποτέ παρκούρ, ας το κάνω τώρα», «Τι είναι, μωρό μου; Δεν μπορείς να φτάσεις το πατάρι του ψηλοτάβανου σπιτιού μας; Δεν πειράζει, θα ανέβω με μια σκάλα, θα στερεωθώ στο πάνω μέρος της πόρτας και θα σου κατεβάσω εγώ ό,τι θες» και πόσες άλλες απερίσκεπτες, επιπόλαιες σκέψεις, που το θέμα είναι πως πάνω απ’ τις μισές φορές, τους βγαίνουν! Τα καταφέρνουν εξαιτίας αυτής της έλλειψης φόβου για τον κίνδυνο και την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους -φυσικά, εσύ μετά μένεις με το στόμα ανοιχτό να αναρωτιέσαι αν πράγματι είδες ό,τι είδες.

Έχουν απίστευτο χιούμορ, λόγω της φαντασίας και της εφευρετικότητάς τους, ως επί το πλείστον, όταν σε πειράξουν, θα είναι για να σε τσιγκλήσουν κι όχι για να πληγώσουν. Όταν το μυαλό τους φύγει απ’ το σεξ και σταματήσουν να φλερτάρουν παιχνιδιάρικα, το πιθανότερο είναι να έχει παγώσει η κόλαση. Γι’ αυτά τους πάμε και πωρωνόμαστε στην παρέα τους.

Αγαπούν οι ίδιοι τη ζωή, γι’ αυτό έχουν τόσα απ’ τα όμορφά της και δε φοβούνται να τη ζήσουν. «Γιατί μία φορά ζούμε. Ας δω τι θα γίνει αν βάλω στο γρηγορότερο τον διάδρομο τρεξίματος ενώ παίζω κιθάρα». Boys will be boys.

Συντάκτης: Μαρία Α. Καρμίρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη