Όλοι κατά κάποιο τρόπο μεγαλοποιούμε τα πράγματα. Υπερβάλλουμε. Σωστά; Υπάρχει μια μικρή δόση υπερβολής στο DNA μας. Μια μικρή δόση στην έκφρασή μας, στον λόγο μας, στον κόσμο μας. Μερικές φορές μεγαλοποιούμε τα πράγματα για να εμπλουτίσουμε μια ιστορία που λέμε στους φίλους μας και στην οικογένειά μας. Έτσι, χωρίς λόγο. Μόνο και μόνο για να αποκτήσει δράση η πραγματικότητα.

Μιλάς για ένα μυαλό σε μέγεθος κουκουτσιού, αναφέρεις πως ο σκύλος είναι ο μόνος με τον οποίο κουβεντιάζεις πια, προτιμάς να βγεις γυμνός στον δρόμο παρά να φορέσεις ένα ρούχο που δε σ’ αρέσει, τρομάζεις μ’ ένα παιδί που πνίγεται στα δικά του δάκρυα, περιγράφεις ένα αυτοκίνητο σαν Μαθουσάλα, ρίχνεις ένα-δύο πύθωνες στην αυλή σου ενώ στην πραγματικότητα είδες ένα αβλαβές φιδάκι, καίγεσαι απ’ την πολλή ζέστη, σκουπίζεις δάκρυα μετά από έναν χωρισμό και περπατάς χιλιόμετρα για να συναντήσεις τον αγαπημένο σου.

Και χωρίς να το ξέρεις, αυτή η υπερβολή σου κρύβει μέσα της μια λογοτεχνική τεχνική, που ‘χει σκοπό να προσθέσει επιπλέον άγχος, δράμα και χαρά σε μια ιστορία. Δεν το αντιλαμβάνεσαι πάντα –αν και συγγραφέας της δικής σου ζωής– αλλά μ’ αυτόν τον τρόπο ένας συγγραφέας κάνει σπουδαίο, αθάνατο και σημαντικό ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση. Γιατί; Γιατί το χειρίζεται μ’ έμπνευση και συγκεντρώνεται σ’ αυτό. Επομένως, εξ ορισμού, το μεγαλοποιεί.

 

 

Έτσι, στη λογοτεχνία η υπερβολή περιλαμβάνει την υπερβολική έμφαση σε μια ιδέα για να γίνει καλύτερη ή χειρότερη. Να προστεθεί ένα δραματικό αποτέλεσμα στον λόγο. Ο συγγραφές υπερεκτιμά ή παραποιεί μία ιδέα παίρνοντας ένα χαρακτηριστικό και φέρνοντάς το  μπροστά σου στην πιο ακραία μορφή του. Αυτό είναι που δημιουργεί μία ιδιαίτερη εντύπωση στον αναγνώστη. Αυτό είναι που προσπαθείς μερικές φορές να πετύχεις κι εσύ -ερασιτεχνικά μεν- στον καθημερινό σου λόγο.

Στο έργο του Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», ο Ρωμαίος λέει ότι η ομορφιά της, διδάσκει τους πυρσούς να καίνε λαμπερά. Κι αν αυτός ο τρόπος έκφρασης δε δημιουργεί εφέ, τότε τι; Κι όλο αυτό κρύβει μια μικρή μαγεία. Με τον συγγραφέα να χρησιμοποιεί την υπερβολή μέσα από παρομοιώσεις και μεταφορές για να δηλώσει την πραγματική αλήθεια της ομορφιάς. Απ’ τη μια είναι αδύνατο να το πιστέψεις, απ’ την άλλη όλο αυτό το ‘χεις ανάγκη. Και χωρίς να το καταλαβαίνεις εστιάζεις σ’ αυτό ως αναληθή δήλωση.

Όμως η λογοτεχνική υπερβολή  χρησιμοποιεί και το κωμικό στοιχείο για να δημιουργήσει μια χιουμοριστική σύγκριση με την πραγματικότητα. Χρησιμοποιεί και το μυθικό υπερεκτιμώντας μια ιδέα ή σχεδιάζοντας μια άλλη. Με όλο αυτό να σε οδηγεί μακριά απ’ την πραγματικότητά σου, δίνοντας σου χώρο ν’ αναπτύξεις μια δική σου μυστικιστική πλοκή.

Γιατί όπως και να το κάνουμε, η υπερβολή προκαλεί έντονα συναισθήματα. Κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη με την παράξενη χρήση της γλώσσας, με αποτέλεσμα η περιγραφική φράση να γίνεται το επίκεντρο. Δημιουργεί πολλές και έντονες εικόνες, αφήνει ζωντανές εντυπώσεις, περιγράφει χαρακτήρες.

Για σκέψου, λοιπόν, πώς θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις την υπερβολή σε μια ιστορία αγάπης δική σου; Πώς θα μπορούσες να περιγράψεις έναν έρωτα σπουδαίο, αθάνατο ή σημαντικό; Πώς μπορείς να χειριστείς την έμπνευσή σου; Μόνο μη χρησιμοποιήσεις το «θα πέθαινα για αυτόν τον έρωτα», είναι το πιο συνηθισμένο και πλέον όχι τόσο πειστικό. Γράψε, λοιπόν, και στείλε μας το άρθρο σου!

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.