Τι περιμένεις; Να ακούσεις πως ό, τι κι αν γίνει θα είμαι εδώ να στέκω βράχος στη ζωή σου; Μήπως σου μπήκε η ιδέα ότι η καλοσύνη μου αντέχει τόσα τετραγωνικά που μπορεί να ανεχτεί τα πάντα; Δε μου είπες, εσύ θα είσαι εδώ; Θα με στηρίξεις, θα με αντέξεις με τα στραβά μου, θα ανέχεσαι τα ψυχολογικά μου και θα έχεις την ίδια υπομονή όταν απλά σε χρειάζομαι με δύο λόγια παρηγορητικά για να νιώσω καλύτερα;

Έχεις ιδέα πόσο προσπάθεια θέλει για να είσαι πάντα παρών για κάποιον; Το έχεις προσπαθήσει; Θα το προσπαθούσες μαζί μου; Ξέρεις γιατί δεν είμαι εύκολος άνθρωπος, μωρό μου; Γιατί δεν μπορώ να δεχθώ τη φθορά της γενιάς μας. Γιατί δε θέλω να ξημερώνομαι σε ξένες αγκαλιές τα πρωινά σε μία απελπισμένη προσπάθεια να ξεχάσω εσένα και τα όσα μου προξένησες. Γιατί δε θα δείξω καμία ανωτερότητα αν καταλάβω ότι δε φέρεσαι ανθρώπινα. Γιατί ίσως είμαι ένα ανόητο πλάσμα που πιστεύει ακόμα στην αγνότητα μιας άλλης εποχής. Κι όταν έρχομαι στη δική σας, πώς να στο πω, χαλιέμαι.

Αν δε διαφέρεις, δεν έχεις καμία ελπίδα μαζί μου. Δεν έχεις ελπίδα γιατί πιστεύω τόσο στην ίδια μου την καλοσύνη που πραγματικά ακόμα κι ο τρόπος που στο τέλος θα σε συγχωρήσω θα με έχει απελευθερώσει από εσένα. Εσύ όμως πότε θα απελευθερωθείς από τον κόσμο που σε έχεις προσαρμόσει;

Δεν ξέρω αν θα είμαι πάντα εδώ. Αυτό θέλω να το ξέρεις. Δεν υπάρχει πάντα όταν νιώθεις. Νιώθεις όσο είναι να νιώσεις κι έπειτα απελπίζεσαι γιατί δε χωρά να νιώσεις άλλο κι αποχωρείς. Δεν υπάρχει πάντα. Αλλά όσο είμαι εγώ να μη φοβάσαι.

Να μη φοβάσαι τον εαυτό μου. Την αμεσότητα μου. Το ότι θα σε βρίσω όταν φανείς να πνίγεσαι στην επιφάνεια, το ότι θα σου θυμίζω συνέχεια πως είναι να προσέχεις τον εαυτό σου ακόμα κι όταν γίνεται απαραίτητο μέλημα μου να σε φροντίζω από όλες τις αναποδιές. Κι όταν θα βάζω μπροστά σου ασπίδα μη τυχόν και σε δω να λυγίζεις. Μη με φοβάσαι τότε.

Θα σε αγαπώ όπως αγαπούν σε εκείνα τα βιβλία παλιάς κοπής που σου θυμίζουν ότι κάποτε οι άνθρωποι πίστεψαν σε ένα παραμύθι. Κι όλα έχουν ένα ευτυχισμένο τέλος που πάντα μας συγκινεί. Εγώ θέλω. Εσύ μπορείς να αφήσεις τον κόσμο που σου φτιάξανε και να πέσεις μες στον δικό μου;

Μπορείς να έχεις την τιμή να με αγαπάς και να σε αγαπώ όπως αγαπούν αυτοί που ποτέ δεν ξέχασαν πως για να μένεις ερωτευμένος, πρέπει να προσπαθούν κι οι δύο κάθε μέρα.  Και να είμαστε εμείς. Αν φύγει ο εαυτός μας καλύτερα να αποχωρίσουμε κι εμείς.

Μη φοβάσαι όταν είμαι ο εαυτός μου. Σου υπόσχομαι ότι μόνο έτσι θα με καταλάβεις. Το αν μείνεις ή όχι είναι στο χέρι μου το αν θα αλλάξω ή όχι είναι στο δικό μου. Μη μου ζητήσεις να μπω στα μέτρα σου γιατί δε δέχομαι να μπω σε ένα κόσμο μες στη φθορά και την εφήμερη αγάπη που τη σκεπάζει μόνο η ανάγκη.

Η αγάπη δεν είναι ανάγκη. Κι η ανάγκη δεν είναι αγάπη. Κι εγώ δε τα ξέρω αυτά. Είμαι παλιάς κοπής, μην προσπαθήσεις καν να μου τα μάθεις. Αν μείνεις λοιπόν, θα σε αγαπώ και θα με αγαπάς ακόμα κι αν είμαστε εμπρηστές μίας γενιάς που αντί να καίγεται στο πάθος καίγεται στο μυαλό. Όταν είμαι εγώ να μη φοβάσαι. Τρέμε όμως τις προειδοποιήσεις μου. Γιατί μετά δε θα μπορείς να πεις ότι δε στο είπα.

 

Συντάκτης: Δέσποινα Δημησιάνου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου