Η ετυμηγορία έγραψε «Τετέλεσται».

Ο καθένας πήγε πλέον σπίτι του.

Το «Sorry, we are closed», κοτσαρισμένο ήδη στην εξώπορτα, και τα κουβαδάκια έχουν μεταφερθεί αισίως σε ξέχωρη παραλία.

Πλέον, το «μαζί», έγινε «μόνοι». Η μπουρδουκλωμένη αγκαλιά απέναντι από τη μεγάλη οθόνη του σινεμά, έγινε ταινία στο σπίτι, στη μονή πολυθρόνα και με κάνα ποπ κορν για παρέα.

Κι ενώ ήσασταν με την εντύπωση πως ό,τι ήταν να πνίξετε σε κουνέλι, το πνίξατε, πως ό,τι ήταν να τρίψετε σε πιπέρι, το τρίψατε, ξαφνικά, ήρθε κάτι, σας τη βάρεσε κατακούτελα κι αποφασίσατε πως θέλετε να περάσετε σε νέο γύρο πνιγμών, μπουρδουκλωμάτων και πίτσι-πίτσι, με το ex έτερον σας ήμισυ.

Δίχως να το καταλάβετε, αλλάξατε ταχύτητα. Για την πορεία πλέον, μπήκε η όπισθεν. Και στη διαδρομή οι ταμπέλες όλες γράφουν «προς επανασύνδεση».

Μεγάλη κουβέντα η επανασύνδεση.

Θέλει μαγκιά μεγάλη, να ζητάς να αναστήσεις πεθαμένες καληνύχτες.

Θέλει τρόπο και κυρίως κόπο, να προσπαθείς να ανεβάσεις στην επιφάνεια, καράβια που εσύ μόνος σου κάποτε βύθισες.

Είναι λες και δοκίμασες μια συνταγή, απέτυχε κι εσύ επιμένεις να θες να τη ξαναβάλεις στο μπλέντερ και στους 240 βαθμούς, χρησιμοποιώντας τα ίδια συστατικά με την πρώτη φορά κι όπου βγάλει.

Σε γενικές γραμμές, τα πισωγυρίσματα, δύσκολα έχουν αίσιο τέλος κι οι δεύτερες προσπάθειες θέλουν όχι διπλή, αλλά τρελή προσπάθεια.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, χρειάζεται προσοχή μεγάλη και σιγουριά τεράστια μια τέτοια κίνηση, για να πετύχει.

Και τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει μια αποτυχημένη σχέση, να επιτύχει τη δεύτερη φορά;

Τα στοιχεία της προσωπικότητας των δύο ενδιαφερομένων και πιο συγκεκριμένα, η εντελώς πιο ώριμη φύση που τα χαρακτηρίζει τη δεύτερη φορά.

Και για να ωριμάσει το αίσθημα μέσα μας κι εμείς ολόκληροι μαζί του, επιβάλλεται να μείνουμε για ένα διάστημα μόνοι μετά από ένα χωρισμό και πριν από μια επανασύνδεση.

Να πάρουμε τον αέρα που μας χρειάζεται, να ανασυνταχθούμε, να αναθεωρήσουμε.

Να αναλογιστούμε τι πήγε στραβά την πρώτη φορά, να αναλάβουμε ευθύνες και να χαράξουμε μια διαφορετική πορεία.

Κι εάν μέσα από τη μοναχικότητά μας, καταφέρουμε να κάνουμε ένα εφ’ όλης της ύλης απολογισμό, με την ετυμηγορία να λέει ότι η επανασύνδεση είναι η καλύτερη των επιλογών, τότε μάλιστα.

Αν η καρδιά, το κορμί, το «είναι» ολόκληρο, φωνάζουν «γύρνα πίσω», τότε ναι.

Πολύ λίγοι είναι αυτοί που συνειδητά αποφασίζουν να γυρίσουν πίσω. Και ξέρετε, το να γυρίσει κανείς πίσω και να παλέψει να ζωντανέψει ιστορίες του χθες, ηθελημένα και με απόλυτη επίγνωση της απόφασής του, είναι ίσως πιο δύσκολο από το να πορευτεί μπροστά κι όπου τον βγάλει ο δρόμος.

Ως γνωστών, οι όπισθεν, μπαίνουν λιγότερες φορές από την πρώτη, τη δεύτερη, την πέμπτη ταχύτητα. Κι όταν μπαίνουν, πρέπει να μπαίνουν γιατί αξίζει, γιατί υπάρχει λόγος. Ή μάλλον καλύτερα, γιατί δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Οι εκ νέου ενώσεις, τα πισωγυρίσματα, τα «πάμε άλλη μια φορά», πρέπει να γίνονται αυστηρά και μόνο εάν τα συστατικά της συνταγής έχουν υποστεί μια εξέλιξη, μια πρόοδο, μια προκοπή.

Μόνο τότε αξίζει να ξαναενωθούν δυο καρδιές και να κινηθούν προς μια νέα, ανανεωμένη πλεύση. Τότε ναι, υπάρχει ελπίδα.

Έτσι είναι η σωστή επανασύνδεση. Σαν τις αποτυχημένες τις συνταγές που τις ξαναβάζεις στο μπλέντερ και τις χτυπάς τόσο καλά, που αυτή τη φορά να μην έχουν άλλη επιλογή τα συστατικά τους, από το να δέσουν.

Κι όταν δέσουν, τη ζεις ξανά απ’ την αρχή. Σα να μην υπήρξε ποτέ πριν σχέση. Σα να’ ναι αυτή η πρώτη φορά.

Ποτέ ξανά την ίδια κασέτα. Η πλοκή, το σενάριο και οι πρωταγωνιστές, όλα καινούργια.

Και τότε, η ταμπέλα στην εξώπορτα θα αλλάξει και πάλι, και στη θέση της θα αναγράφεται, «we are open again».

Μόνο τότε.

Συντάκτης: Άννα Ιωαννίδου