Τόσοι πολλοί οι τρόποι να επικοινωνούμε και τόσες πολλές οι διαφορετικές εκδοχές που μπορεί αυτό να συμβεί που δεν μπορούν να μπουν σε μια λίστα ούτε να οριστούν με πέρας συγκεκριμένο. Ανάλογα με τις εποχές λοιπόν η επικοινωνία αλλάζει και τα μέσα διαφέρουν, εξελίσσονται είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο. Πάντα βρίσκεται υψηλά στις προτεραιότητές μας, μα στην εποχή μας πια η άμεση επαφή τείνει να εκλείψει, άρα και το πώς μιλάμε δεν αφορά πια τόσο το face to face. Η νέα πραγματικότητα, έχει φέρει στη ζωή μας τον φίλο-εχθρό που ονομάζεται messenger.

Ο γραπτός λόγος κυριαρχεί παντού πια, τόσο πολύ που τείνουμε να ξεχάσουμε την ανθρώπινη φωνή. Ένας από τους βασικούς λόγους που προτιμάται το μέσεντζερ, είναι πως μπορούμε πολύ καλά να κρυφτούμε πίσω από τον γραπτό λόγο, να καλύψουμε προθέσεις, συναισθήματα, ίσως και αλήθειες. Στα μηνύματα έχεις ένα μεγάλο ατού κι αυτό είναι ο χρόνος, προλαβαίνεις να σκεφτείς τι θα απαντήσεις, πώς θα το κάνεις και ποιες λέξεις θα χρησιμοποιήσεις, κάτι που στην από κοντά επικοινωνία σε προδίδει αν δεν έχεις αμεσότητα και γρήγορα αντανακλαστικά.

Το φλερτ παίρνει άλλες διαστάσεις, κουβαλάμε υπονοούμενα, τα emoticon πια κάνουν την περισσότερη δουλειά· καλή ή κακή εσύ θα κρίνεις. Μπορείς πια να καταλάβεις πολλά από τα μηνύματα που λαμβάνεις, έχουμε γίνει οι καλύτεροι αποκωδικοποιητές, έτσι νομίζουμε τουλάχιστον, γιατί αν με ρωτάς, όσα τα μάτια και η φωνή μπορούν να πουν οι λέξεις σε μια οθόνη ούτε που τα αγγίζουν.

Έτσι λοιπόν και στον εικονικό κόσμο, ίσως με έναν τρόπο ίσως λίγο πιο φτωχό εκφραστικά, περνάμε μέσα από την οθόνη αυτό που θέλουμε. Τα σημάδια λίγο-πολύ υπάρχουν. Όταν κάποιος θέλει να μάθει για σένα δεν περιορίζεται σε μονολεκτικές απαντήσεις, σε ένα «γεια σου», ένα «τι κάνεις;». Τα μηνύματα μοιάζουν σαν έκθεση στο σχολείο, περιμένοντας από το καθηγητή για ένα καλό βαθμό, όπου καθηγητή βάλε τον παραλήπτη κι όπου βαθμό την αποδοχή του. Άρα λάθος νούμερο ένα; Να στέλνεις λίγα και σπανίως, ενώ θέλεις να μάθεις πολλά κι άμεσα.

Αν σταθείς τυχερός η απάντηση θα είναι πάνω από δύο λέξεις και αν δεν είναι γενικόλογη -λάθος νούμερο δύο- μόλις έχεις δείγμα ενδιαφέροντος στα χέρια σου καθώς βοηθάει στο να συνεχίσει η συζήτηση και να βγουν κι άλλες πληροφορίες στη φόρα. Σαν άλλοι ντετέκτιβ πιανόμαστε από λέξεις και σημεία στίξης, το ένα θαυμαστικό σημαίνει κάτι ενώ τα τρία κάτι άλλο, αν απαντήσει κανείς αποσπασματικά σημαίνει πως κατηγοριοποιεί ενώ ενιαία πως δίνει βάση, αν πάλι αργήσει σημαίνει πως δεν είναι προτεραιότητα κι αν βάλει την τελεία αφού στείλει το μήνυμα είναι δείγμα θυμού. Τα ενδεχόμενα πολλά λοιπόν κι όλοι λίγο πολύ έχουμε κοιμηθεί με ένα κινητό στο χέρι περιμένοντας απάντηση ή πληκτρολογώντας με το ένα μάτι κλειστό σαν κότες, που δεν το λες και λάθος, αλλά το λες κιόλας γιατί τι καλό μπορεί να προκύψει από ένα μήνυμα που θα στείλεις μισοκοιμισμένος;

Ο εικονικός κόσμος που έχουμε χτίσει για να επικοινωνούμε μας βοηθάει ίσως από άποψη ευκολίας και δημιουργεί ένα τάιμινγκ κάπως πιο ευρύ καθώς δίνει περιθώρια, μα από την άλλη βάζει στο παιχνίδι την υπερανάλυση και την αυτό-σκηνοθεσία που μετράει λάθη και σωστά. Υπάρχει, αν με ρωτάς, μια τεράστια παγίδα σε όλο αυτό γιατί όσες φατσούλες, καρδούλες, θαυμαστικά κι αν βάλεις σε ένα μήνυμα, σαν το χαμόγελο που έχεις όταν συναντάς κάποιον, δεν πρόκειται να βρεις και κανένας δε θα μπορέσει ποτέ να το αποτυπώσει σε μια οθόνη. Κι εκεί όλα σου τα λάθη, μπορεί να τα σβήσει το σωστό βλέμμα. Στο κινητό πάλι, όχι.

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου