Η δύναμη, εκείνο το μέσο που επιτρέπει ή ακόμη καλύτερα, η ενέργεια που χρειάζεται για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος, αποτελεί ένα βασικό στοιχείο στη ζωή μας. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι ποιος αποφασίζει ποιο είναι το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η ζωή μας φιλοξενεί πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι συχνά είναι διαφορετικοί μεταξύ τους, κι αυτή η ποικιλία αποτελεί μέρος της ομορφιάς των ανθρώπινων σχέσεων αλλά και μεγάλο κομφούζιο για το ποιος προκαλεί τι και σε ποιον. Με δυο λόγια ποια είναι η δύναμη των ανθρώπων μας, πάνω μας.

Διότι, υπάρχουν άνθρωποι, λίγοι και μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι οποίοι διαθέτουν μια εξαιρετικά ισχυρή επίδραση πάνω μας, μια δύναμη που είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Μπορείς να το αποκαλέσεις χημεία, αν το θέλεις, αλλά όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με αυτόν τον έναν άνθρωπο που έχει μια εξαιρετικά ισχυρή, συχνά καθοριστική επίδραση σε σένα, αισθάνεσαι σαν να είσαι υπό την επήρεια μιας περίεργης μέθης, χωρίς να γνωρίζεις το πώς και το γιατί, πράγμα που ξεπερνά ένα απλό και τυπικό “γοητευμένος/η” που θα λέγαμε κάποτε σε μια γνωριμία.

Συχνά, αυτό συμβαίνει στον κόσμο των ερωτικών σχέσεων, όπου τα παιχνίδια παίζονται χωρίς κανόνες, ή κι αν υπάρχουν, μερικές φορές αγνοούνται εντελώς. Κι αυτό, επειδή η λογική δεν έχει θέση στο παιχνίδι του έρωτα· βρίσκεσαι υπό τον μαγικό έλεγχο των συναισθημάτων, ακολουθώντας τον ρυθμό τους και απολαμβάνοντάς τον. Αυτή η ανεξήγητη δύναμη που ασκεί κάποιος πάνω σε σένα είναι ο λόγος που νιώθεις υπνωτισμένος, σαν να επηρεάζεσαι από ένα μυστηριώδες ξόρκι που εν τέλει θολώνει την κρίση σου, τις αποφάσεις σου, τις κινήσεις σου. Άρα για ποιους κανόνες μιλάμε;

Κι αυτό συμβαίνει ακόμα πιο έντονα όταν ο έρωτας εξελίσσεται σε μια μάχη εξουσίας, όπου ένας εκ των δύο γνωρίζει ότι διαθέτει όλα τα όπλα για να ελέγξει την κατάσταση. Κι αν δεν έχεις αντιληφθεί ακόμη ότι βρίσκεσαι σε πόλεμο, ο εταίρος (ή αντίπαλός) σου έχει κατανοήσει πως έχει τον έλεγχο, οπότε σε ανύποπτο χρόνο, ξεκινάς να χάνεις μικρές μάχες. Κι όταν πια βαρεθείς ή εξαντληθείς πια από το να χάνεις κομμάτια από τον εαυτό σου, ξεκινάς να ανοίγεις μικρά κουτάκια που δεν ταιριάζουν στον άλλον, προσπαθώντας να ανακτήσεις τμήμα αυτής της δύναμης. Κι όμως, είναι και πάλι πανεύκολο να κάνεις πίσω, αφού αντιλαμβάνεσαι ότι δεν αρέσεις πια -οπότε και για να μην τον χάσεις- τα αφαιρείς ξανά από το παιχνίδι. Γιατί, εδώ που τα λέμε, ποιος δεν αγαπά τα καλά παιδιά;

Έτσι κι εσύ λοιπόν γίνεσαι ένα “καλό παιδί” σύμφωνα με τους κανόνες του άλλου. Όχι τους δικούς σου. Και το ξέρει o άνθρωπος που βάζει τους κανόνες και παίρνει τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση πως είσαι εκεί για ό,τι θέλει όπως το θέλει, χωρίς καν να προσπαθεί. Κι όσο εκείνος στέφεται νικητής, εσύ αναρωτιέσαι τι θα συμβεί αν τον χάσεις και τρέμεις από φόβο, που προκύπτει από τη συνειδητοποίηση πως, αν και δεν το έχεις εκφράσει ποτέ με λόγια, οι πράξεις σου φωνάζουν ότι τον χρειάζεσαι.

Οι πράξεις, που πάντα φωνάζουν περισσότερο από τις λέξεις, οι οποίες μοιάζουν φτωχές από ένα σημείο κι έπειτα, αν όχι από πάντα. Έχεις τη δύναμη, όμως, αυτό πρέπει να το θυμάσαι. Εάν κάποιος προσπαθεί να σε πείσει με υποσχέσεις, ρομαντισμό, έρωτες και χειριστικές κινήσεις εντυπωσιασμού, εσύ είσαι αυτός που επιλέγει να υποκύψει ανενόχλητος. Δεν ευθύνεται ο άλλος που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί, αλλά εσύ που το επιτρέπεις, αλλάζοντας τον εαυτό σου για χάρη του έρωτα. Πόσο τέλεια δικαιολογία ο έρωτας, τελικά, για να παίζουμε με τις ψυχές των ανθρώπων.

Σταμάτα να κρύβεσαι από τον εαυτό σου και δες αν αυτή η δύναμη που ασκείται πάνω σου είναι ενέργεια για να χτίσετε κάτι μαζί ή εργαλείο ελέγχου για να χάσεις τον εαυτό σου. Ελκυστικά και γοητευτικά τα παιχνίδια εξουσίας, μα την εξουσία του εαυτού σου να την έχεις αποκλειστικά εσύ- αυτό να θυμάσαι την επόμενη φορά.

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου