Όλοι έχουμε μάθει να έχουμε άποψη για τις ζωές των άλλων. Είναι στην ανθρώπινη φύση, αν το σκεφτείς, να κριτικάρει, να βάζει ταμπέλες σωστού και λάθους, πρέπει δεν πρέπει. Τους έχουμε ονομάσει κανόνες, νόμους, έτσι έχουν ορίσει οι καθώς πρέπει της κοινωνίας κάποτε και με τα χρόνια ήρθαν κι άλλοι κι έβαλαν κι αυτοί τους δικούς τους. Κι εσύ ως μέλος αυτής, μαθαίνεις από παιδί πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι, τον τρόπο να είσαι αρεστός, τα βήματα για να γίνεις το καλό παιδί. Αυτά μας μαθαίνουν και μάλιστα με αυστηρότητα, μην τύχει και κάνουμε του κεφαλιού μας.

Αυτό που κανένας δε μας ρωτάει ποτέ, είναι πώς ν’ ανακαλύπτουμε τι θέλουμε, τι γουστάρουμε τελοσπάντων και πώς να το κυνηγήσουμε. Μεγαλώσαμε λοιπόν κι ακόμα αυτό το παιδί μέσα μας, συνεχίζει να ζει με το τι θα πουν οι άλλοι, μαντεύοντας τι θέλουν εκείνοι. Αχ αυτοί οι άλλοι, που έχουν τόσα διαφορετικά πρόσωπα και τόσες διαφορετικές απαιτήσεις! Θες να τους ονομάσεις οικογένεια, σόι, φίλοι, συνάδελφοι, εραστές; Όλοι κάτι θα έχουν να πουν και κάπως να το υποδείξουν. Με όλα αυτά τα μάτια λοιπόν πάνω σου νιώθεις σα να βρίσκεσαι μονίμως σε μια δική με κατηγορούμενο εσένα και τις πράξεις σου να είναι τα εγκλήματά σου. Δικαστές όλοι κι όλοι εναντίον σου. Ελάχιστους θα βρεις να σε υπερασπιστούν  ή έστω να προσπαθήσουν να σε καταλάβουν ή πολύ απλά να μην ασχολούνται με την πάρτη σου ρε φίλε.

Ζεις καιρό λοιπόν τη ζωή που σου υπέδειξαν οι άλλοι για να πάρεις πίσω μια αποδοχή που κι αυτή δεν έρχεται και ποτέ. Ή και να έρθει, θα είναι γεμάτη όρους και προϋποθέσεις. Άρα, αν το σκεφτείς καλά ψάχνοντας τι θέλουν κι υπαγορεύουν όλοι οι άλλοι για να σου επιτρέψουν να είσαι κοντά τους, έχεις αφήσει πίσω τον εαυτό σου και δεν έχει μείνει τίποτα τελικά για να προσφέρεις. Δεν τον ρωτάς τι θέλει, πώς το θέλει και τον δικάζεις εσύ πολύ πιο σκληρά από όλους τους άλλους. Δεν τον αφήνεις να χαμογελάει γιατί έτσι, να κλαίει γιατί το θέλει χωρίς να τον πουν αδύναμο, να ερωτεύεται όποιον θέλει, να κάνει οποία δουλειά θέλει, να κοιμάται ή να ξυπνάει με όποιον θέλει. Όλ’ αυτά εσύ τα έχεις απαγορέψει σε σένα γιατί οι κανόνες φτιάχνονται από εμάς για εμάς κι είναι για να μας προστατεύουν, όχι να μας φυλακίζουν.

Αυτό σκέψου μονάχα: Κανένας δε θα ζήσει για σένα τη ζωή σου, μην τους αφήνεις λοιπόν να σου πάρουν ό,τι όμορφο ή λιγότερο κομφορμιστικό έχει παρακάτω για σένα ο δρόμος σου. Τόλμα, κάνε σωστά και λάθη, αλλά να είναι δικά σου, να τα χαίρεσαι με την καρδιά σου και να τ’ αγαπάς γιατί σε όλους τους κανόνες που σου έχουν βάλει, έχουν ξεχάσει τον πιο βασικό να σου μάθουν, οπότε τώρα πρέπει να τον προσθέσεις εσύ: Αν δεν ελευθερώσεις εσύ τον εαυτό σου από τη κοινωνική αυτή φυλακή, κανένας δε θα το κάνει για σένα.

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου