Οικογένεια. Μια λέξη σημαντική για την ελληνική κοινωνία, θεμέλιος λίθος θα έλεγαν πολλοί. Όλοι λίγο-πολύ -γονείς, παιδιά, αδέρφια, ξαδέρφια- είμαστε ένα μεγάλο σπίτι. Καμιά φορά μάλιστα οι γονείς μπλέκονται παραπάνω απ’ όσο θα έπρεπε στα πόδια του παιδιού. Τι κι αν το παιδί έχει πάψει δεκαετίες το παιδί να μένει μαζί τους, στα μάτια των δικών του παραμένει το μικρό τους το χαϊδεμένο.

Μεγαλώνουμε, γινόμαστε ενήλικες και κάνουμε σχέσεις, κάποιες σοβαρές κι άλλες λιγότερο. Κάθε σχέση μπορεί και να μας κάνει να περνάμε λιγότερο χρόνο με τους γονείς, μιας και ο χρόνος πλέον μοιράζεται. Βέβαια, ίσως έχουμε εξαρχής προαποφασίσει πόσο χρόνο θα αφιερώνουμε στους δικούς μας και το γεγονός ότι αποκτήσαμε ταίρι να μην επηρέασε καθόλου τις ώρες αυτές, παρά μόνο τον ελεύθερο μας χρόνο ή τις ώρες εργασίες μας. Αυτό είναι κάτι που συχνά δεν αντιλαμβάνονται οι γονείς, και όταν είμαστε με έναν άλλο άνθρωπο, μη θέλοντας να κατηγορήσουν το τέκνο τους που δεν περνάει να τους βλέπει συχνότερα από επιλογή, τα βάζουν στο μυαλό τους με τη σχέση μας που δε μας αφήνει χρόνο να βλέπουμε τη μανούλα και τον μπαμπάκα. Λες και πριν γνωρίσουμε το συγκεκριμένο άτομο δε χανόμασταν μέρες ολόκληρες επικοινωνώντας μαζί τους μόνο τηλεφωνικά.

Για πολλούς γονείς, λοιπόν, κάθε σχέση μας αποτελεί και μια μικρή απειλή το ότι θα χάσουν το σπλάχνο τους και ότι δε θα τους χρειάζεται πια. Φυσικά δεν είναι υγιές -αν και εμφανίζεται συχνά στην ελληνική οικογένεια- να νιώθουν οι γονείς την ανάγκη να έχουν ενεργό παρουσία στη ζωή του τέκνου. Γι’ αυτό και παίρνουν τόσο έντονα θέση στα προσωπικά μας, όχι μόνο γιατί θέλουν το καλό μας, αλλά γιατί έμμεσα επιδιώκουν μη χάσουν τα πρωτεία και να νιώσουν πως είμαστε απόλυτα ανεξάρτητοι.

Πολλές φορές όταν πρέπει να γνωρίσουμε τους γονείς του συντρόφου, μας πιάνει άγχος. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως μας λούζει κρύος ιδρώτας και νοιαζόμαστε τόσο για την αποδοχή, ενώ στην πραγματικότητα οι ενήλικες θα έπρεπε να παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις χωρίς να επηρεάζονται από τη γνώμη των δικών τους.

Όταν, λοιπόν, χωρίσουμε με το ταίρι για οποιοδήποτε λόγο -γιατί οι γονείς στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων κάτι στραβό θα βρουν να προσάψουν στον σύντροφό μας, μιας και μόνο εκείνοι ξέρουν το καλό μας- γυρνάμε στους γονείς κάπως πληγωμένοι έχοντας ανάγκη από υποστήριξη στη δύσκολη φάση που περνάμε. Εκείνοι με τη σειρά τους νιώθουν και πάλι πως αποκτούν ενεργό ρόλο στη ζωή μας, ικανοποιούνται που σε αυτούς τρέξαμε τη στιγμή που πληγωθήκαμε, επιβεβαιώνοντας πως τους έχουμε ανάγκη. Έχουν την τάση να νιώθουν πως όταν χωρίσουμε είμαστε πια ξανά ολόδικοί τους. Φυσικά, δε χαίρονται που μας βλέπουν να πονάμε, κανένας γονιός δεν απολαμβάνει να βλέπει το παιδί του να χαλιέται. Παρ’ όλα αυτά, ένιωθαν τη θέση τους να απειλείται και λαμβάνουν μια γλυκιά ευχαρίστηση απ’ το γεγονός πως πλέον παίζουν σε γήπεδο χωρίς αντίπαλη ομάδα.

Οι γονείς θα χαρούν όταν σε δουν να φεύγεις από κάτι που δε σε έκανε χαρούμενο. Το μόνο που θέλουν είναι να είσαι καλά, γιατί πολύ απλά ό,τι και να να γράφει η ταυτότητα, εσύ θα είσαι πάντα το παιδί που σκέπαζαν γλυκά κάθε βράδυ. Κι αν μοιάζει καμιά φορά κακοπροαίρετη και εγωιστική η στάση τους, αν σκεφτείς πως βάζουν πάνω απ’ όλα τον εαυτό τους και ζηλεύουν το ταίρι, βάση της είναι η αγάπη τους για σένα. Πολλές φορές θέλουν να νιώθουν πως θα σε χάσουν και δεν βρίσκουν και τον καλύτερο τρόπο να σε κρατήσουν κοντά τους.

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.