Τον βλέπεις και νομίζεις ότι ακούς καμπανούλες και τιτιβίσματα πουλιών.

Σε ακουμπά και ανατριχιάζεις.

Σε φιλά και καρδούλες-παντού, τέλος παντων.

Βγαίνεις πρώτο ραντεβού, είσαι χαμηλών τόνων αλλά όχι σαν να ’χεις πιει το αμίλητο νερό, ανοιχτή στον διάλογο, αλλά όχι πολυλογού. Είναι βέβαιο ότι θες σαν τρελή να τον γνωρίσεις.
Βγαίνεις δεύτερο ραντεβού, κι ένα τυχαίο άγγιγμα σας σε ηλεκτρίζει μέχρι τον εγκέφαλο.
Βγαίνεις τρίτο, τέταρτο και πέμπτο. Την ιδρώνεις την φανέλα ή μάλλον το μπουστάκι, για να κρατήσεις τις ισορροπίες. Τον πλησιάζεις μόνο τόσο όσο χρειάζεται ακόμα – να μην σε νομίσει για εύκολη, να μην τα βρει όμως και σκούρα και φύγει με το κουβαδάκι του παραμάσχαλα για άλλη παραλία. Τα ‘κανες όλα σωστά, έπαιξες τέλεια τα χαρτιά σου, και κρατάς τον άσσο στο μανίκι για το επιδόρπιο.

Τι κάνεις όμως όταν μετά από καιρό που έχεις επενδύσει σε κάτι τόσο ωραίο, φτάνεις στο πολυπόθητο επιδόρπιο και το γλυκό έχει κόψει; Θα στο κάνω πιο λιανά: τι γίνεται όταν μετά από τρεις ορόφους που έχετε κουτρουβαλιαστεί από το πάθος σας που σας τυφλώνει, πέφτετε στο κρεβάτι και τελικά μάπα η τηγανίτα;

Για αρχή, τα ρίχνεις όλα στο άγχος της πρώτης φοράς, της πρώτης καλής εντύπωσης. Γενικά στην πρωτιά σας. Μια φορά, δυο φορές, τρίτη και φαρμακερή και κάπου εδώ αρχίζουνε τα «δεν ξέρω τι γίνεται, πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό» και συ να τρέχεις στο περίπτερο για τσιγάρα και στο φαρμακείο για lexotanil, και στον δρόμο όλο και να τριγυρίζει στο κεφάλι σου η ιδέα να μην ξαναγυρίσεις.

Ύστερα τρέχεις σε μάγισσες και χαρτορίχτρες, διαβάζεις από κοζμοπόλιταν μέχρι πάπυρος λαρούς, αγοράζεις τα πιο ακριβά και πολλά υποσχόμενα ματζούνια που ύστερα του τα πασάρεις για τσαγάκι του βουνού, και κάνεις νηστεία πολύ πριν τη Μεγαλοβδομάδα μπας και σε λυπηθεί ο πανάγαθος και τερματίσει το Γολγοθά σου, αλλά τζίφος.

Και μετά αρχίζεις να αναρωτιέσαι πού έφταιξες, και τα «γιατί σε μένα, θεέ μου» δίνουν και παίρνουν, όπως και το «μα τι λάθος κάνω» του Χαρούλη, που πλέον είναι μόνιμο ringtone στο κινητό σου.

Μα δεν έχεις μάθει ακόμα πως όλα είναι πολύ καλά –μέχρι την στιγμή που θα βρεις τον λάκκο στην φάβα– για να ’ναι αληθινά;

Καταρχήν ψυχραιμία, όσο είναι δυνατόν φυσικά. Κατά δεύτερον, δεν είσαι μόνη και ΣΙΓΟΥΡΑ δεν είσαι η μόνη!

Πόσες ακόμα εκεί έξω πνίγουνε τον καημό τους πάνω από κάποιο σουφλέ σοκολάτας με σύσσωμη την κοριτσοπαρέα σε έκτακτο συμβούλιο; Και δεν θα πω πως δεν είναι βαρύ το πλήγμα, να ‘χεις βρει το άλλο σου μισό, την αδελφή ψυχή σου και το κρεβάτι σας να μην αναστενάζει, να μην τρίζουνε οι σούστες! Κάτι σαν να ‘χεις βρει τον Mr Big και να μην μπορείτε να ‘χετε το happy end σας. Κρίμα. Μεγάλο.

Όπως και να το κάνουμε, όσο τέλειος και να είναι ο άλλος, ακόμα και ο πρίγκιπας με το άσπρο άλογο να ‘ναι σου λέω εγώ, η χημεία μεταξύ σας στο κρεβάτι είναι βασικό και σίγουρα δεν μπορείς να κάνεις για πολύ καιρό τα στραβά μάτια. Απλά σίγουρα όταν ο άλλος είναι το δέκα το καλό, το λουκουμάκι, το παίρνεις πιο βαριά όσο να ’ναι!

Φίλη, γι’ αυτό δε θέλω Μεγάλη Εβδομάδα να σε στενοχωρήσω άλλο, ούτε να σε κολάσω με τα –θου Κυριε φυλακήν τω στόματί μου– ακροβατικά της απέναντι, αλλά για την περίπτωσή σας δεν υπάρχει σωτηρία.

Αυτά τα πράγματα φαίνονται εξαρχής και δυστυχώς δύσκολα σηκώνει service το θεματάκι σας, εκτός αν μπαίνουνε στην μέση οι ψυχολογικοί παράγοντες, όπου εκεί είναι αλλουνού παππά ευαγγέλιο. Πάντως αν τον αγαπάς, και όταν είσαι μαζί του όλα είναι μέλι-γάλα, αξίζει μια προσπάθεια.

Κάνε την καρδιά σου πέτρα, ξέχνα για λίγο τα μεγάλα σχέδια σου για  ποικιλία στο κρεβάτι σας, και δείξε του ότι είσαι εκεί για εκείνον, για να τον ακούσεις και να το λύσετε μαζί.

Αν πάλι δεν βγάλει πουθενά όλο αυτό και «δεν έχεις χρόνο για άλλο πόνο» τότε πάρε τα μπογαλάκια σου και σε άλλο κανάρο!

Συντάκτης: Δήμητρα Τζελίνη