Πέρασαν οχτώ μήνες από εκείνη την ζαλισμένη νύχτα που σε είδα στο beach party.

Αύγουστος μήνας, το καλοκαίρι στο αποκορύφωμά του, και ‘συ εκεί ανάμεσα σε σπίθες και σκιές, να με κοιτάζεις. Κάτι πάνω σου έκανε το βλέμμα μου να κοντοσταθεί λιγάκι. Ρώτησα, έμαθα. Φίλος φίλου φίλης, και πάει λέγοντας δεν μου έκανε εντύπωση που βρέθηκες στην παρέα μας, εκείνο το καλοκαίρι είχε ασυνήθιστα πολύ νταβαντούρι το νησί, είχα μάθει σχεδόν όλα τα παρεάκια από τα γειτονικά νησιά. 

Κυλούσε το βράδυ και λίγο το κρασί λίγο η θάλασσα, λίγο εσύ. Οι ματιές-φωτιές, τα σφηνάκια να έρχονται το ένα μετά το άλλο, η μουσική να χτυπάει δυνατά, ένα με τους παλμούς μου. Μου έπιασες την κουβέντα για τις ομορφιές του νησιού, τις νοστιμιές της κουζίνας της γειτονικής ταβέρνας, την κατασκήνωσή μας, το πρόσωπό μου. 

Το καταλαβαίνεις φυσικά ότι δεν ήθελα και πολύ για να σε καψουρευτώ, το μόνο πρόβλημα ήταν ότι σε πέντε μέρες οι δρόμοι μας θα χωρίζονταν, το καλοκαίρι τελείωνε και κάθε κατεργάρης στον πάγκο του!

Δε μ’ένοιαζε και πολύ, ούτε με σταμάτησε αυτό, ήθελα να το ζήσω, κάθε χρόνο άκουγα τόσα και τόσα για τους καλοκαιρινούς έρωτες ήθελα να το γευτώ όσο κι αν κρατούσε, όπου κι αν μας πήγαινε.

Όταν ζεις κάτι χωρίς να το πολυσκέφτεσαι και να το ζορίζεις, το ζεις στο φουλ και μόνο τότε το τερματίζεις αληθινά. Έτσι και ‘γω μαζί σου. Θα εκμεταλλευόμουν κάθε λεπτό.

Οι μέρες κύλησαν γρήγορα με μένα υπνωτισμένη, δε με είχε απασχολήσει το μετά. Μέχρι το τελευταίο βράδυ. Σα να ξύπνησα από λήθαργο, πανικοβλήθηκα. Τι θα κάναμε τώρα, τι θα γινόταν με εμάς; Θα κρατούσαμε επαφή; 

Εσύ τι ήθελες, τι σκεφτόσουν, όταν με χάζευες; Οι απαντήσεις σου αινιγματικές, δε μου έδιναν και πολλές εγγυήσεις.

Είχες κάτι από την γοητεία του καλοκαιριού, το φιλί σου πάντα καυτό κι αλμυρό, αλλά δεν ήταν μόνο αυτός ο λόγος που ήθελα να σε βλέπω κάθε μέρα.

Δεν ανταλλάξαμε ποτέ τηλέφωνα, ούτε λογαριασμούς στο facebook, χαθήκαμε συνειδητά αλλά δώσαμε το ραντεβού μας για φέτος.

Δεν ξέρω αν θα ‘σαι μόνος ή με άλλη παρτενέρ, δεν ξέρω αν θα νιώσουμε ξανά την ίδια έλξη, δεν ξέρω καν αν τελικά θα έρθεις.

Ξέρω μόνο ότι ο χειμώνας που μόλις πέρασε, άφησε επάνω μου τη μυρωδιά σου. Και γι’αυτό θα έρθω.

Συντάκτης: Δήμητρα Τζελίνη