Το κλάμα ως μορφή έκφρασης μάλλον δύσκολα θα απενοχοποιηθεί ριζικά απ’ τις ζωές μας. Απ’ τις πρώτες ατάκες που ακούμε κατά κόρον ως παιδιά είναι οι τύπου «μην κλαις», «πάλι κλαις», «γιατί κλαις». Λες και το θες που σου συμβαίνει ή μπορείς να κατεβάσεις διακόπτες και να το σταματήσεις.

Μεγαλώνουμε λοιπόν με μια αντίληψη ότι απαγορεύεται να βάζουμε τα κλάματα, πόσο μάλλον μπροστά σε κόσμο. Απ’ το σχολείο ακόμη, θυμάμαι δακτυλοδεικτούμενα τα παιδάκια που έκλαιγαν λίγο πιο εύκολα ή πιο έντονα, με τη ρετσινιά του «κλαψιάρικου» να τα στοιχειώνει επί σειρά ετών.

Δε θα κάνω παρά μια μικρή υπενθύμιση για το διαχωρισμό των δύο φύλων, όπου το κλάμα είναι ειδοποιός διαφορά μεταξύ τους, με τους μεν άνδρες να μην τους επιτρέπει η τεστοστερόνη τους να ρίξουν ούτε δάκρυ, τις δε γυναίκες ως εκ γενετής ευαίσθητα πλάσματα να πλαντάζουν με το παραμικρό.

Ας το πάρουμε όμως απ’ την αρχή. Τα δάκρυα είναι τρόπος έκφρασης του συναισθηματικού μας κόσμου μια συγκεκριμένη στιγμή. Χαρά, συγκίνηση,πόνος, θλίψη, υπερένταση, νεύρα, θυμός, όλα αποτυπώνονται ολοκάθαρα στα μάτια μας κάθε φορά που δακρύζουμε. Είναι μια αντίδραση του οργανισμού μας -βιολογική πρώτα απ’ όλα- που μας επιτρέπει να δείξουμε πώς νιώθουμε, μ’ έναν τρόπο που καταλήγει ανακουφιστικός και λυτρωτικός.

Και γιατί να μην κλάψεις από άπλετη χαρά και ρίγη συγκίνησης; Όταν περνάς στο Πανεπιστήμιο και οι πάντες σε συγχαίρουν για την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλες, η οποία όμως απέδωσε καρπούς. Στην ορκωμοσία του κολλητού που επιτέλους παίρνει πτυχίο και ξεκινάει την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Όταν παντρεύεται η καλύτερη σου φίλη και γίνεσαι κουμπάρος ή όταν βαφτίζει το παιδί της και γίνεσαι νονός.

Όταν σε ενημερώνει το αφεντικό σου για την πολυπόθητη προαγωγή σου μετά από μια εξαιρετικά φορτισμένη μέρα στο γραφείο. Όταν γυρνάς σπίτι εξαντλημένος και σου έχουν ετοιμάσει πάρτι-έκπληξη εκείνα τα καλόπαιδα οι κολλητοί σου, που τους θεωρείς μετά από τόσα χρόνια δεύτερη οικογένεια.

Ή όταν δέχεσαι πρόταση γάμου απ’ τον καλό σου ένα συνηθισμένο σαββατόβραδο που απλώς μείνατε μέσα. Αντίστροφα, γιατί όχι, όταν κάνεις εσύ την πρόταση και βλέπεις τον άνθρωπό σου να τα ’χει χαμένα, παρά ταύτα να απαντά θετικά, επιβεβαιώνοντας ότι θέλει να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του μαζί σου. Στο κάτω-κάτω και χωρίς να χρειάζεσαι ιδιαίτερες αφορμές, γιατί να μην κλάψεις με μια δραματική ταινία ή με μία άκρως ρομαντική; Είναι αναφαίρετο δικαίωμά σου σε κάθε περίπτωση.

Απ’ την άλλη πλευρά, κι επειδή δυστυχώς δεν είναι πάντοτε αιτία τα χαρούμενα συναισθήματα που ξεσπάμε σε κλάματα, υπάρχουν και τα δάκρυα που εκκρίνουμε από πόνο, λύπη κι αγανάκτηση. Είναι δυνατόν να μην κλάψεις όταν φύγει απ’ τη ζωή ένας στενός σου συγγενής ή φίλος; Ή το αγαπημένο σου κατοικίδιο; Όταν χωρίσεις μετά από μια πολυετή ή όχι σχέση, αν χάσεις τη δουλειά σου ξαφνικά ένα πρωί, όταν απλώς μέσα στην καθημερινότητά σου, κατά λάθος κοπείς βαθιά ή τραυματιστείς σοβαρά; Σε ποια απ’ τις προαναφερόμενες περιστάσεις, το λιγότερο δε θα δακρύσεις;

Ξεκάθαρα το κλάμα είναι λύτρωση. Έχει καθαρτήρια χροιά και σε βοηθά ν’ αποφορτιστείς απ’ την όποια έντονη, συναισθηματική κατάσταση. Επιστημονικές μελέτες υποστηρίζουν μάλιστα ότι το κλάμα όχι μόνο ανακουφίζει, αλλά σαν μηχανισμός αντίδρασης ενισχύει το ανοσοποιητικό μας σύστημα και μειώνει τα επίπεδα άγχους του οργανισμού. Περιέχει δε, μαγγάνιο, ένα ιχνοστοιχείο που απελευθερώνεται κάθε φορά που δακρύζουμε, το οποίο βελτιώνει σημαντικά τα επίπεδα της διάθεσής μας επαναφέροντάς τη σε φυσιολογικά επίπεδα μετά την όποια διαταραχή εξαιτίας έντονης χαράς ή λύπης.

Μη φοβηθείς καθόλου να εκφράσεις τα συναισθήματά σου με δάκρυα. Δεν είναι ντροπή, σημάδι αδυναμίας, ανωριμότητας ή κατωτερότητας. Δοκίμασε ν’ αφεθείς, παραμέρισε τις προκαταλήψεις, άσε τα στημένα για τα μάτια του κόσμου κι εξωτερίκευσε αυτό που σου συμβαίνει στο έπακρο. Δεν είσαι από ατσάλι ούτε από πέτρα. Δεν είσαι άγαλμα ούτε πλαστική κούκλα. Μπορείς να ξεσπάσεις ανενόχλητα, να ξεγυμνωθείς άφοβα, να τσαλακωθείς χωρίς δεύτερη σκέψη.

Έφαγες τα μούτρα σου, προδόθηκες, γκρεμοτσακίστηκες, με γεια σου με χαρά σου. Βγάλτο από μέσα σου, δώστου να καταλάβει. Μη βιαστείς να σκουπίσεις τα μάγουλα, να κρύψεις τα μάτια ή να γυρίσεις την πλάτη απ’ την άλλη. Σου συνέβη κάτι μαγικό, κάτι δίχως προηγούμενο, μια ανείπωτη χαρά που δεν περιγράφεται με κανέναν άλλο τρόπο; Παράτα στην άκρη τις δηθενιές, τους καθωσπρεπισμούς και τις άμυνες, παραδώσου κι άφησε δύο δάκρυα να κυλήσουν αβίαστα, τιμής ένεκεν.

Επίσης, για να επιστρέψουμε στην αρχική νύξη περί φύλων, στην τοποθέτηση πως «οι άντρες δεν κλαίνε», να επισημάνουμε ότι τα ανδρικά δάκρυα είναι βεβαίως αρκετά αρρενωπά, όπως και πιο σπάνια, ωστόσο υπάρχουν. Αντιστοίχως, οι γυναίκες δεν έχουν στην τσέπη το δάκρυ όπως κυκλοφορεί διαχρονικά σαν πεποίθηση, απλώς γι’ αυτές είναι μάλλον πιο εύκολος τρόπος εκτόνωσης της συναισθηματικής τους κατάστασης το κλάμα. Δεν έχει νόημα να μιλάμε, επομένως, για χαρακτηριστικό γνώρισμα ανδρικό ή γυναικείο, αλλά απλώς ανθρώπινο.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο κι ειλικρινές, απ’ το να έχεις το θάρρος να εκδηλώνεσαι ανοιχτά για καθετί που ταράζει ευχάριστα ή δυσάρεστα το συναισθηματικό σου κόσμο και να μην το καταπίνεις, καταπιέζοντας τον εαυτό σου και φυλακίζοντάς το μέσα σου. Δεν φαντάζεσαι πόσο ξαλαφρωμένος θα νιώσεις, πόση δύναμη θα πάρεις, πόσο γαλήνια θα αντικρίσεις το είδωλό σου στον καθρέφτη, αν απελευθερωθείς κι εξωτερικεύσεις την ορμή και την ένταση που νιώθεις εκείνη τη στιγμή προς τα έξω.

Ακόμη να πειστείς;

Συντάκτης: Κάτια Σκίτσου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου