Ο Μίλαν Κούντερα έχει πει: «Η στιγμή που γεννιέται ο έρωτας: Η γυναίκα δεν αντιστέκεται στη φωνή που καλεί την τρομαγμένη της ψυχή, ο άντρας δεν αντιστέκεται στη γυναίκα που η ψυχή της ξέρει να προσέχει τη φωνή του.» Oυτοπικό κι όχι για τρομερά σύνθετους λόγους, που φυσικά υπάρχουν κι αυτοί στο σενάριο, αλλά τις περισσότερες φορές είναι πιο απλοί. Διαθέτοντας σχεδόν όλοι μας συναισθηματική νοημοσύνη, έχουμε αναρωτηθεί πολλές φορές στη ζωή μας γιατί ενώ αγαπάμε κάποιον φτάνουμε να πληγωθούμε. Όταν αγαπάς κάποιον τότε πληγώνεις και πληγώνεσαι λέμε, κι είναι μια ατάκα που παίζει συχνά σε θέματα συναισθημάτων και σχέσεων. Πάντα ο ένας αγαπάει περισσότερο ή λιγότερο από τον άλλον, πάντα ο ένας έχει περισσότερα παράπονα και πάει λέγοντας το γαϊτανάκι της σχέσης. Για αμοιβαιότητα ούτε λόγος.

Κι αλήθεια πώς θα μας φαινόταν αν ερχόταν κάποιος και μας έλεγε πως υπάρχει τρόπος ώστε ν’ αγαπάμε χωρίς να πληγωνόμαστε; Φαντάζει απίστευτο! Κι όμως υπάρχει τρόπος κι ονομάζεται «Κάν’ το όπως ο σκαντζόχοιρος!». Αυτό το μικρό αγκαθωτό θηλαστικό, παρουσιάζει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά με βάση τις ανάγκες του και τις προτιμήσεις του. Οι σκαντζόχοιροι δείχνουν μεγάλη αγάπη στον ζεστό καιρό κι ενώ στην ουσία αντιπαθούν το κρύο, έχουν βρει έναν τρόπο να μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν σ’ αυτό. Στριμώχνονται ο ένας κοντά στον άλλον σαν να γίνονται μια μεγάλη αγκαλιά κι έτσι μπορούν και παραμένουν ζεστοί. Το πρόβλημά τους, όμως, είναι τ’ αγκάθια τους, καθώς μπορεί να τρυπήσει ο ένας τον άλλον και να τον πληγώσει. Έτσι, απομακρύνονται πριν νιώσουν τον οξύ πόνο και πλησιάζονται ξανά όταν αισθανθούν πάλι κρύο.

 

 

Μεταφορικά, η παραπάνω συσχέτιση μπορεί να εμφανιστεί και στις σχέσεις μας. Ξεκινώντας από το ότι όλοι μας έχουμε την επιθυμία να νιώθουμε ότι μας αγαπάνε- όλοι έχουμε ανάγκη από ζεστασιά. Όχι όμως μόνο να μας αγαπάνε, αλλά να συμβαίνει αυτό χωρίς να πληγωνόμαστε. Θα έλεγε κανείς πως ό,τι συζητάμε τελικά, σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με την οικειότητα που νιώθουμε στις σχέσεις μας και το κατά πόσο είναι καλή για εμάς τους ίδιους. Αν δηλαδή αγαπάμε τον άλλον επειδή τον ξέρουμε, ή αν επειδή τον ξέρουμε, τον αγαπάμε. Στη δεύτερη περίπτωση είναι σαν να αποδεχόμαστε ότι θα πληγωθούμε, οπότε η οικειότητα δρα με τον λάθος τρόπο.

Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ και ο Ζίγκμουντ Φρόιντ σχεδόν παράλληλα ξεκίνησαν να μελετούν τις επιδράσεις της οικειότητας, την έντονη ανάγκη για κοινωνικότητα κι αποδοχή μέσω του παραδείγματος των σκαντζόχοιρων και το συμπέρασμα που προέκυψε ήταν το εξής: «Η οικειότητα αργά ή γρήγορα φθείρει οποιαδήποτε σχέση και τους ανθρώπους μέσα σε αυτή.» Αυτό λοιπόν μεταφράζεται ως εξής. Όσο καλή θέληση κι αν υπάρχει είναι δεδομένο πως θα υπάρξει συναισθηματική βλάβη από την οικειότητα που με τη σειρά της θα οδηγήσει σε αρνητικά συναισθήματα, σε φόβο να δημιουργήσει κάποιος νέες σχέσεις ή τη ρηχότητα αυτών. Εκεί λοιπόν έρχεται η επιστήμη να μας μιλήσει για το “sweet spot”. Στο άρθρο “Less is more: The Lure of Ambiguity or why Familiarity Breeds Contempt” οι καθηγητές Norton, Frost και Ariely αναφέρουν πως αποδεδειγμένα πλέον η οικειότητα γεννά περιφρόνηση. Επίσης, πως όσο μεγαλύτερη πρόσβαση έχουμε σε πληροφορίες για τον άλλον, τόσο μικρότερη γίνεται η προτίμησή μας προς αυτόν.

Είναι κοινά αποδεκτό πως έχουμε ανάγκη από αγάπη κι εγγύτητα. Ο αστάθμητος παράγοντας που είναι ο φόβος, μάχεται με αυτή την ανάγκη μας καθώς έχουμε, λανθασμένα πολλές φορές, την εντύπωση πως θα πληγωθούμε αν πλησιάσουμε πολύ τον άλλον. Κάτι το οποίο φυσικά αναιρείται αν στο πλαίσιο μιας σχέσης διατηρήσουμε στο ακέραιο ή έστω στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα στοιχεία του χαρακτήρα μας. Αποδεχόμενοι αυτό που είμαστε, έχοντας αποδεχτεί και τον άλλον όμως, διατηρώντας ειλικρίνεια κι αυθορμητισμό, καλλιεργώντας την αμοιβαία εμπιστοσύνη με τον σύντροφό μας αλλά έχοντας οριοθετήσει τον προσωπικό μας χώρο και χρόνο τόσο εμείς όσο κι ο άλλος.

Είναι μια διαδικασία καθόλου εύκολη, αλλά ο μοναδικός ίσως τρόπος να διατηρήσουμε την ταυτότητά μας μέσα στη βιωσιμότητα της σχέσης μας. Και μπορεί στην αρχή να φαίνεται λίγο περίεργο αλλά οι μικρές αποστάσεις δημιουργούν μια μεγάλη ισορροπία. Οι σκαντζόχοιροι το κάνουν ενστικτωδώς κι άλλωστε το ένστικτο είναι αλάνθαστο· αρκεί να το ακούς. Κι ίσως κάπου εκεί μπορέσεις να ψιθυρίσεις:

«Στη νύχτα που καταλάβαμε ο ένας τον άλλον χωρίς να πούμε λέξη. Στη νύχτα που έπαψα να μεταφράζω τις σιωπές.»

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ειρήνη Αγρίτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου