Πόσο ιδανικό σου ακούγεται να είχαμε την επιλογή ολικής επανεκκίνησης του εγκεφάλου μας; Να ήμασταν δηλαδή κατασκευασμένοι έτσι ώστε να μπορούσαμε να κάνουμε hard reset. Να διαγράφονταν όλα από τη μνήμη μας, να ξεκινούσαμε ξανά από την αρχή ό, τι θέλαμε. Να είχαμε τη δυνατότητα να διορθώσουμε τυχόν λάθη μας. Σαν αυτό που λέμε, «να μπορούσα να γύριζα το χρόνο πίσω», χωρίς να γυρίζεις κανέναν χρόνο πίσω. Απλά πατώντας ένα κουμπί ή κάνοντας μια λειτουργία, να σβήνονται όλα από τη μνήμη σου. Να ξεχνούσες τα πάντα, από το πώς γνώρισες έναν άνθρωπο μέχρι το πόσο άσχημα τελείωσε το μεταξύ σας.

«Και να το ξαναζούσα, τα ίδια λάθη θα έκανα» κι άλλες μεγάλες κουβέντες που λες εκ του ασφαλούς, γιατί ποτέ δεν ξέρεις κι από τη στιγμή που δεν ξέρεις πώς θα αντιδρούσες, τα λόγια είναι κούφια κι έτσι θα παραμείνουν. Θα είχες αλλά δεδομένα, σαφώς κι αλλά αποτελέσματα. Κι αν όντως κάναμε τα ίδια λάθη ξανά και ξανά τότε ίσως να είναι το μόνο σωστό που θα κάναμε. Ξέρεις, ο ανθρώπινος εγκέφαλος συνηθίζει πολύ εύκολα σε κάτι, έτσι, αν κάνοντας ξανά και ξανά κάτι, έστω κι ας είναι λάθος, το μεταφράζει σε σωστό απλά και μόνο από την επανάληψη. Γι’ αυτό σου λέω, σκέψου αυτό το υπέροχο κουμπάκι, ίσως να υπήρχε κάπου κοντά στη μασχάλη, ή στον αυχένα. Θα το πετούσαμε μόνο αν ήμασταν εκατό τοις εκατό σίγουροι κι όχι κάθε τρεις και λίγο. Ή ακόμα καλύτερα για να έχουμε μετρό και σύνεση για τη χρησιμότητά του, να είχαμε πλαφόν.

Τέσσερα, για παράδειγμα, μου ακούγεται λογικός αριθμός πατημάτων του κουμπιού για ολική επαναφορά της μνήμης. Μιλάμε για ξεσκαρτάρισμα κανονικό. Ας έμεναν απλά και μόνο οι βασικές πληροφορίες, μην ήμασταν και σαν χαζοί 25αριδες  (βάλε κάτι) που δεν ξέρουνε πού πάνε και πού πατάνε, με το βλέμμα τους κάπου χαμένο και κενό. Όχι, όχι. Κενές αναμνήσεις από συγκεκριμένα άτομα, αυτή θα ήταν η λειτουργία του κουμπιού αυτού. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.

Σκέψου, ότι ξέροντας πως υπάρχει μια τέτοια λειτουργία σε κάθε άνθρωπο, ίσως και να μην επιλέγαμε να πατήσουμε και ποτέ το κουμπί αυτό. Ίσως να συμβιβαζόμασταν με τις ήδη υπάρχουσες καταστάσεις και γελούσαμε σε μια τέτοια χαζή, σαχλή χρησιμότητα που μας προσφέρει το κουμπί. Ίσως να τα κάναμε όλα σωστά και κάθε φορά να σκεφτόμασταν ότι τα τέσσερα πατήματα είναι λίγα και δε χρειάζεται να ξοδέψουμε τώρα το ένα απ’ αυτά. Όλα είναι όμως υποθέσεις, τίποτα δεν πρόκειται να γίνει.

Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, το μόνο που μπορούμε να βάλουμε καλά στο μυαλό μας, να καταλάβουμε απόλυτα, είναι πως δε θα ήμασταν ευχαριστημένοι ακόμα κι αν υπήρχε αυτό το button. Τώρα μας ακούγεται υπέροχο κι ιδανικό, μα αν το είχαμε θα το θεωρούσαν βλακεία, ίσως να λέγαμε «Οι επιλογές μου ήταν, γιατί να τις διαγράψω;». Άλλωστε όταν φύγει ένας άνθρωπος από εμάς ή εμείς φύγουμε απ’ αυτόν, όταν πάψουμε να το βλέπουμε μόνο τις αναμνήσεις μας έχουμε για να τον θυμόμαστε, να τον νοσταλγούμε. Ποιος ξέρει. Το θέμα είναι, αν εσύ είχες ένα τέτοιο κουμπί, θα το πατούσες;

 

Συντάκτης: Δήμητρα-Μαρία Κοσμά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου