Αν μου ζητούσε κανείς να περιγράψω το αγαπημένο μου κομμάτι μιας ερωτικής σχέσης, τότε αναμφίβολα θα διάλεγα να μιλήσω για την αρχή· το στάδιο εκείνο στο οποίο χαζολογάς με τον άλλο νυχθημερόν, το πρωί που ξυπνάς διαβάζεις τα μηνύματα που ανταλλάξατε το βράδυ και χαμογελάς σαν ηλίθιος, που ‘σαι μόνιμα άυπνος αλλά «σιγά, μωρέ», το σημείο αυτό που συνειδητοποιείς ότι την πάτησες, αλλά σχεδόν δε σε νοιάζει, καθώς μπροστά σου πιστεύεις πως έχεις την εξαίρεση στον κανόνα και, τέλος πάντων, μιλάω για το διάστημα εκείνο που κι οι δύο πλευρές δείχνουν την καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους εν αναμονή του πρώτου φιλιού/ραντεβού/κρεβατιού ή οποιασδήποτε άλλης πρωτιάς θεωρεί ο καθένας σημαντική.

Επειδή μόλις συμβούν όλα αυτά, ποτέ δεν ξέρεις ποια θα ‘ναι η εξέλιξη· οι δύο αυτοί άνθρωποι είτε θα ‘ρθουν πιο κοντά, εκδοχή σωστή φαντασμαγορία, που σημαίνει πως ταίριαξαν ή πως θέλουν να ταιριάξουν σε όλα, είτε θα απομακρυνθούν τελείως, καθώς μάλλον κάπου αντιλήφθηκαν αμφότεροι πως το γλυκό δεν πρόκειται να δέσει, είτε –στη χειρότερη (και συχνότερη) περίπτωση– θα αρχίσουν τα μπερδέματα, αφού ο ένας απ’ τους δύο, γουστάρει-δε γουστάρει (άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου) θα ξεκινήσει τις περίεργες συμπεριφορές και τα mind games, κάνοντας την άλλη πλευρά να χάνει όχι μόνο τον ύπνο της αλλά και τα λογικά της.

Το κάνουν αυτό μερικοί άνθρωποι, ξέρεις, είναι εκεί απλά και μόνο για το thrill της αρχής· τους ντοπάρει το άγνωστο, γι’ αυτό και παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, φέρονται ολόσωστα, διαβάζουν τον συνομιλητή τους, του λένε αυτά που θέλει να ακούσει, είναι σαγηνευτικοί και σπάνιοι, με τη διαφορά ότι είναι για λίγο, καθώς όπως οι θεατρικές παραστάσεις διαρκούν για ορισμένο χρονικό διάστημα, για τόσο λίγο κρατάνε κι οι προβαρισμένες συμπεριφορές.

Θα σε κυνηγήσουν, λοιπόν, θα νομίζεις για καιρό πως θέλετε τα ίδια πράγματα, θα σε κάνουν να νιώσεις ξεχωριστός, αλλά, πρόσεχε, όλα αυτά μέχρι να τους δείξεις πως έχεις αρχίσει να πέφτεις, πως πας να τους νοιαστείς, πως τους θεωρείς κι εσύ το ίδιο ξεχωριστούς κι υπέροχους. Όταν τους δώσεις να καταλάβουν ότι νίκησαν, η παρτίδα τους μοιάζει να χάνει πια το ενδιαφέρον της κι αποτραβιούνται.

Στο σημείο αυτό, λοιπόν, γίνονται άλλοι και μένεις εσύ να αναρωτιέσαι τι στο διάολο έκανες κι αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν έτσι ριζικά τη στάση τους απέναντί σου. Κατά πάσα πιθανότητα δεν έκανες τίποτα πέρα απ’ το να τους δείξεις πως το ενδιαφέρον είναι αμοιβαίο, οπότε μη σκας, το πρόβλημα είναι καθαρά δικό τους. Μπορεί απλά η ιντερνετική ή η real life καβλάντα να ‘ναι το χόμπι τους, μη σου φαίνεται περίεργο, ίσως είναι από εκείνους που θεωρούν το πλησίασμα εν δυνάμει αδυναμία, ίσως είναι τόσο υπερόπτες που παίρνουν πάνω τους το ενδιαφέρον σου και ξαφνικά σε υποτιμούν και σε θεωρούν ένα απ’ τα δεδομένα τους ή, στην καλύτερη περίπτωση, (ας κάνω λιγάκι και τον δικηγόρο του διαβόλου) είναι απλά καχύποπτοι απέναντι στο πραγματικό ενδιαφέρον και μην μπορώντας να το διαχειριστούν, κάνουν πέντε βήματα πίσω -μη γίνει καμιά μαλακία κι επενδύσουν σ’ εσένα, χάνοντας την πολύτιμη βολή τους.

Κι εκεί που μιλούσατε μερόνυχτα, λοιπόν, στα ξαφνικά γίνεσαι δευτερευούσης σημασίας, ξεχνάνε να απαντήσουν στα μηνύματά σου, έχουν «πολλή δουλειά» ή είναι «κουρασμένοι», έχουν «να ξυπνήσουν το πρωί» κι άλλα τέτοια κλισέ εικονογραφημένα. Χρυσώνεις κι εσύ το χάπι στον εαυτό σου και λες πως έτσι θα ‘ναι,  κι ας τρώγεσαι με τα ρούχα σου επειδή το ένστικτό σου βαράει συναγερμούς  κι εσύ επιλέγεις να του βάζεις σιγαστήρα.

Α, και μην κάνεις τον κόπο να τους επισημάνεις πως άλλαξαν, θα σε βγάλουν τρελό. Ναι, αυτό είναι πάντα το καλύτερο κομμάτι, το πιο ευρηματικό, εκεί που δίνουν τα τελευταία τους υποκριτικά ρέστα, το σημείο που με έκπληκτο βλέμμα θα σε βαφτίσουν γκρινιάρη, παράλογο, θα σε πείσουν πως βλέπεις φαντάσματα, μέχρι να σε αναγκάσουν να φύγεις (με δική σου ευθύνη, ξέρεις) και να ξαναγυρίσουν στη ρουτίνα που τόλμησες να διαταράξεις.

Να σου πω κάτι; Καμία δικαιολογία μη δέχεσαι, καθώς οι άνθρωποι που τις λένε, συνήθως υποτιμάνε κι εσένα και τη νοημοσύνη σου, οπότε άδικος κόπος. Δειλοί είναι κατά πάσα πιθανότητα, μην παίζεις το παιχνίδι τους, φαντάζομαι έχεις και σοβαρότερα πράγματα να κάνεις στη ζωή σου απ’ το να κατηγορείς τον εαυτό σου πως δεν ήταν αρκετός. Δεν είναι κακό να μην ενδιαφέρεται πλέον κάποιος απ’ τους δύο για τον χ ή τον ψ λόγο, είναι ανθρώπινο. Είναι, όμως, πολύ κακό να παίζει κανείς με το μυαλό σου προσπαθώντας να σε πείσει πως η όλη αλλαγή είναι αποκύημα της φαντασίας σου, είναι εξαιρετικά ανήθικο να πάει κάποιος να σε βγάλει απ’ το comfort zone σου απλά για να αποδείξει τη δύναμή του πάνω σου και τέλος, είναι το χειρότερο όλων να νιώθει πράγματα, αλλά να υψώνει μπροστά του ντουβάρι για να μη ρίξει τα μούτρα του και σου πει «είμαι ερωτευμένος μαζί σου, αλλά έχω να εμπιστευθώ απ’ το δημοτικό και φοβάμαι», «μου λείπεις, αλλά ξέρω πως αν σου δείξω αδυναμία θα το εκμεταλλευτείς», «προτιμώ να σε πληγώσω πριν το κάνεις εσύ σ’ εμένα», αλλά τι σου λέω τώρα για ωμή ειλικρίνεια σε καιρούς ψέματος, αυτά είναι πράγματα ουτοπικά.

Τρομάζει το πραγματικό ενδιαφέρον, εκείνο το ατόφιο, το χωρίς κόλπα και δήθεν αδιαφορίες, η αλήθεια να λέγεται, αλλά αν σε ερωτευτεί κάποιος και τολμήσει να σου το δείξει έστω και δειλά, μην το πάρεις αψήφιστα, ήθελε θάρρος για να το κάνει. Αν τα συναισθήματά σας δεν ταυτίζονται ή εσύ δεν μπορείς να  διαχειριστείς κάτι στην όλη ιστορία, κανένα πρόβλημα, απλά ξεκαθάρισέ του το.  Μίλα ανοιχτά, πες του τι σου φταίει κι άσε τον να πάει στο καλό, χωρίς να αναρωτιέται. Αν πάλι σου αρέσει, σταμάτα το κρύο-ζέστη και βούτα σε αυτό που νιώθεις, επειδή οι ευκαιρίες εμφανίζονται μία φορά κι είναι κρίμα να χάσεις την ευτυχία μέσα απ’ τα χέρια σου για χαζοφόβους, παλιές πληγές και ψωροεγωισμούς.

Τα παιχνίδια μυαλού, θυμήσου, εξιτάρουν για λίγο, ξενερώνουν όμως για πολύ, κι αν είναι να θεωρήσεις κάτι δεδομένο στις ανθρώπινες σχέσεις αυτό ας μην είναι το ενδιαφέρον κάποιου, αλλά το γεγονός πως αυτό είναι πάντα δανεικό.

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη