Χωρίζει ο κολλητός, τρώει χυλόπιτα η ξαδέρφη, παίρνει διαζύγιο ο συνάδελφος κι εμείς τρέχουμε να παρηγορήσουμε, να σκουπίσουμε τα δάκρυα, να ακούσουμε τα βρισίδια, το θυμό, τον πόνο, την οργή, την πίκρα. Σαν να μην είναι αρκετά φαντασμαγορικά όλα αυτά από μόνα τους, θέλουμε να δώσουμε μία σπρωξιά ανακούφισης παύλα ανύψωσης του εγωισμού κι έτσι ξεστομίζουμε το πολύ-ειπωμένο «Μη σκας, αυτός χάνει!». Αρχικά, να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή είναι η εύκολη λύση, η πιο βολική ατάκα να ειπωθεί και να κάνεις τον άλλον να νιώσει καλύτερα, ανώτερος και σπουδαιότερος. Γιατί τις περισσότερες φορές ο έρωτας γίνεται ένα παιχνίδι υπεροχής. Ποιος θα φανεί πιο δυνατός, πιο ισχυρός, ανώτερος από τον άλλον. Λες και αυτή είναι η ουσία του έρωτα και στο τέλος κερδίζει ο μεγαλύτερος εγωιστής. Συγχαρητήρια, κερδίσατε τον εγωισμό σας και χάσατε την ευκαιρία να αγγίξτε τον έρωτα!

Ο περίγυρος που δε θέλει να μπλέξει σε βαθυστόχαστες συζητήσεις και ουσιαστικές αναλύσεις, ψάχνει αγωνιωδώς να βρει και να πει όλα εκείνα που θα ανακουφίσουν την πληγωμένη ψυχή απέναντί του. Δεν ξέρω όμως αν έγινα σαφής, αλλά δε μας ενδιαφέρει ποιος θα νιώσει γρηγορότερα ικανοποίηση για τον εαυτό του και το χαμένο ηθικό του.

Είμαι σίγουρη ότι λέγοντας αυτήν την κουβέντα, όλοι μας πιστεύουμε ότι πράγματι ο άλλος άνθρωπος έχασε που δε σε επέλεξε, αφού έχασε την ευκαιρία να σε γνωρίσει, να συναναστραφεί και να περάσει ερωτιάρικες στιγμές μ’ έναν φανταστικό τύπο σαν εσένα. Ο καθένας στα μάτια του εαυτού του και των φίλων του, ενδεχομένως φαντάζει ιδανικός σύντροφος. Αλλά όταν λέμε με τόση ευκολία πως «αυτός έχασε» σημαίνει αυτόματα δύο πράγματα, πρώτον ότι ο άνθρωπος που παρηγορούμε αυτήν τη στιγμή είναι τόσο γαμάτος και δεύτερον ότι ο άλλος που αποχώρησε δεν είχε και τίποτα σπουδαίο να δώσει. Κι έρχομαι εγώ τώρα να θέσω το ερώτημα φωτιά, αν ο ένας είναι φοβερός και ο άλλος δεν είχε τίποτα να δώσει, τότε γιατί κλαίμε και δεν ανοίγουμε σαμπάνιες ρε παιδιά; Γιατί ασχολούμαστε τόσο πολύ με το να υποτιμήσουμε τον άλλον κι έτσι να εξυψωθούμε εμείς, ο φίλος, ο αδελφός, ο συνάδελφος;

Δε χάνει τίποτα λοιπόν ο άλλος άνθρωπος από κάποιον που απλά δεν του ταιριάζει, δεν τον γουστάρει, δε θέλει να τον βλέπει κάθε μέρα. Μπορεί να είναι πολύ ωραίο τυπάκι και να μοιάζει κατάλληλος σύντροφος, αλλά για κάποιον άλλον. Ε, δεν ταιριάζουμε όλοι με όλους κι ευτυχώς δηλαδή. Οπότε για την περίπτωση του ανθρώπου που μπορεί να αναγνωρίζει ότι είσαι ένας ωραίος άνθρωπος μέσα κι έξω, αλλά γι’ αυτόν δεν περνάς στην επόμενη φάση, δεν ταιριάζουν ούτε δράματα, ούτε «πατ-πατ», ούτε δράσεις και φράσεις υπενθύμισης της υπεροχής του.

Υπάρχει βέβαια και η άλλη περίπτωση που πράγματι κάποιος χάνει σ’ αυτήν την αλληλεπίδραση, αλλά αυτός είναι ο έρωτας στην περίπτωσή μας. Είναι μερικοί άνθρωποι που μόλις διακρίνουν έναν άνθρωπο που θα τους ξεκλειδώσει απ’ τα καλά αμπαρωμένα κουτάκια τους, που θα πάψουν οι θεωρίες τους να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα, που θέλουν να ζήσουν και το θέλουν τώρα. Μόλις δουν λοιπόν έναν τέτοιον άνθρωπο, τρέχουν όσο πιο μακριά γίνεται. Κυριαρχεί ο φόβος, μην τυχόν και νιώσουν πιο πολύ απ’ αυτό που έχουν συνηθίσει, μην τυχόν και μετακινηθούν τα όριά τους, μην τυχόν και τους συμβεί κάτι για το οποίο δεν προετοιμάστηκαν αρκετά.

Όταν δύο τέτοιοι άνθρωποι συναντηθούν μεταξύ τους και τελικά οπισθοχωρήσουν κι έρθει η ρήξη, πάλι δε χάνει κανείς τους. Γιατί και οι δύο πρωταγωνιστές μας, έχουν μάθει να ζουν με αυτόν τον τρόπο. Τρέχουν και οι δύο με χίλια, αλλά σε διαφορετικές κατευθύνσεις και τελικά δε συναντιούνται ποτέ. Ο ένας επιλέγει να ζει στην ασφάλεια και στα στεγανά του, χωρίς αυτό να είναι ενοχλητικό πάντα και ο άλλος να ζει την περιπέτεια και την ελευθερία των επιλογών του, χωρίς να ‘ναι κατακριτέο ούτε αυτό, αφού ακολουθούν τις συνειδητές επιλογές τους. Θα ήταν ανούσια η όποια ένωσή και συνύπαρξή τους, αν σκοπεύουν να παραμείνουν αμετακίνητοι στη θέση τους. Κι αν εκείνοι δε χάνουν κάτι γιατί δεν έψαχναν αυτά τα σπουδαία που έχει φυλαγμένα ο καθένας τους, τί γίνεται όμως με τον έρωτα;

Ωραία η σιγουριά, η ασφάλεια, η ηρεμία, μα ο έρωτας δεν αναπνέει με αυτά και στερείτε εκτός από οξυγόνο και στιγμές. Από εκείνες που δοξάζουν το όνομά του και δεν το καταριόμαστε, από εκείνες που αξίζει να ζει κανείς, όσες φορές και αν έχει σπάσει τα μούτρα του. Οι άνθρωποι τρέχουμε συνεχώς να προλάβουμε όλα εκείνα που δε γεμίζουν τελικά την ψυχούλα μας και στο τέλος της ημέρας αγκαλιάζουμε τους φόβους και τις ανησυχίες μας, αντί για τον άνθρωπό μας. Ο φόβος της δέσμευσης, η ασφάλεια της μοναξιάς, οι κοινωνικές ηθικολογίες κλέβουν στιγμές από τους ανθρώπους που μπορεί να συναντηθούν και να φέρουν έκρηξη, μα αυτή εκτός από χαλάσματα αφήνει πίσω της και μία καινούρια γη, που κι απόψε θα μείνει ανεκμετάλλευτη.

 

Συντάκτης: Ελεάννα Μαυροπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου