Κάποιες φορές χρειάζεται να κοιτάξεις πίσω από τις λέξεις, να παραμερίσεις τα γράμματα και να σβήσεις τις γραμμές για να καταλάβεις τι πραγματικά συμβαίνει. Κάπως έτσι παραπλανά και το τραγούδι του Αλκίνοου Ιωαννίδη «Όνειρο ήτανε» που μας δώρισε το 1999, μα λατρεύουμε ακόμα να τραγουδάμε.

Σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει μία ιστορία για μία ακόμα χαμένη αγάπη, λίγο πιο μελωδικά και με λέξεις που τσούζουν την πληγή, για έναν έρωτα που χάθηκε όσο βίαια τελειώνουν τα όνειρα τη στιγμή που ξυπνάς. Προτού φθάσουμε στη δεύτερη ανάγνωση όμως ο ίδιος ο ερμηνευτής, λεξιπλάστης και συνθέτης μάς δίνει την ιστορία πίσω από το τραγούδι του. Πρόκειται λοιπόν για την εμπειρία ενός φίλου του, ο οποίος έβλεπε στον ύπνο του μια κοπέλα για αρκετό καιρό, χωρίς όμως ποτέ να την έχει δει πραγματικά ή να γνωρίζει ποια είναι.

Με τον καιρό είχε παρασυρθεί τόσο πολύ από τη γυναικεία αυτή φιγούρα που έβλεπε κάθε βράδυ στα όνειρά του κι επιθυμούσε να κοιμάται για να μπορεί να συναντηθεί στον ύπνο του μαζί της. Κάποια στιγμή όμως η κοπέλα σαν σε πραγματική ζωή τον ειδοποίησε ότι δε θα εμφανιστεί ξανά στο όνειρό του. Εκείνος είχε τόσο πολύ συνδεθεί μαζί της, που περνούσαν τα βράδια κι όσο δεν την έβλεπε όπως εκείνη του είχε πει, ξυπνούσε κλαίγοντας. Αυτός ο άνδρας είχε μία πραγματική ζωή κοιμούμενος, ζούσε με αυτό το κορίτσι μια αληθινή ερωτική ιστορία σαν όλες τις άλλες, με διαλόγους, στιγμές και συναισθήματα. Ώσπου τον πρόδωσε το ίδιο του το όνειρο, μέχρι που αφέθηκε στο να μη ζει πια, γιατί η πραγματική ζωή δεν είχε γι’ αυτόν νόημα, αφού εκείνη δεν ήταν εκεί.

 

 

Ξέρεις τελικά είναι πολύ εύκολο να μπλεχτεί η πραγματικότητα με το όνειρο. Ξέρεις πόσο εύκολα γλιστρούν οι προσδοκίες σου και χώνονται σε αυτά που βλέπεις με τα μάτια σου και σε όσα ακούς με τα αφτιά σου; Σίγουρα ξέρεις, αν έχεις ερωτευτεί έστω και μία φορά, μα τι λέω μία μικρή στιγμούλα αρκεί για να μπερδέψει εκείνα που «πιάνει» αποφασιστικά η λογική μα «αφήνει» ενοχικά το συναίσθημα. Κάποιες φορές η ανάγκη σου να αγαπηθείς, όλη η φροντίδα που έχεις μέσα σου και όλα τα όμορφα συναισθήματα που θες να μοιραστείς σε κάνουν χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς αμφιβολίες να στήσεις μία άλλη πραγματικότητα, που ακροβατεί ανάμεσα σε όσα ξέρεις και σε όσα σου υπενθυμίζει κάθε χτύπος της καρδιάς σου.

Δεν είναι μελό, ούτε χαζορομαντικό, δε χρειάζεται να είσαι ούτε πολύ έξυπνο άτομο, ούτε πολύ πετυχημένο, ούτε τόσο στοχοπροσηλωμένο, αν είσαι ερωτευμένος αρκεί. Αν στις λέξεις σου μπλέκεται ο έρωτας, όλα μπορεί να συμβούν, η πραγματικότητα να μοιάζει θολή και όσα νομίζεις, όσα προσδοκείς, όσα θέλεις μέσα σου να φαίνονται τελικά μονόδρομος και τόσο λογικά.

Και όταν τα φώτα ανάψουν, ο ήλιος ακουμπήσει απαλά στο παράθυρό σου, σου θυμίζει να ξυπνήσεις από αυτήν τη δεύτερη ζωή, σε καλεί να προσπαθήσεις ξανά να ισορροπήσεις ανάμεσα στην αλήθεια και στην παραζάλη σου. Να βρεις ένα λόγο να αντέξεις, για λίγο ακόμα. Τίποτα δεν κρατάει για πάντα άλλωστε, έφυγε ήδη ή θα φύγει σύντομα, δεν έχει σημασία, ούτε το γιατί μη ρωτάς και μην ψάχνεις να βρεις κάτι που ακόμα κι αν μάθεις την αλήθεια του δε θα σου προσφέρει κάτι, μόνο θα καταστρέψεις την εικόνα του.

Όταν κάποιος φεύγει η απώλεια μετράει πιο πολύ, αυτό σε πονάει η απουσία, χάνεται σε όσα ζει, σε όσα ζεις, σε όσα θα ‘θελε να ζήσετε, χάθηκε στο λαβύρινθο της ψυχής σου, χάθηκε στα στενά της λογικής. Το όνειρο σε κάνει να αντέχεις για λίγο ακόμα, δεν είναι τυχαίο το ρήμα «σώζω». Το όνειρο έχει τέτοια δύναμη που μπορεί να σώσει και την πιο σκληρή αλήθεια, να γλυκάνει την πιο ζόρικη συνθήκη, να μαλακώσει τον πιο τραχύ άνθρωπο.

Το πείσμα σου που πλάθεται μέσα από το όνειρο, ότι κάτι μπορεί να συμβεί σε κάνει να συνεχίζεις, να βρίσκεις λόγους να προσπαθείς, για λίγο ακόμα. Κανείς δε σου λέει πού και αν θα φτάσεις, μα έχεις κάνει μία διαδρομή και αυτό δεν είναι λίγο, έμαθες έζησες έπαθες ένιωσες και αυτά είναι μόνο δικά σου. Δεν μπορεί να στα πάρει κανείς. Το όνειρο μπορεί να ανατρέψει την απώλεια, να νιώσεις για λίγο όπως και τότε που το ζούσες, που το ζούσατε μαζί. Να νιώσεις για λίγο όλα αυτά που λαχταράς και αυτό από μόνο του είναι δύναμη, σούπερ δύναμη θα έλεγα εγώ. Σου θυμίζει εκείνα που δε θέλεις να ξεχάσεις, σου θυμίζει πώς γελά, πώς αγγίζει, πώς έμοιαζες όταν ήταν στο πλάι σου.

«Θα ‘μαι κοντά σου», ξέρεις κάτι τελικά έχουν δίκιο που λένε ότι φεύγουν από δίπλα μας όσοι ξεχνάμε. Όσο σκέφτεσαι, όσο φέρνεις τη φιγούρα αυτή στο μυαλό σου, τις λέξεις, τις αισθήσεις και τις παραισθήσεις, όσο είναι στο μυαλό σου είναι πραγματικά κοντά σου και κανείς δεν μπορεί να σε σταματήσει. Κανείς δεν μπορεί να παρέμβει στη σκέψη σου, εκεί μπορείς να έχεις όποιον θες, ειδικά εκείνους που σε κάνουν να ξεφεύγεις από την πραγματικότητα που σε παιδεύει και μπορούν να σε κάνουν να ταξιδεύεις για λίγο στο όνειρο, κι ας είναι γραφτό του να τελειώσει. Αυτή τη φράση ήθελες να ακούσεις, να νιώσεις δυνατός, να νιώσεις λιγότερο μόνος.

Ξέρεις πολλές φορές αυτό που ζεις δε σε χωράει, πιάνεσαι άτσαλα από κάτι άλλο και το κάνεις δικό σου μ’ έναν τρόπο πειστικό, ίσως μοναδικά εύπεπτο για σένα κι εντελώς ακατανόητα για οποιονδήποτε άλλο. Δε σε τρομάζει αυτό, δε σε πειράζει να στέκεις μόνος σου και να υποστηρίζεις τις επιλογές σου, σου προκαλεί μία κρυφή ηδονή να κάνεις αυτό που όλοι σου λένε πως δεν είναι λογικό, αυτό που δεν πρέπει. Κι έτσι φτιάχνεις και μία δεύτερη ζωή και ζεις παράλληλα. Δεν είναι εύκολο όμως να βγεις αλώβητος απ’ αυτό, το όνειρο είναι εκεί για να σε προστατεύσει, να σε καλύψει και να σου δώσει θάρρος, να ξαποστάσεις για λίγο. Έχεις βρει ένα μέρος, έναν τρόπο να συναντιέστε, δε σε νοιάζει αν δεν είναι φυσιολογικό για όλους τους άλλους, είναι δικός σας , είναι μόνο δικό σας κι αυτό αρκεί.

Δεν μπορείς όμως να κρατήσεις αυτήν τη δεύτερη ζωή συνεχώς ανάμεσα στα δάχτυλά σου, κάποια στιγμή θα χρειαστεί να διαλέξεις ανάμεσα σ’ εκείνη και στην κανονική σου ζωή, έρχεται σου δίνει λίγα δευτερόλεπτα από όσα ζητάς και φεύγει, μένει όσο αντέχεις και φεύγει λίγο πριν χαθείτε στις παραισθήσεις σας. Δεν μπορεί να μείνει παραπάνω και δε χρειάζεται κιόλας, θα χαθεί η μαγεία και η δύναμή σας.  Το ξέρεις κι εσύ ότι θα φύγει, μα δεν το επιτρέπεις ακόμα να συμβεί, δίνεις λίγο χρόνο ακόμα. Οι ισορροπίες σας εύθραυστες και κάποιες φορές απομακρύνεται, μέχρι να φύγει οριστικά, αλλά φεύγουν στ’ αλήθεια όσοι κουβαλάμε μέσα μας;

«Τι να την κάνω την πραγματικότητα; Εγώ έχω το όνειρο.» Οι άνθρωποι διαφέρουν τόσο πολύ που άλλοι ξεχνούν τα όνειρά τους τη στιγμή που τελειώνουν, άλλοι περιγράφουν κάθε λεπτομέρεια και μερικοί ακόμα έχουν μία ακόμη ζωή μέσα απ’ αυτά. Και κάπως έτσι βιώνουν γενικά οι άνθρωποι τις ιστορίες τους.

Αν όχι κατ’ αυτόν τον τρόπο που το ένιωσε ο φίλος της ιστορίας του τραγουδιού, αλλά πολλές φορές οι άνθρωποι συμβαίνει να ξεγελάμε τον ίδιο μας τον εαυτό, να βρισκόμαστε μετέωροι μεταξύ αλήθειας και προσδοκιών γιατί έχουμε έντονα την ανάγκη να αγαπηθούμε και να αγαπήσουμε. Δεν είναι η αγάπη που μας μπερδεύει και μας πληγώνει, είναι όλα όσα προσδοκούμε και τα μπλέκουμε περίτεχνα με την αλήθεια μας. Δεν είναι το όνειρο που τελείωσε και μας πονάει είναι αυτή η αίσθηση που δε θα ‘ρθει ποτέ ξανά, αυτό σε καίει. Το συναίσθημα που βίωσες και φοβάσαι πως δε θα σε επισκεφθεί ποτέ ξανά, κάποιες φορές βέβαια η στιγμιαία σου ευτυχία έχει τη δύναμη να ζήσει για πάντα, αν της το επιτρέψεις.

Συντάκτης: Ελεάννα Μαυροπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου