Είναι κάποια πράγματα που κάνεις και καταφέρνουν να σε ταξιδέψουν χωρίς εσύ ο ίδιος να το καταλάβεις. Είναι κάποιες αγαπημένες συνήθειες, για τις οποίες αφιερώνεις χρόνο, τον οποίο μπορεί να και να μην έχεις. Αλλά τους αφιερώνεις αυτό το χρόνο επειδή αυτές οι συνήθειες είναι που γεμίζουν την ψυχή σου. Αυτές οι συνήθειες είναι που γεμίζουν εσένα σαν προσωπικότητα.

Είναι η λογοτεχνία; Είναι η μουσική; Είναι η ποίηση; Είναι ένα χαλαρό περπάτημα ή η ενασχόληση με κάποιο άθλημα; Είναι η μαγειρική; Ό,τι κι αν είναι το σίγουρο είναι πως σε ταξιδεύει, σε οδηγεί σε άλλους κόσμους, σε χαλαρώνει. Κι όχι μόνο αυτό.

Κάθε φορά που χάνεσαι στα ταξίδια σου και τις αγαπημένες συνήθειές σου, συνειδητά ή όχι έρχονται στο μυαλό σου πρόσωπα. Και δεν είναι τυχαίο που αυτά τα πρόσωπα έρχονται στο μυαλό σου την ώρα που ασχολείσαι με κάτι που αγαπάς, με κάτι που σε ανανεώνει. Πρόσωπα που έπαιξαν στη ζωή σου κάποιο ρόλο, που είχαν κάτι να σου πάρουν ή να σου χαρίσουν, είτε βρίσκονται ακόμα στη ζωή σου είτε όχι. Βλέπεις μπροστά σου χαμόγελα, ανακαλείς συζητήσεις, ακούς ήχους, ψιθύρους, γέλια δυνατά, κλάματα σιωπηρά.

Ο ήχος της μουσικής που παράγεις ή που ακούς εκείνη τη στιγμή χαϊδεύει, εκτός απ’ τα αυτιά σου, τα ευαίσθητα σημεία του εγκεφάλου σου και σου ξυπνά συναισθήματα. Σε μαγεύει και σε κάνει να τα νιώσεις ξανά, νιώθεις την ανατριχίλα σε όλο σου το σώμα. Συναισθήματα που σου προκάλεσαν άνθρωποι, στιγμές, συζητήσεις.

Το συναίσθημα του «δε με φτάνει το χαρτί να γράψω όσα νιώθω» όταν αποφασίζεις να μεταφέρεις σε ένα τετράδιο τις ατελείωτες σκέψεις, τις έγνοιες, τους προβληματισμούς και τα συναισθήματά σου δεν το προκαλείς μόνο εσύ. Το προκαλούν κι άλλοι. Το προκαλούν προσωπικότητες που έπαιξαν στη ζωή σου κάποιο ρόλο και που συνέβαλαν κι αυτοί στη δημιουργία πολλών συναισθημάτων που νιώθεις εκείνη τη στιγμή. Πρόσωπα που σου προκάλεσαν δάκρυα και χαμόγελα, που έζησες μαζί τους στιγμές που δε θέλεις με τίποτα να ξεχάσεις κι άλλες που θέλεις να ξεράσεις μόνο στη θύμησή τους.

Το κεφάλαιο στο βιβλίο κι η στροφή στο ποίημα που διαβάζεις σε προκαλεί να ταυτιστείς με αυτή την ψυχή, με αυτή την κατάσταση που επικρατεί εκεί μέσα. Μπαίνεις στη θέση εκείνου του προσώπου, γιατί ίσως να πέρασες κι εσύ κάτι παρόμοιο.

Η ηδονή κι η απόλαυση που νιώθεις όταν πετύχεις εκείνο τον στόχο που έβαλες στο άθλημα με το οποίο ασχολείσαι σε κάνει να θέλεις να φωνάξεις δυνατά από ικανοποίηση. Θέλεις να μοιραστείς αυτή σου τη χαρά, να αφιερώσεις την επιτυχία σου σε κάποιον που σου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό. Και δεν είναι τυχαίο που σκέφτηκες αυθόρμητα κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Καθόλου τυχαίο όμως! Νιώθεις μια δροσιά, μια χαρά να σε πλημμυρίζει και να σου δίνει κίνητρο να συνεχίσεις και να φτάσεις ακόμα πιο ψηλά.

Σε κάθε μία από αυτές σου τις μικρές και μεγάλες στιγμές, αναπολείς τα λόγια που σου είπε ο πατέρας σου όταν ήσουν έξι χρονών, τα λόγια που ανταλλάχτηκαν όταν πρωτογνώρισες τον κολλητό σου, την καλή κουβέντα που σου είπε ο παππούλης που συνάντησες πριν λίγο στο πεζοδρόμιο. Διάφοροι συνειρμοί, ο ένας διάλογος φέρνει τον άλλο.

Οι σκέψεις σου δεν έχουν τελειωμό κι όταν κάποια στιγμή επιστρέψεις στην πραγματικότητα συνειδητοποιείς ένα και μόνο πράγμα. Συνειδητοποιείς πως όλα αυτά τα πρόσωπα που σκέφτεσαι όταν ακούς ή όταν παίζεις μουσική, όταν γράφεις, όταν διαβάζεις ένα βιβλίο ή ένα ποίημα ή τέλος πάντων όταν κάνεις κάτι που σε ταξιδεύει είχαν κάτι να σε διδάξουν. Πήρες ένα μάθημα από αυτά, έζησες κάτι μαζί τους, έστω και μικρό. Σου άφησαν το όποιο μικρό ή μεγάλο στίγμα. Είτε έφυγαν είτε έμειναν, είτε παίζουν κάποιο ρόλο στη ζωή σου είτε όχι, είτε είναι απλά περαστικοί ή άνθρωποι της καθημερινότητάς σου, άφησαν κάτι από εκείνους και για σένα.

Πήρες μια γεύση απ’ τη δική τους συνταγή, ήπιες μια γουλιά απ’ το δικό τους χυμό, μια μυρωδιά απ’ τα μπαχαρικά που αυτοί επιλέγουν να σου χαρίσουν. Όπως κι εσύ σε αυτούς. Τους χάρισες μια θέση στο μυαλό και στην καρδιά σου, ένα συναίσθημα δικό σου που θα τους ανήκει όποιο ρόλο κι αν είχαν στη ζωή σου. Άνθρωποι περνούν και φεύγουν μένοντας, στην πραγματικότητα, βαθιά μέσα μας.

Συντάκτης: Έλενα Παπαγεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη