Δυο πόλεις, δυο παράλληλες ζωές, δυο διαφορετικές καθημερινότητες που φτιάχτηκαν μαζί αλλά τις χώρισαν τα χιλιόμετρα. Είπαν θα το προσπαθήσουν και δώσ’ του τα πήγαιν’ έλα. Δώσ’ του λεφτά στα κτελ, ώρες ατέλειωτες ταξίδια, βιντεοκλήσεις, μηνύματα. Σε κάθε τσακωμό, όποιος έχει κάνει τη βλακεία, φορτωνόταν μ’ ένα σάκο, πήγαινε στα κτελ και ταξίδευε ώρες ατέλειωτες για να λύσει την παρεξήγηση, για να μην κοιμηθούν τσακωμένοι.

Τα χρόνια πέρασαν, έφτασαν τρίτο έτος, τρία χρόνια σχέση από απόσταση, τρία χρόνια ανέβα-κατέβα Αθήνα- Ξάνθη. Ο ένας σε ένα οικογενειακό καθεστώς, με ίδια δεδομένα, αναλλοίωτα, ο άλλος σε φοιτητικό σπίτι καινούρια ζωή, ελευθερία. Με τις παρέες , με ποτάρες, με όλες τις τρέλες της φοιτητικής ζωής, ανοιχτός σε κάθε πειρασμό, πάλλεται η αγάπη μα μένει, με την ορμή και την όρεξη ενός 20άρη που θέλει να ζήσει στο έπακρο τη φοιτητική του ζωή, να φλερτάρει, να παρτάρει.

Πέρασε ο καιρός, πέρασαν και τα χρόνια, όπως γίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις. Έκλεινε τα μάτια και τ’ αφτιά στις σειρήνες και τους πειρασμούς της φοιτητικής ζωής, μένοντας με πίστη στον εφηβικό έρωτα. Κοιμόταν και ξύπναγε με ένα μήνυμα, με το καλημέρα και το καληνύχτα τους. Αλλά και το άλλο άτομο, αυτό που μένει πίσω πάντα να διαχειρίζεται τις αλλαγές που δε ζει, πέρναγε τις ώρες πάνω από το κινητό ξημερώματα, χωρίς ύπνο να αναμένει μήνυμα ότι γύρισε σπίτι από εκείνο το πάρτι ενός συμφοιτητή.

Έτσι κυλούσε η ζωή τους, μέσα από ένα κινητό και μια οθόνη υπολογιστή. Όσο τακτική επαφή όμως κι αν είχαν μέσα από τα μέσα, χανόταν. Απώλεσαν την καθημερινή τους επαφή, την καθημερινή αγκαλιά το πρωί, το βράδυ λίγο πριν κοιμηθούν. Άρχισαν να κρύβουν πρώτα μικροπράγματα ο ένας από τον άλλον και μετά τα σημαντικά. Μέχρι που ξεκίνησαν να μπαίνουν και τρίτα άτομα ανάμεσά τους, να τους τραβάνε το ενδιαφέρον. Σ’ αυτό το σημείο, χάθηκαν εντελώς. Έπαψαν να κάθονται πάνω από το κινητό όλη την ώρα περιμένοντας ένα μήνυμα. Έπαψαν να χαζοζηλεύουν όταν ο ένας ή ο άλλος έβγαινε για βράδυ.

Όμως το συναίσθημα έμενε και μένει αναλλοίωτο στο χώρο και στο χρόνο. Αγάπη και πώς να τη γειώσεις όταν έρχεται και σε βρίσκει, γι’ αυτό τους είναι δύσκολο να πουν αντίο. Να βάλουν τίτλους τέλους στη σχέση τους. Να λήξουν μια προσπάθεια κοινή, μέσα από την οποία μεγάλωσαν, αγάπησαν κι έμαθαν να μοιράζονται. Με τι κουράγιο μπορείς να το τελειώσεις; Σκέφτεσαι ότι όλα τα μοναχικά ταξίδια με το κτελ και λες πως αντέχεις, πως μπορείς να υπομείνεις λίγο ακόμα. Μετά θυμώνεις και θέλεις να πάρεις λίγο χρόνο. Να μην το παρατήσεις, να το παρατήσεις. Η τρέλα του ερωτευμένου.

Απόσταση, λοιπόν, δύσκολο πράγμα, θέλει γερό στομάχι και ήρεμα νεύρα. Αντοχή, υπομονή και κυρίως επιμονή! Επιμονή να εκμηδενίσει κανείς τα χιλιόμετρα, να υπάρχει τέτοια ψυχική σύνδεση που να μην έχει σημασία το γεγονός ότι δε θα είναι και τις 365 μέρες το χρόνο μαζί! Υπάρχουν αυτοί οι ήρωες, οι δυνατές ψυχές που αντέχουν να τους χωρίζουν χιλιόμετρα με την αγάπη τους και παρ’ όλ’ αυτά να μένουν κάθε μέρα, να επιλέγουν τον άλλον, να τον έχουν δίπλα τους.

 

Συντάκτης: Μαριλένα Κοντογιάννη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου