Το παιχνίδι του έρωτα για πολλούς έγκειται σε μια εναλλαγή από τον ρόλο του κυνηγού στο ρόλο του κυνηγημένου. Ένα μπαλάκι που φεύγει από το χέρι του λίγο πιο τολμηρού ή μερικές φορές απλώς του πιο γρήγορου, και πετάγεται σε ανύποπτο χρόνο από τον έναν στον άλλον δημιουργώντας ένα παιχνίδι αυστηρά φτιαγμένο για αυτούς που δε φοβούνται να παίξουν ή για εκείνους που δεν τρομάζουν στη σκέψη να βρεθούν και στους δύο ρόλους κι ας είναι αυτοί τα δύο άκρα αντίθετα.

Υπάρχουν όμως και μερικοί που τρομάζουν στην ακριβώς αντίθετη ιδέα. Αυτή της εναλλαγής και λίγο πιο συγκεκριμένα τρομάζουν στην ιδέα της θέσης του κυνηγού. Της πρώτης κίνησης. Και αυτό γιατί όντως σαν θέση κρύβει έναν βαθμό δυσκολίας λιγάκι πιο υψηλό. Ζητάει τα κότσια να τρως μια στις τόσες και τα μούτρα σου. Να ακούς το «όχι», να μην αισθάνεσαι πάντα αρεστός. Ζητάει να αντέχεις να διαχειριστείς την απόρριψη.

Και η απόρριψη μας τρομάζει όλους. Και όποιος λέει ότι δεν τη φοβάται, απλώς επιχειρεί να την ξορκίσει με δηλώσεις λιγάκι βαρύγδουπες ή ίσως δε βρήκε ακόμη στο δρόμο του εκείνο το άτομο που θα κάνει το ενδεχόμενο μίας απόρριψης να φαντάζει καταστροφή. Όσο και αν μας τρομάζει όμως, είναι έξυπνο να κρυβόμαστε μόνιμα πίσω από το ρόλο του θηράματος; Να περιμένουμε από τον απέναντι να δείξει το ενδιαφέρον του πριν αφήσουμε εμείς το παραμικρό ψήγμα ενδιαφέροντος να αιωρηθεί στην ατμόσφαιρα; Όχι!

Και αυτό γιατί μία τέτοια κίνηση φωνάζει ανασφάλεια και η ανασφάλεια είναι από τα πιο ύπουλα συναισθήματα που μπορούμε να νιώσουμε. Έρχεται και μας ψιθυρίζει γλυκά ότι η λύση είναι εύκολη. Αφήνεις τον άλλον να κάνει την πρώτη κίνηση και τέλος. Το πρόβλημα λύθηκε. Τη στιγμή όμως που θα υιοθετήσεις αυτή τη στάση, καινούριες ανασφάλειες θα κάνουν την εμφάνισή τους.

«Τι θα γίνει αν δεν εμφανιστεί κάποιο άτομο να κάνει αυτή την πρώτη κίνηση»; Λογικός προβληματισμός και αυτό γιατί πρακτικά έχεις αφήσει όλες τις πιθανότητες σε ξένα χέρια. Δεν έχεις έλεγχο κινήσεων. Περιμένεις παθητικά. Και όταν τελικά εμφανιστεί αυτός ο κάποιος, αυτός ο φόβος με τη σειρά του, φέρνει τον επόμενο. Κι αν αυτός ο άνθρωπος είναι το καλύτερο που θα σου τύχει; Και αυτός ο φόβος λογικός. Όταν δε νιώθεις ότι η επιλογή είναι στο χέρι σου, τότε δεν έχεις και αυτοπεποίθηση για το μέλλον σου. Αγνοείς πράγματα που δε σου αρέσουν και βήμα-βήμα οδηγείσαι σε συμβιβασμούς.

Ο συμβιβασμός φέρνει καινούριες ανασφάλειες. «Κι αν δεν είναι αληθινό αυτό που θα ζήσουμε;», σκέφτεσαι. Γιατί όταν μιλάμε για έρωτα όλοι θέλουμε να ζήσουμε το απόλυτο. Απλώς καμιά φορά μας τρομάζει το κυνήγι οπότε αποφασίζουμε ότι είναι λίγο πιο εύκολο να βαφτίσουμε έρωτα αυτό που προσγειώθηκε μόνο του στα πόδια μας από το να κάνουμε εμείς την απογείωση και το κυνήγι στον αέρα. Το βαφτίζουμε λοιπόν έρωτα γιατί «αυτό ήταν το τυχερό μας».

Και όταν αυτό καταλήγει στάση ζωής, οδηγεί στην ουσία μόνιμα σε σχέσεις που δεν είναι δική μας επιλογή ή έστω όχι πρώτη επιλογή και ταυτόχρονα στον φαύλο κύκλο ανασφάλειας που αρχίζει και τελειώνει στην ύπουλη και απατηλή εκείνη σκέψη ότι με το να μην κάνουμε εμείς την πρώτη κίνηση, κερδίζουμε στην ουσία το παιχνίδι της απόρριψης. Πόσο γελασμένοι είμαστε όμως…

Ο έρωτας, παιδιά, δεν είναι κληρωτίδα! Δε βασίζεται στο τι θα κάτσει ούτε συμβιβάζεται με το τυχαίο! Ο έρωτας την απαιτεί την επιλογή και δε σε ρωτάει κιόλας. Το συναίσθημα μπαίνει μπροστά και επιλέγει για σένα. Σου ανακοινώνει αυθαίρετα ότι κάθε φορά που θα βλέπεις ένα συγκεκριμένο άτομο η καρδούλα σου θα χτυπάει λίγο δυνατότερα και αν τολμήσεις να πεις και τίποτα γελάει σχεδόν ειρωνικά με το θράσος σου και συνεχίζει να χτυπάει στους δικούς της ρυθμούς. Δεν του ταιριάζουν του έρωτα τα παθητικά, είναι ενεργητικός εξ ορισμού και φύσεως. Η στάση αυτή, του μόνιμα παθητικού στο φλερτ, του σταθερά αποδέκτη κινήσεων, οδηγεί σχεδόν μαθηματικά στο φιλτράρισμα συναισθημάτων. Στην αποστείρωση του έρωτα. Και ποιος ονειρεύεται έναν έρωτα αποστειρωμένο;

Το φλερτ κρύβει κάτι από τα παιδικά μας χρόνια. Από τότε που φωνάζαμε σε κάποιον «τολμάς να πηδήξεις από το τρίτο σκαλί» και εκείνος ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή ούτε καν σκεφτόταν σκαλιά και ύψη, ξαφνικά ένιωθε την πρόκληση και απαντούσε «κοίτα, θα πηδήξω από το τέταρτο». Το έκανε γιατί έπαιρνε την πάσα να το κάνει. Και μετά πήδαγες και εσύ από το τέταρτο, και ναι, υπήρχε πάντα η πιθανότητα να φας τα μούτρα σου, υπήρχε όμως και η πιθανότητα να νιώσεις ότι έκανες τον πιο εντυπωσιακό άλμα της ζωής σου.

Μη στερείς από τον εαυτό σου τη δυνατότητα του πιο εντυπωσιακού άλματος. Και μη στερείς και από τον άλλον τη δυνατότητα να πάρει μία πάσα. Να θυμάσαι πάντα ότι αν τύχει και οι δύο να μείνουν κολλημένοι στην ίδια σκέψη, σε αυτήν που λέει ότι ο άλλος θα προκαλέσει πρώτος, τότε οι πιθανότητες είναι ότι και οι δύο θα μείνουν μία ζωή κολλημένοι στο πρώτο, άντε στο δεύτερο, σκαλί.

Όταν λοιπόν το συναίσθημα μιλήσει, άκου το. Κάνε την κίνηση, μην τη φοβάσαι και κυρίως μην αφήσεις τον εαυτό σου να μείνει εσαεί με την απορία. Κάλλιο ένα «όχι» που θα σου αφήσει καθαρούς τους ορίζοντες για να προχωρήσεις, παρά ένα «αν» που θα αφήσει ένα κομμάτι σου για πάντα πίσω να αναρωτιέται.

 

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.