Ο κόσμος μας έχει τοποθετήσει αυθαίρετα ό,τι τον περιβάλλει σε κατηγορίες προσπαθώντας να διαχειριστεί όσο πιο απλά μπορεί τα δεδομένα που του προσφέρονται. Δεν είναι λίγες οι φορές, όμως, που βάσει αυτών των κατηγοριοποιήσεων καταλήγει να λειτουργεί απλοϊκά χάνοντας την ουσία της ίδιας της ύπαρξης, ανεξάρτητα από το νόημά της. Η νοστιμιά της ύπαρξής μας βρίσκεται στο μεδούλι της κι αυτό δεν είναι άλλο από την ίδια μας τη ζωή.

Δεν εννοούμε να καταλάβουμε πως δε χωράει αυτή στα δικά μας μίζερα κουτάκια κι έτσι εξακολουθούμε να καβαλάμε τις πιθανότητες που μας χαρίζει παλαντζάροντας πάντα ανάμεσα σε δύο μόνο ταχύτητες. Δύο ταχύτητες οι οποίες εφευρέθηκαν για να ξεχωρίζουν την επιτυχία από την αποτυχία σύμφωνα με το πώς μας έμαθαν να τις αντιλαμβανόμαστε, σύμφωνα με τη μασημένη τροφή που μηρυκάζουμε ακόμη κι όταν γινόμαστε ενήλικες –υποτίθεται– σκεπτόμενοι, σύμφωνα με τις προκαταλήψεις και τις συνήθειες μιας κοινωνίας που ενώ πρέπει να αλλάξει, συνεχίζει ανεξήγητα να βρίσκει στήριγμα στους φόβους και τις ανασφάλειές μας.

Άνθρωποι δύο ταχυτήτων, σχέσεις δύο ταχυτήτων, όνειρα δύο ταχυτήτων, επαγγέλματα δύο ταχυτήτων. Πίσω από τα πάντα ορθώνεται συνήθως καμαρωτό-καμαρωτό το χρήμα. Εκείνο μοιράζει αβέρτα χαρακτηρισμούς ταμπελοποιώντας ανθρώπους κι ιδιότητες σύμφωνα με την ποσότητά του. Όσο πιο πολλά λεφτά βγάζεις τόσο πιο πετυχημένος θεωρείσαι. Όσο πιο γεμάτη τσέπη έχεις τόσο μεγαλύτερη η προσωπική σου εξέλιξη μέσα στα χρόνια. Όσο πιο μεγάλο το πορτοφόλι σου τόσο πιο σπουδαία η ύπαρξη κι η προσφορά σου στον κόσμο.

Οι άνθρωποι, λοιπόν, αναγνωρίζονται μέσα από την οικονομική τους κατάσταση και τα επαγγέλματα κατατάσσονται σύμφωνα με το κέρδος. Κάπως έτσι επέρχεται ο ετσιθελικός ευτελισμός ορισμένων ειδικοτήτων εκμηδενίζοντας τόσο τα όνειρα όσων έχουν επιλέξει αυτά τα –για ανεξήγητους λόγους– μη προσοδοφόρα επαγγέλματα όσο και τις προσπάθειες αλλά και το έργο τους. Παρ’ όλα αυτά είναι τουλάχιστον παιδαριώδες να θεωρούμε ότι η χρησιμότητα κάποιου αξιολογείται δίκαια μέσω της προκλητικά άνισης αμοιβής του κι αυτό πλέον μόνο οι πνευματικά τυφλοί εξακολουθούν να μην το αντιλαμβάνονται.

Ο καθένας από εμάς έχει κάτι πολύτιμο να προσφέρει στον κόσμο, απλώς σε πολλές περιπτώσεις ο κόσμος δεν είναι ικανός να το δεχτεί. Αντί να στηρίζουμε τις έμφυτες κλίσεις μας, αντί να επενδύουμε προσπαθώντας να καταλάβουμε και να μάθουμε τις ατομικές ανάγκες και τις προσωπικές ικανότητές μας, αντί να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες που ανακαλύπτουμε μέσα μας κι αντί να ακολουθούμε όσα μας καυλώνουν ψυχικά οι περισσότεροι από εμάς καταπνίγουν κάθε μορφή διαφορετικότητάς τους στον βωμό της πλαστής επιτυχίας για τα μάτια των τρίτων.

Γιατί κάποιος κάποτε αποφάσισε ότι το να είσαι χειρώνακτας ή χειροτέχνης δεν είναι δα και τόσο σπουδαίο παρ’ όλο που ο κόπος ενός χειρώνακτα είναι εξίσου ασύλληπτος με τρόπο διαφορετικό. Παρ’ όλο που ο κόπος ενός χειρώνακτα συμπληρώνει όποιον ασχολείται με την πνευματική εργασία προσφέροντάς του τα απαραίτητα πρακτικά μέσα προς υλοποίηση της εργασίας αυτής. Παρ’ όλο που ο κόπος ενός χειρώνακτα θα ήταν ακόμη πιο θηριώδης για κάποιον που δε θα γούσταρε και δε θα μπορούσε με τόση ευκολία να κάνει μια τέτοιας φύσης δουλειά.

Κάποιος κάποτε επίσης αποφάσισε πως το να είσαι καλλιτέχνης δεν είναι δα και τόσο σπουδαίο παρ’ όλο που οι πνευματικοί ορίζοντες κι η φαντασία ενός καλλιτέχνη δε συναντώνται στον καθένα. Παρ’ όλο που ένας καλλιτέχνης είναι ικανός μέσω του έργου του να διαμορφώσει, να επηρεάσει, να εντείνει, να δημιουργήσει συναισθήματα. Παρ’ όλο που το έργο ενός καλλιτέχνη είναι ικανό να αφυπνίσει σκέψεις, συνειδήσεις κι ιδέες. Παρ’ όλο που ένας καλλιτέχνης μέσω ενσυναίσθησης έχει τον τρόπο να εκφράσει εκατομμύρια ανθρώπους σε κάθε επίπεδο και τελικά να τους στηρίξει ποικιλοτρόπως. Παρ’ όλο που ο κόπος ενός καλλιτέχνη είναι αδιανόητος αφού έχει να τα βάλει με τους αμέτρητους δαίμονες μέσα του και γύρω του την ίδια στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι δε βλέπουν ή παριστάνουν ότι δε βλέπουν για να μη διαταραχτούν έχοντας ως βασικότερο εργαλείο του τον ίδιο τον εαυτό του.

Κάποιος κάποτε, επίσης, αποφάσισε πως μόνο αν είσαι γιατρός και κατά προτίμηση μεγαλό- σώζεις ζωές, πως μόνο αν είσαι πολιτικός μηχανικός ή αρχιτέκτονας και κατά προτίμηση μεγαλό- παράγεις πραγματικά έργο, πως μόνο αν είσαι επιχειρηματίας και κατά προτίμηση μεγαλό- μπορείς να θεωρείσαι μετρήσιμη δύναμη, πως μόνο αν είσαι διάσημος για την τέχνη σου θεωρείσαι σπουδαίος καλλιτέχνης. Και πάει λέγοντας.

Ξεχνώντας πως πίσω από κάθε γιατρό υπάρχει και μια νοσηλεύτρια ή ένας νοσηλευτής που ματώνει. Ξεχνώντας πως πίσω από κάθε πολιτικό μηχανικό ή αρχιτέκτονα υπάρχει κι ένας χτίστης που ματώνει. Ξεχνώντας πως πίσω από κάθε επιχειρηματία υπάρχει κι ένας υπάλληλος που ματώνει. Ξεχνώντας πως πίσω από κάθε διάσημο καλλιτέχνη υπήρξε κάποτε ο άσημος εαυτός τους που κανείς δεν έπαιρνε στα σοβαρά και πως κάποιοι ακόμη είναι σε αυτήν την άδικη θέση. Και πάει λέγοντας.

Ξεχνώντας τελικά πως πίσω από κάθε ιδέα που επιτεύχθηκε για να αλλάξει ο κόσμος υπήρξε ένας ιδεαλιστής που μάτωσε ενώ τον υποτιμούσαν. Για χάρη όλων εκείνων που πίστεψαν στον εαυτό τους και στα όνειρά τους, λοιπόν, για χάρη όλων εκείνων που τόλμησαν να ακολουθήσουν τον δρόμο που οι ίδιοι επέλεξαν προσφέροντας μέσα από αυτόν τον καλύτερό τους εαυτό για να καρπωνόμαστε τώρα εμείς τα αποτελέσματα της δουλειάς τους, μην αφήσεις ποτέ κανέναν να σε κάνει να πιστέψεις ότι το επάγγελμά σου, αυτό που κάνεις, αυτό που είσαι, δεν είναι αρκετά σημαντικό. Αν δεν υπήρχες εσύ είναι σίγουρο πως κάτι θα έλειπε από τον κόσμο. Κάτι, που ακόμη κι αν αυτή τη στιγμή θεωρεί δεδομένο αν το έχανε θα αντιλαμβανόταν αμέσως την αξία του και θα ήταν ακόμη χειρότερος χωρίς αυτό απ’ ό,τι είναι τώρα.

Φανταστείτε τον κόσμο χωρίς καμιά μορφή τέχνης. Φανταστείτε τον κόσμο χωρίς εργάτες, χωρίς τεχνίτες, χωρίς καμιάς ειδικότητας χειρώνακτες ή χειροτέχνες. Πώς θα σας φαινόταν άραγε; Την επόμενη φορά, λοιπόν, σκεφτείτε το λίγο καλύτερα πριν κατατάξετε τον καθένα σύμφωνα με τα στερεότυπά σας και την τσέπη του. Κι αντί να υποτιμάτε τους άλλους, στηρίξτε τους, ώστε κάποτε να καταφέρουν να σταθούν και πρακτικά ισότιμα δίπλα στους υπόλοιπους κι όχι πίσω τους.

Σίγουρα αν δεν υπήρχα εγώ, αν δεν υπήρχες εσύ, αν δεν υπήρχε ο διπλανός σου κάτι στον κόσμο δε θα μπορούσε να γίνει. Και χωρίς αυτό το κάτι ακόμη κι οι «σημαντικοί» θα αδυνατούσαν να προσφέρουν.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα