Οι άνθρωποι μιλάνε με λέξεις. Είναι ο πιο αρχαίος κι έγκυρος τρόπος επικοινωνίας μεταξύ μας. Ασφαλώς και μετά από τόσους αιώνες τριβής με το αντικείμενο, γίναμε αυθεντίες στη χρήση της γλώσσας και των λέξεων. Μάθαμε πολύ καλά να κρύβουμε και να αποκαλύπτουμε πράγματα για εμάς με ελάχιστο κόπο.

Στην πρώτη επαφή μας επομένως με ένα σωρό διαφορετικούς ανθρώπους, συζητάμε. Και συνήθως καταλαβαίνουμε κάποια πρώτα στοιχεία για το χαρακτήρα κάποιου από τις πρώτες λέξεις, τις οποίες χρησιμοποιεί.

Θα ακούσουμε σίγουρα φράσεις όπως «ναι, έχεις δίκιο σε αυτό» ή «ναι, ισχύει». Μία διαφορά μεταξύ τους είναι ότι πιθανότατα μετά την πρώτη φράση θα ακολουθήσει η προσωπική τοποθέτηση του ατόμου με το οποίο μιλάμε.

Θα παραθέσει τη δική του πλευρά κι η συζήτηση θα επεκταθεί από το σημείο αυτό, οδηγώντας σε διαφορετικά θέματα εξίσου. Η φράση από μόνη της, δείχνει έναν άνθρωπο συζητήσιμο. Έναν άνθρωπο, ο οποίος ενδιαφέρεται να μάθει, να συνομιλήσει και –γιατί όχι– να διαφωνήσει.

Αντίθετα το «ναι, ισχύει» ή ένα νεύμα του κεφαλιού, ενδέχεται να οδηγήσει σε σιωπή. Κι αυτή με τη σειρά της, δε θα αφήσει τη συζήτηση να συνεχίσει. Θα την κρύψει καλά.

Εκεί καταλαβαίνεις ότι ο άνθρωπος απέναντί σου, δε θέλει να συζητήσει. Κι είναι σεβαστό. Εννοείται, βεβαίως, ότι δε λαμβάνουμε υπόψιν μας τη διάθεση, την οποία μπορεί να έχει η άλλη πλευρά. Άλλωστε, ένας άνθρωπος που δε θέλει να μιλάει, δε θα φανεί από την πρώτη φορά μονάχα. Πάμε παρακάτω.

Υπάρχουν κι οι λέξεις, οι οποίες δηλώνουν απορία κι ίσως απουσία συγκέντρωσης από την κουβέντα. Λέξεις με τη μορφή ερωτήσεων, όπως το «ε;» και το «τι εννοείς;», ειδικά το δεύτερο αν εντοπίζεται κατ’ επανάληψη.

Εκτός, όμως, από την έλλειψη ενδιαφέροντος του ανθρώπου με τον οποίο μιλάμε, μπορεί ο ίδιος να μη θέλει να μοιραστεί μαζί μας πληροφορίες για τον εαυτό του ή για το τι σκέφτεται. Κι η περίπτωση αυτή υπάρχει και με άτομα, τα οποία γνωρίζουμε καιρό και έχουμε συχνή επαφή.

Απαντήσεις σε ερωτήσεις του τύπου «τι σκέφτεσαι;» με τη λέξη «διάφορα», δείχνει μία προσπάθεια να μην απαντήσει. Αυτή η αποφυγή οφείλεται –και σε συνδυασμό με τα παραπάνω– στην ανάγκη του κάθε ανθρώπου να επιθυμεί να μη μοιραστεί κομμάτια του εαυτού του τη δεδομένη χρονική στιγμή της ερώτησης. Επίσης λέξεις, όπως «δε βαριέσαι», μονολεκτικές απαντήσεις «ναι» ή «όχι», δηλώνουν την ίδια διάθεση απόκρυψης.

Σε περίπτωση που ένας άνθρωπος όμως αποφασίσει να μοιραστεί πράγματα μαζί σου, θα φροντίσει να το καταστήσει με τις ανάλογες εκφράσεις. Θα το καταλάβεις από φράσεις όπως το «πιστεύω», «θεωρώ», «εγώ». Συγκεκριμένα ό,τι εμπεριέχει το «εγώ», λειτουργεί σαν σημάδι προσωπικής εμπλοκής και παραπέμπει στο ότι το άτομο θέλει να μοιραστεί τις προσωπικές πτυχές του.

Είναι η τοποθέτηση, η οποία θα επιτρέψει και σε σένα, να εμπλακείς παραπάνω –και πνευματικά– και να ανταλλάξεις απόψεις άφοβα.

Μπορεί επίσης να φανερώσει την πρόθεσή του να μοιραστεί με τις φράσεις «τι θα έλεγες αν σου έλεγα», «τι πιστεύεις εσύ;» και παραχωρήσεις πρωτοβουλίας, ώστε να οδηγήσει τη συζήτηση και στις δικές σου απόψεις πάνω σε ένα θέμα, το οποίο τον απασχολεί πρόσφατα και που μπορεί να απασχολεί και εσένα.

Η διάθεση θα κάνει «μπαμ» παρ’ όλα αυτά σχετικά γρήγορα και θα συνοδευτεί με χιούμορ κι ομιλητικότητα. Το ίδιο και η αποφυγή ανοίγματος σε σένα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Κωνσταντίνου Θράβαλου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Κωνσταντίνος Θράβαλος