Καμία πρωτοτυπία, κι αυτό δεν είναι κακό. Ούτε, όμως, κι αυτομάτως καλό. Είναι αυτό που είναι. Είσαι αυτό που είσαι. Ντύνεσαι όπως όλοι, μιλάς όπως όλοι, βγαίνεις εκεί που βγαίνουν όλοι. Και θέλεις αυτό που θέλουν όλοι. Να ξεχωρίσεις. Να δείξεις σε όλους ότι μετά από εσένα έσπασε το καλούπι. Ότι, βρε παιδί μου, δεν έχει άλλο παιδί σαν κι εσένα η μαμά σου. Μετά από εσένα το χάος. Τόσο μοναδικό πλάσμα είσαι, τόσο απαραίτητο. Τόσο ίδιο με όλα τα παιδιά όλων των μανάδων του κόσμου. Χθες, σήμερα κι αύριο.

Γι’ αυτό κόβεις τα μαλλιά σου τόσο που φαίνονται οι σκέψεις σου να τρέχουν μπλε και κόκκινες μες στο κεφάλι σου. Ή δεν τα ξανακόβεις ποτέ. Και μπερδεύονται. Και μπερδεύεσαι. Και βγαίνουν μόνο τρίχες απ’ το στόμα σου.

Γι’ αυτό κόβεις το τζιν σου, για να μη μοιάζει με των άλλων παιδιών. Για να μοιάζει με των άλλων, των μεγάλων παιδιών, που είδες σε μια ταινία και σου έκαναν εντύπωση. Γιατί δεν το είχες ξαναδεί. Και για να μην το είχες ξαναδεί εσύ, δε θα το έχουν ξαναδεί οι πολλοί. Αλλά το τζιν σου δε σου κάνει πια. Ούτε εντύπωση ούτε στη μέση. Κι έβαλες κι έβγαλες πολλά σκισμένα τζιν. Από πάνω σου, από πάνω τους. Όπως όλοι. Αλλά εσύ δεν είσαι όλοι. Και θα τους κάνεις να το δουν.

Θα σε δουν στην κορυφή. Της σκηνής, του βουνού, του τραπεζιού, της τροφικής αλυσίδας. Κορυφή να ’ναι κι ό,τι να ‘ναι. Να τους βλέπεις από ψηλά. Να μην τους βλέπεις καλά. Να μην τους ξεχωρίζεις καλά-καλά. Για να ξεχωρίζεις. Καμία πρωτοτυπία. Σε αυτήν την κορυφή έφτασαν άλλοι πριν από εσένα. Αυτά τα κομψά less is more που φοράς έχουν φορεθεί πολύ. Πολύ πριν από εσένα.

Όπως κι αυτή η μουσική για την οποία περηφανεύεσαι. Που την παίζουν μόνο σε λίγα και καλά μπαράκια. Για λίγους και καλούς. Εκεί που θέλεις να σε βλέπουν ότι πηγαίνεις. Κι όσο πηγαίνεις, ακούς την άλλη μουσική, αυτή που ανεβάζεις τα παράθυρα του αυτοκινήτου σου για να μη βγει παραέξω. Για να μην ακουστεί ότι είσαι mainstream. Εγώ πάντως δε θα το πω σε κανέναν.

Αλλά θα το πω σε εσένα, καμία πρωτοτυπία. Κι αυτή η κορυφή, όλο και πιο ψηλά πηγαίνει. Κι αυτές οι πατημασιές στον δρόμο, σε όποιον δρόμο κι αν βρεθείς, δεν είναι δικές σου. Ψυχαναγκαστικά πατάς ανάμεσά τους στις μύτες των ποδιών σου μήπως και τις αποφύγεις. Αλλά πας απ’ τον δρόμο. Κι είναι ήδη στρωμένος. Και φτιάχτηκε πριν φτιαχτείς εσύ. Για παπούτσια που δε φτιάχνουν πια. Και θαυμάζεις άλλες εποχές μέσα απ’ τα έργα άλλων, όπως τις βλέπεις με ξένα μάτια. Αλλά ονειρεύεσαι κι αυτές που θα ‘ρθουν. Με όλα αυτά τα θαυμαστά που φτιάχνεις στο κεφάλι σου. Αλλά από ποιον; Από εσένα που δεν έχεις καμία πρωτοτυπία; Που θέλεις τόσο πολύ να ξεχωρίσεις και, τελικά, το μόνο που καταφέρνεις είναι να επιλέγεις με ποιους ξεχωριστούς θα μοιάζεις.

Θα μου πεις δεν υπάρχει παρθενογένεση. Η μόδα κάνεις κύκλους, η μουσική είναι διαχρονική κι η τέχνη προνόμιο των νεκρών. Κι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Εσύ επαναλαμβάνεσαι. Ή ακόμα χειρότερα, επαναλαμβάνεις. Τις ζωές των άλλων. Φοράς ρούχα που φτιάχτηκαν για εποχές που είχαν τέσσερις εποχές. Κι ας μας έχουν μείνει μόνο δύο. Χορεύεις με βήματα άλλων και μιλάς με πάθος για το πώς μιλούσαν στα έργα τους οι νεκροί. Το μυστικό, όμως, που πήραν μαζί τους, δεν είναι και τόσο μυστικό. Είναι μία απ’ τις πιο κλισέ φράσεις στην ιστορία. Που επαναλαμβάνεται. Η τέχνη μιμείται τη ζωή. Δεν είναι τίποτα άλλο απ’ την έκφραση της ζωής. Της κάθε ζωής, σε κάθε εποχή.

Η μουσική, η ζωγραφική, η ποίηση, η μόδα και κάθε μορφή έκφρασης είναι το μέσο για να για να πεις ποιος είσαι, ποια είναι η ζωή σου. Για να πεις την ιστορία σου. Είναι ο τρόπος που φέρνουμε στο σήμερα συναισθήματα κι αγωνίες που ακολουθούν τον άνθρωπο από τότε που άρχισε να ‘ναι άνθρωπος. Δεν είσαι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που ένιωσε την αγάπη, την απώλεια, τον φόβο για τον θάνατο ή τον φόβο για τη ζωή. Είσαι, όμως, ο πρώτος και ο τελευταίος που τα νιώθει με τον δικό σου τρόπο.

Είσαι ένα πρωτότυπο που φτιάχτηκε και μετά έσπασε το καλούπι.  Γι’ αυτό μην ψάχνεις άλλο καλούπια που να σε χωράνε. Που κολυμπάς και χάνεσαι. Που περισσεύεις και μαζεύεσαι κι αλλάζεις σχήμα. Και παραμορφώνεσαι. Ναι, δεν υπάρχει παρθενογένεση. Είσαι η παρθενογένεση.

 

Συντάκτης: Γιάννα Κατ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη