Στις μέρες μας το καλό φλερτ είναι σπάνιο. Οι περισσότεροι άνθρωποι κρύβονται πίσω από μια οθόνη και ένα πληκτρολόγιο και εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους για τον άλλον με αντιδράσεις σε ιστορίες και με μερικά πρόχειρα likes. Υπάρχει κρίση στο φλερτ. Από εκεί που ήταν μια αυθόρμητη αντίδραση ενδιαφέροντος έχει καταλήξει να είναι δυσεύρετο. Κι όσοι πραγματικά κατέχουν το άθλημα είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Στον αντίποδα αυτών υπάρχει βέβαια και μια ακόμη κατηγορία -ευτυχώς εξίσου σπάνια. Σε αυτήν βρίσκονται εκείνοι οι άνθρωποι που φλερτάρουν ασύστολα μα με πολύ επιθετικό τρόπο. Με έναν τρόπο που απαιτεί να γίνει το δικό τους χωρίς να τους αφορά αν εσύ ενδιαφέρεσαι, αν είσαι ελεύθερος, αν έχεις όρεξη ή γιατί δεν έχεις. Υπάρχει το φλερτ που δεν είναι ένδειξη ενδιαφέροντος για το πρόσωπό σου αλλά ένδειξη μιας πιθανής ανάγκης για επιβολή εξουσίας.

Θα σου έχει τύχει κι εσένα, κάποια στιγμή, να σε φλερτάρει κάποιος σε τέτοιο σημείο που να νιώθεις πως πραγματικά έχει ξεπεράσει τα προσωπικά σου όρια και δε δέχεται την επιλογή σου να μη θες. Να επιμένει, να σε προκαλεί με τη συμπεριφορά του να του μιλήσεις , να σε ακολουθεί, να εμφανίζεται μπροστά σου ξαφνικά, να σου στέλνει μηνύματα σε άκυρο χρόνο κι ένα σωρό άλλα πράγματα που δείχνουν πως δεν έχει μάθει να δέχεται την απόρριψη και κυρίως δεν έχει μάθει να σέβεται την επιλογή του άλλου. Πρόκειται για άτομα άκρως διεκδικητικά που προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους δεν υπολογίζουν τίποτα ούτε καν έναν άλλον άνθρωπο κι έτσι το μόνο που προκαλούν είναι αρχικά ενόχληση που όσο περνούν τα όρια γίνεται φόβος για το τί άλλο είναι διατεθειμένοι να κάνουν.

Σίγουρα το φλερτ είναι όμορφο και αναζωογονεί τον άνθρωπο όμως καλό είναι κι αυτό να έχει ένα μέτρο. Όταν ένας άνθρωπος δείχνει να μην είναι διαθέσιμος χρειάζεται να σταματάει το όποιο στενό μαρκάρισμα πάει να γίνει. Δεν είναι ούτε διασκεδαστικό ούτε δείχνει αυτοπεποίθηση το να μη δέχεσαι την άρνηση, επιμένοντας ακόμη περισσότερο. Θεωρείται παρενόχληση και καταπάτηση των προσωπικών ορίων. Σε τέτοιες λοιπόν περιπτώσεις κι αν σου έχει συμβεί, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι πρώτα από όλα να αδιαφορήσεις και βέβαια να προφυλαχθείς.

Η αδιαφορία όσο έντονη κι αν είναι δε φτάνει, γιατί τέτοια άτομα ζουν κι αναπνέουν για την πρόκληση που αισθάνονται όταν εσύ αρνείσαι. Δεν τα εξάπτεις εσύ συγκεκριμένα. Γουστάρουν την όλη φάση της διεκδίκησης, το ότι έχουν τον έλεγχο, το ποσό ευάλωτος εσύ μπορεί να νιώθεις όσο εκείνοι -και μόνο εκείνοι- συνεχίζουν απτόητοι το παιχνίδι τους. Γουστάρουν να είσαι η μαριονέτα τους που κινείται σύμφωνα με τις δικές τους κινήσεις μιας και δεν έχεις την παραμικρή ιδέα για το τι θα επακολουθήσει. Γι’ αυτό ακριβώς, όταν αρνηθείς, πρέπει να είναι ξεκάθαρο και χωρίς να επιδέχεται παρερμηνείας. Διότι κάθε αντίδρασή σου κάνει τα άτομα αυτά να θέλουν να συνεχίζουν αυτό που ξεκίνησαν. Ενώ αν δεν εισπράξουν πως σε ενοχλούν θα χάσουν το κίνητρο και θα σταματήσουν.

Προφανώς δε μιλάμε για καταστάσεις που θα φτάσουν σε τέτοιο άκρο που θα κινδυνεύσουν σωματικές ακεραιότητες και υποστάσεις, αν και δυστυχώς είναι εύκολο να ξεφύγει ο έλεγχος όταν μια άρνηση δε γίνεται πρώτον αντιληπτή και κατ΄επέκταση αποδεκτή. Όμως, δε χρειαζόμαστε έναν τέτοιο έρωτα, ένα αντίστοιχο φλερτ, ούτε στο ελάχιστο, οπότε είτε είσαι η πλευρά που φλερτάρει είτε αυτή που δέχεται το φλερτ, κατά περίπτωση, να έχεις πάντα τη συγκατάθεση του ανθρώπου που βρίσκεται απέναντί σου. Αν αναρωτιέσαι, δεν την έχεις. Μόνο το «ναι», είναι ξεκάθαρο «ναι». Όλα τα άλλα είναι απλώς «όχι».

Το κομμάτι της αυτοπροστασίας είναι εξίσου σημαντικό. Τέτοιοι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να κάνουν τους άλλους ευάλωτους. Είναι οι θύτες που αναζητούν το θύμα τους για να νιώθουν ολοκληρωμένοι.  Σε χρειάζονται, εσένα και τον οποίον έχει βρεθεί στη θέση σου, γι’ αυτό τα μόνα θύματα της υπόθεσης είναι εκείνα. Θύματα του εαυτού τους.

Το πιο σημαντικό όμως είναι να μη φοβάσαι. Άλλωστε, έχεις κάθε δικαίωμα να αρνηθείς την προσφορά κάποιου να σε πλησιάσει. Κι ό, τι δε μας κάνει, καλώς δε μας κάνει, γιατί προφανώς χτύπησε το καμπανάκι μέσα μας που προειδοποιητικά είπε να μην πλησιάσουμε. Κι αυτό το καμπανάκι, κάθε φορά που χτυπάει, έχει λόγο. Και στον πραγματικό, γνήσιο έρωτα και το ενδιαφέρον που αυτός φέρει, παραμένει σιωπηλό.

 

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Ραυτοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου