Οι άνθρωποι είμαστε συντροφικά όντα. Πάντα θ’ αναζητούμε το άλλο μας μισό και πάντα θα προσπαθούμε. Πάντα; Μάλλον εδώ πρέπει να γίνει μια μικρή διόρθωση. Όχι πάντα, μόνο όταν έχουμε το θάρρος. Ελάτε να σας πάρω μαζί μου σ’ αυτό το ταξίδι της ερωτικής ατολμίας.

Ας πούμε πως βρίσκεσαι στη φάση «Ποτέ ξανά.» Ποτέ ξανά δε θα ερωτευτείς, ποτέ ξανά δε θα λιώσεις για κανέναν. Για πρώτη κίνηση λοιπόν ούτε λόγος. Κάπου εκεί, βέβαια, ο θεός έρωτας σε παρακολουθεί και γελάει, γιατί ξέρει. Βγαίνετε λοιπόν ένα ωραίο καλοκαιρινό απογευματάκι για καφέ με τους φίλους κι εκεί που ρουφάτε ανέμελα το φραπεδάκι (δε θέλω να σχολιαστεί η επιλογή καφέ) έρχεται στην παρέα ένας γνωστός του γνωστού σας, άνθρωπος. Αρχικά δε δίνεις σημασία, αλλά κάποια στιγμή τα βλέμματα συναντιούνται. Έτσι ξαφνικά (που λέει κι αγαπημένος τροβαδούρος), νιώθεις σαν κάποιος να σε έβαλε στη πρίζα. Σαν να σε διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Η καρδιά σου παίζει ταμπούρλο στους κροτάφους κι αυτή η βαρύτητα που σε κρατούσε στη γη έχει χαθεί. Το «ποτέ ξανά» έγινε ένα εύκολο «αχ, πάλι». Γύρω σου δεν υπάρχει κόσμος, πάρα μόνο αυτά τα δυο μάτια. Ο φτερωτός Θεός έχει αράξει στη θέση σου κι απολαμβάνει πλέον το φραπεδάκι σου.

Από εκείνη τη στιγμή τίποτα άλλο δε μετράει. Ξυπνάς και κοιμάσαι με τη σκέψη του στο μυαλό σου. Περιμένεις πότε θα ξαναβρεθείτε για να ανταλλάξετε έστω και μια κουβέντα. Κάθε φορά που βρίσκεστε στον ίδιο χώρο είναι λες και δεν υπάρχει γύρω ο πλανήτης. Κοιτάς το κινητό μέρα νύχτα, μην τυχόν σου έστειλε και δεν το άκουσες. Οι συνομιλίες σας είναι το καλύτερο σημείο της ημέρας σου. Κάθε φορά που βρίσκεστε σε κοινή παρέα, περιμένεις να πλανηθεί το βλέμμα του στον χώρο κι ελπίζεις να σταματήσει πάνω σου, έστω για λίγο. Κι ενώ μέσα σου γίνονται μάχες, μαίνονται φωτιές, παίζουν όλα τα καψουροτράγουδα που ξέρεις εναλλάξ με όλες τις μπαλάντες, φαντάζεσαι σκηνές από ταινίες με τον Χιου Γκράντ, πουλάκια τιτιβίζουν, όσο ο εγκέφαλος έχει πέσει τ’ ανάσκελα κι απολαμβάνει κοκτέιλ στην Καραϊβική πλάι στο κύμα. Κι όμως, εξωτερικά φαίνεσαι τόσο ήρεμος και συγκροτημένος, που άνετα κάποιος σε σκουντάει για να δει αν σε πήρε ο ύπνος.

Εσωτερικά βέβαια, δε θέλεις τίποτα άλλο από το να παραμερίσεις τους πάντες, να καβαλήσεις τα τραπέζια και τις καρέκλες που σας χωρίζουν, να αρπάξεις τον άνθρωπο, που έχει κάνει τα πάντα μέσα σου άνω κάτω και να του σκάσεις ένα γλωσσόφιλο ξεγυρισμένο. Αλλά, κι εδώ είναι που έρχεται ένα μεγάλο αλλά, εκτός από συντροφικά όντα, είμαστε και λίγο χέστες. Φοβόμαστε να εκφράσουμε αυτό που νιώθουμε μην τυχόν μας απορρίψουν, μην τυχόν δεν είναι σωστό και πρέπον. Λέμε πως, φάση είναι θα περάσει, ενώ ουσιαστικά αραδιάζουμε ψέμματα σ’ εμάς και στους γύρω μας. Λες κι υπάρχει τίποτα ομορφότερο από τον έρωτα. Λες κι είναι βρισιά ή προσβολή να πεις σε κάποιον ότι τον σκέφτεσαι συνέχεια κι ότι πεθαίνεις για τη στιγμή που θα είσαστε μαζί, έστω και στην παρέα. Λες κι υπάρχει πιο αγνό κι ανόθευτο συναίσθημα από την αγάπη και τον έρωτα.

Πείτε το παιδιά κι ας σας απορρίψουν κι ας μην είναι αμοιβαίο. Τουλάχιστον θα ξέρετε ότι προσπαθήσατε, ότι κάνατε έναν άνθρωπο χαρούμενο που έγινε κομμάτι της ζωής σας και της καρδιάς σας. Η ζωή είναι μικρή για να μετανιώνεις για όλες τις φορές που δεν έκανες αυτό που ήθελες.

Συντάκτης: Αμάντα Δουλγεράκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου