Πολλοί λένε πως η ζωή είναι ένα ταξίδι κι οι συνταξιδιώτες που επέλεξες σε αυτό είναι οι φίλοι. Εγώ στη φιλία βλέπω κάτι παραπάνω από μια στείρα συνύπαρξη. Φίλοι είναι τα μάτια που θέλεις να μοιραστούν κοινές εικόνες με τα δικά σου, η ακοή τους κοινές μουσικές, τα χέρια τους κοινά αγγίγματα, το μυαλό τους κοινές σκέψεις. Παιδικές σκανταλιές κι εφηβικούς έρωτες, ενήλικους προβληματισμούς, ταξίδια, όνειρα, ιδέες, κοινή ζωή.

Τους ξέρεις από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου ή απ’ την πρώτη μέρα σου στη σχολή. Ήταν συνάδελφοι, ίσως τυχαίοι περαστικοί κι έγιναν κολλητοί, αδέρφια, το παρεάκι σου. Με αυτούς μοιράστηκες μυστικά και παγωτά, τσιγάρα σε προαύλια και συναυλίες, μεθύσια κι ερωτικές απογοητεύσεις, σκηνές και sleeping bags σε εκδρομές. Είναι εκεί για ‘σένα κι είσαι εκεί γι’ αυτούς. Συναποτελείτε ομάδα αδιαχώριστη, είστε ο ένας υπερασπιστής του άλλου. Μοιράζεστε ζωές σχεδόν παράλληλες αλλά κι εφαπτόμενες.

Από μακριά μοιάζετε με μια χούφτα αταίριαστους περίεργους. Όμως εσείς και μόνο εσείς ξέρετε πόσα κοινά σας δένουν αλλά και πόσες διαφορές ξεπερνάτε για χάρη της φιλίας σας. Κι έτσι στο αναπάντεχο αυτό ταξίδι της ζωής, βρίσκεσαι συνοδοιπόρος ατόμων με διαφορετικές δυνατότητες, συνήθειες κι ασχολίες, ποικίλα ενδιαφέροντα και χαρακτήρες. Στέκεσαι ανάμεσα σε ευφυείς και νωχελικούς, ρεαλιστές και μόνιμα ερωτευμένους, σοβαρούς και μετρημένους, αστείους και ατακαδόρους.

«Λενιώ, έλα να βγάλουμε μια selfie κλείνοντας ο ένας το μάτι στον άλλο. Θέλω να τη δει η Βάλια και να σκάσει απ’ το κακό της που σου κάνω γλύκες! Τι εννοείς δεν μπορείς να κλείσεις μόνο του το ένα μάτι; Χαχαχα πλάκα μου κάνεις, έτσι; »

Υπάρχουν κι αυτά τα άτομα στην παρέα. Το Λενιώ που δεν μπορεί να κλείσει τσαχπίνικα το ένα της μάτι. Κι ο Γιώργος που δυο μέτρα παλικάρι δεν μπορεί να σφυρίξει με τα δάχτυλα και να ακουστεί από εδώ μέχρι απέναντι! Ο Κωστής, γέννημα θρέμμα Ευβοιώτης και κολυμπά με δυσκολία στα ρηχά γιατί ποτέ του δεν το έμαθε και δεν το γούσταρε το κολύμπι. Και ο Άγγελος που μεγάλωσε στην πόλη, δεν κατάφερε από παιδί να οδηγήσει το γυαλιστερό ποδήλατο της Κατερίνας. Για ορθοπεταλιά ούτε που να γίνεται λόγος.

Υπάρχουν εκείνοι οι φίλοι μας, οι οποίοι αδυνατούν να κάνουν πράγματα που εμείς θεωρούμε αυτονόητα. Κι όταν το μικρό τους μυστικό αποκαλύπτεται γίνονται ο γλυκός περίγελος της παρέας και τα σχόλια πέφτουν βροχή. Τα γέλια στο παρεάκι τα προκαλεί η αδεξιότητά τους στη ζωγραφική ή η εξευτελιστικοί μορφασμοί τους καθώς προσπαθούν να κάνουν φούσκες ανεπιτυχώς με τις τσίχλες τους.

Δεν είναι, φίλοι μου, ντροπή να είσαι διαφορετικός. Δεν είναι αδιανόητο που δεν μπορεί η Ελένη να κλείσει πονηρά το μάτι στο αγόρι που την κοιτά συνωμοτικά στην καφετέρια. Μάλιστα, το ξέρει κι η ίδια πως η αδυναμία της αυτή είναι πολύ αστεία. Γι’ αυτό, κάθε φορά που ο Αντώνης έχει τις μαύρες του, πάει μπροστά του με ύφος σοβαρό και τάχα ερωτευμένο και κάνει εκατό γελοίες γκριμάτσες προσπαθώντας να του κλείσει το μάτι με νάζι. Και αυτός αμέσως γελάει δυνατά, την αγκαλιάζει, τη φιλά στο μάγουλο και της ψιθυρίζει: « Μου έφτιαξες τη μέρα, ρε τρελό. Μην αλλάξεις ποτέ. »

Κι ο Κωστής που δεν μπορεί να κολυμπήσει, τα καλοκαίρια στέκεται καμαρωτός στο μπαράκι της παραλίας κι υποκρίνεται το γόη· οι φίλοι του τον κοιτούν μέσα απ’ τη θάλασσα και γελάνε με υστερία. Όταν όμως τον φωνάζει ο παιδικός του έρωτας, η Αναστασία, να κολυμπήσουν γιατί « βράζει ο τόπος, ρε Κωστή! », ξεπερνά τη φοβία χάρη στην καψούρα και βουτά στη θάλασσα όσο πιο ρηχά μπορεί. Κι εκεί τα γέλια κορυφώνονται με τη δειλία του: « Πίσω απ’ το μπαράκι μας το παίζεις και μάγκας, Κωστή! » Η Αναστασία όμως μέσα της καμαρώνει γιατί γνωρίζει πως για πάρτη της κάνει αυτή την υπέρβαση.

Κάτι που εσύ δεν μπορείς ποτέ να κάνεις σωστά, κάποιος διπλανός σου –ή κάποιος Εσκιμώος στην άλλη άκρη της Γης– το πραγματοποιεί σχεδόν αβίαστα. Κι αντιστρόφως μια προσωπική σου συνήθεια μπορεί για κάποιον να είναι ένας καθημερινός Γολγοθάς. Απ’ τα μικρότερα ως και τα πιο σπουδαία πράγματα στη ζωή, τίποτα δεν είναι για όλους δεδομένο!

Εκείνους τους φίλους που τσαλακώνονται μπροστά σου και σου αποκαλύπτουν τις μικρές κι ασήμαντες αδυναμίες τους να μην τους κοροϊδεύεις, αντίθετα να τους αγαπάς λίγο περισσότερο. Αφενός γιατί γουστάρουν να σε κάνουν να χαμογελάς κι αφετέρου γιατί σε αγαπούν αληθινά κι αυτοί για να σου ανοίγονται και σου δείχνουν τη γυμνή ψυχή τους και το αληθινό τους πρόσωπο. Χωρίς τη μάσκα αυτή την υποκριτική της δήθεν σοβαρότητας. Χωρίς να φοβούνται μήπως γίνουν ο περίγελος της παρέας. Είστε φιλαράκια. Το γνωρίζουν. Και θα αυτοσαρκαστούν αν χρειαστεί να σε δουν να χαμογελάς.

Κι εσύ, Άγγελε, που κάθε τόσο μάταια προσπαθείς να κάνεις ορθοπεταλιά μη νιώθεις γελοίος. Η Κατερίνα την ξέρει την αδυναμία σου. Δε σε περιγελά. Της αρέσει να σου δείχνει τον τρόπο να κάνεις ποδήλατο σωστά. Είναι ο μόνος τρόπος που έχει για να σου αποσπάσει λίγο την προσοχή. Να σου κλέψει ένα λεπτό πριν την αφήσεις σπίτι και πάλι για να δεις τον ποδοσφαιρικό αγώνα. Γυρεύει την παρέα σου. Να το θυμάσαι.

 

Επιμέλεια Κειμένου Φένιας Σκαρλά: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Φένια Σκαρλά