Οι εκλογές, αποτελούν μια θεμελιώδη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Είναι η ύψιστη δημοκρατική πράξη του πολίτη, για να συμβάλει και να επηρεάσει με την ψήφο του στη λήψη αποφάσεων, στην εκλογή αντιπροσώπων, αλλά και να ορίσει την πολιτική κατεύθυνση που επιθυμεί να πάρει η χώρα του. Παρέχουν μια οδό για ειρηνική μετάβαση εξουσίας. Το πολιτικό δικαίωμα του εκλέγειν αποτελεί, με βεβαιότητα, την κορωνίδα της δημοκρατίας.

Στη σημερινή εποχή, βέβαια, υπάρχει αρκετός κόσμος που απέχει από αυτή τη διαδικασία. Στις Εκλογές του 2019, από επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών, το ποσοστό συμμετοχής ανήλθε στο 57,78%, ούτε καν 6 στους 10 δεν πήγαν να ψηφίσουν. Το ποσοστό, δε, στις εκλογές της Κυριακής, προβλέπεται αρκετά μεγαλύτερο. Η δημοκρατία για ν’ ανθίσει, θέλει πράξεις κι όχι αποχή, θέλει επιλογές, ευθύνη κι αποφασιστικότητα. Πώς μπορεί λοιπόν να επιτευχθεί η επανάσταση, η ανατροπή, το καινούργιο, αν αυτό πραγματικά θέλουμε, χωρίς πράξη; Τη στιγμή που ψηφίζουμε, δεν εκπροσωπούμε μόνο τον εαυτό μας αλλά το σύνολο των πολιτών της δημοκρατικής κοινωνίας στην οποία ανήκουμε. Γιατί λοιπόν παραιτούμαστε, όταν ο καθένας μπορεί να επιφέρει μια πολιτική αλλαγή;

Κανείς δεν κατάφερε τίποτα μέσα από την απραξία ή τη σιωπή, γιατί περί σιωπής πρόκειται, όταν απέχουμε από τη διαδικασία της ψηφοφορίας. Φυσικά σε όλο αυτό υπάρχει κι ο αντίλογος που λέει «δε με καλύπτει κανείς», αν και μου είναι αρκετά δύσκολο να το πιστέψω ότι ανάμεσα σε 27 κόμματα και 8 συνδυασμούς, όπως ανακήρυξε κι επισήμως ο Άρειος Πάγος, δεν υπάρχουν καθόλου αξιόλογοι άνθρωποι. Να τονίσω εδώ, ότι και το σύστημα που εφαρμόζεται στις εκλογικές αναμετρήσεις στην περίπτωση του λευκού ή ακόμη και του άκυρου, έχει βρει παραθυράκια, αφού αφαιρούνται από την τελική καταμέτρηση και δεν επηρεάζουν καθόλου τα ποσοστά των κομμάτων. Επομένως δεν είναι μια πράξη αντισυστημική, μα περισσότερο μια τρύπα στο νερό.

Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε ότι υπάρχει ένα θέμα, διότι το λευκό είναι μία άποψη, είναι μία πολιτική θέση, η οποία όμως δεν έχει κανένα πραγματικό αντίκτυπο. Κάποιος εδώ ίσως έλεγε “μονά-ζυγά δικά τους” χωρίς να πούμε ότι κάνει λάθος ή να του αντιπαραθέσουμε κάποια επιχειρήματα. Ίσως θα πρέπει να βρεθεί, ένας νέος τρόπος μέτρησης των ψήφων, όλων των ψήφων. Σε αυτό το κομμάτι, θα πρέπει να βοηθήσουν οι νέοι άνθρωποι, τα νέα μυαλά, μακριά από τις παθογένειες του παρελθόντος. Με τον ενθουσιασμό της νεότητας που τους διακατέχει, να γίνουν μπροστάρηδες. Κακά τα ψέματα, αν θέλουμε κάποια στιγμή να πάει μπροστά ο τόπος, μόνο αν ποντάρουμε στους νέους μπορεί να γίνει πραγματικότητα.

Την πρώτη φορά που ετοιμαζόμασταν να ψηφίσουμε, θυμάμαι για τη γενιά μου, πως πιστεύαμε ότι η δική μας η ψήφος μετράει για εκατό, ότι πλέον είμαστε ίσοι με τους μεγαλύτερους κι ότι συμβάλουμε με θετικό τρόπο στην κοινωνία μας, άσχετα αν ένα μεγάλο ποσοστό από εμάς, ψήφιζε ό,τι έλεγε ο μπαμπάς και η μαμά. Κάναμε όνειρα, ότι με τη δική μας ψήφο –άσχετα αν ήταν μία στις τόσες χιλιάδες– θα φέρναμε ένα καλύτερο μέλλον για εμάς, για τα παιδιά μας, όσοι έβλεπαν και λίγο πιο μακριά. Η πραγματικότητα όμως έδειξε ότι δεν καταφέραμε τίποτα· για να μη φανώ και μηδενιστής, να πω ότι καταφέραμε ελάχιστα από αυτά που ονειρευόμασταν όταν ψηφίζαμε για πρώτη φορά. Ας δώσουμε λοιπόν στους σημερινούς νέους το δικαίωμα να οραματιστούν κι αυτοί, ας μην τους κατακρίνουμε, ας μη βγάλουμε ένα ανόητο συμπέρασμα ότι δεν ξέρουν τίποτα – είδα κι εμείς που υποτίθεται ότι τα ξέραμε, τι καταφέραμε- ας τους δώσουμε το δικαίωμα του ονείρου.

Γεννημένοι το 2006, έχουν το δικαίωμα της ψήφου σε αυτές τις εκλογές. Η γενιά του ίντερνετ, του κινητού, της αποβλάκωσης, όπως λέμε εμείς οι μεγαλύτεροι και σοφότεροι (τρομάρα μας). Θα πάνε με όνειρα, με ελπίδες στην κάλπη, ότι θα καταφέρουν με την ψήφο τους  κάτι μεγάλο, κάτι τεράστιο, θα νιώσουν ενεργά μέλη της κοινωνίας, μιας κοινωνίας που εμείς οι μεγαλύτεροι φτιάξαμε και τώρα τους κουνάμε το δάχτυλο, λέγοντάς τους «αν μπορείς άλλαξέ την». Ίσως τους ζητάμε και περισσότερα απ’ αυτά που μπορούν να προσφέρουν. Τουλάχιστον όμως, ας τους αφήσουμε το δικαίωμα της ελπίδας.

Δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο οι δικοί μας γονείς, πίστευαν όταν πηγαίναμε για πρώτη φορά να ψηφίσουμε, ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα, τις καταστάσεις στην κοινωνία μας, ότι μπορούμε να φέρουμε μια καλύτερη ζωή. Κάποιοι από εμάς ίσως το νιώσαμε, ότι δηλαδή δεν το πίστευαν καθόλου. Εκ του αποτελέσματος, δεν μπορώ να πω ότι είχαν και πολύ άδικο. Ας μην κάνουμε τώρα κι εμείς το ίδιο λάθος. Μπορούμε να πάρουμε λίγο από τον ενθουσιασμό των νέων ψηφοφόρων, την ελπίδα, το όνειρο ότι θα καλυτερεύσει η κοινωνία μας και μαζί με τη νέα γενιά, να αγωνιστούμε γι’ αυτό. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, ας τους αφήσουμε να ζήσουν αυτό το όνειρο, έστω κι αν η μετέπειτα πραγματικότητα τους προσγειώσει ανώμαλα και στο μέλλον λένε κι αυτοί τα ίδια πράγματα που λέμε τώρα εμείς, για την τότε νέα γενιά. Αν μη τι άλλο, δήλωσαν με την ψήφο τους πως είναι ενεργά μέλη, πράγμα που πρέπει να κάνουμε όλοι μας, ανεξαρτήτως από το τι πιστεύουμε, ανεξαρτήτως από το τι ελπίζουμε -αν ελπίζουμε. Ας  εκμεταλευτούμε τη μοναδική ευκαιρία που έχουμε ως πολίτες, να μιλήσουμε, να εκφραστούμε και να ονειρευτούμε. Με την ψήφο μας.

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Φώτιος Λαμπαδάριος
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου