Τρέλα. Καθαρή, γλυκιά, αψυχολόγητη τρέλα. Βουτηγμένη στα άσπρα και ντυμένη μ’ αυτήν τη λευκή ρόμπα που σ’ αγκαλιάζει από πίσω, η γλυκούλα. Τρέλα είναι αυτό που θα πιάσει τη μάνα σου αν της πεις ότι παρατάς τη σχολή, αλλάζεις το όνομά σου σε Ντούγκα και πας να βοσκήσεις λάμα στο υψίπεδο του Θιβέτ. Τρέλα είναι επίσης αυτό που έρχεται μαζί με κάποια δικαιολογία του τύπου «Δε φταις εσύ, εγώ φταίω».

Η τρέλα, ή πιο επιστημονικά η επινεμόμενη ψυχωσική διαταραχή, δεν είναι αστείο πράγμα και δε θα ‘πρεπε να τη γελοιοποιώ. Σε χτυπάει κατακούτελα, σε κάνει να παραληρείς, να έχεις τρανές αβάσιμες υποψίες για το οτιδήποτε, να νομίζεις ότι παίζεις σε ένα άλλο Trueman Show, ή απλά να είσαι ευτυχισμένος-δυστυχισμένος ζώντας στο δικό σου ονειρικά-εφιαλτικά πλασμένο κόσμο με μονόκερους, λαχανί χλόη και τα σχετικά.

Όλοι έχουμε αναρωτηθεί σε κάποιο σημείο της ζωής μας αν είμαστε τρελοί. Εγώ προσωπικά αναρωτιέμαι ανησυχητικά συχνά. Και δε νομίζω ότι αυτό μας κάνει αυτόματα του γιατρού. Αν ήταν να μας μάζευαν γιατροί κάθε φορά που αναρωτιόμασταν μήπως πάσχουμε, τότε όλη η υφήλιος θα τραβιόταν σε ψυχιατρικές κλινικές – που μεταξύ μας, ίσως και να ‘πρεπε.

Συνήθως αυτή η «ήπια τρέλα» σε πιάνει τα βράδια που κάθεσαι μόνος σου σπίτι και χαζεύεις το ταβάνι ή τον τοίχο με το βίντατζ πόστερ απέναντί σου, αναλογιζόμενος τα υπαρξιακά σου. Όχι; Καλά, μπορεί και να το κάνω μόνο εγώ αυτό. Το θέμα μας είναι ότι οι σκέψεις οδηγούν σε υπερανάλυση κι η υπερανάλυση, τις περισσότερες φορές, οδηγεί σε παραλογισμό.

Δεν είμαι εδώ για να καθησυχάσω το παράλογο «εγώ» του καθενός με το να πω ότι αυτό είναι φυσιολογικό γιατί μπορεί και να μην είναι. Αυτό που έχω μάθει απ’ τη δική μου τρέλα είναι ότι μερικές φορές το μυαλό μας τρέχει και κάνει σκέψεις και δημιουργεί καταστάσεις μόνο και μόνο επειδή δεν μπορεί να δεχθεί την πραγματικότητα. Γιατί ευκολότερα πιστεύουμε ότι όλα είναι καλά –ή μάλλον θέλουμε να το πιστέψουμε– παρά το ότι η ζωή μας έχει φτάσει στον απόπατο.

Κάποιες φορές όμως, αφού το μυαλό έχει επεξεργαστεί υπερβολικά τα δεδομένα που του έχουμε δώσει, φτάνει στα πιο απίθανα συμπεράσματα. Δημιουργεί καχυποψία, γίνεται εμπόδιο της όποιας ευτυχίας μας, φτιάχνει προβλήματα εκεί που οι καταστάσεις δε θα μπορούσαν να είναι περισσότερο ευνοϊκές, στερεί ευκαιρίες, δίνει απογοήτευση.

Κι αλήθεια δεν ξέρω τι είναι χειρότερο. Να νομίζεις ότι όλα βαίνουν καλώς, όταν στην πραγματικότητα το ένα κακό διαδέχεται το άλλο, ή να είσαι πεπεισμένος ότι βυθίζεσαι όλο και περισσότερο στο δράμα σου, όταν η ταινία σου είναι κωμωδία;

Βέβαια υπάρχει και μια τρίτη εκδοχή, αυτή του να ξέρεις βαθιά μέσα σου ότι έχεις επιλεγεί μέσα από ένα σύνολο εκλεκτών, για να σώσεις τον κόσμο τούτο απ’ τις σκοτεινές δυνάμεις που κινούν τα νήματα του σύμπαντος – το τελευταίο ας κάνουμε ότι δεν ειπώθηκε ποτέ, ευχαριστώ.

Τρελοί, με χαρτί ή χωρίς, ενωθείτε. Τι κι αν πιστεύουμε ότι υπάρχει περίπτωση η ζωή μας ολόκληρη να είναι απλά ένα όνειρο απ’ το οποίο μια μέρα θα ξυπνήσουμε και δε θα θυμόμαστε τίποτα; Τι κι αν μας έχει περάσει απ’ το μυαλό η ιδέα ότι το φως που «βλέπουμε» στην άκρη του τούνελ είναι το άνοιγμα ενός νέου κόλπου; Τι κι αν μπορεί να φτιάχνουμε δικές μας θεωρίες συνομωσίας για να έχουμε σε κάτι να πιστεύουμε; Κανείς δεν μπορεί να υποδείξει έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης. Δεν μπαίνουν σε καλούπια αυτά τα πράγματα.

Ίσως να ‘ναι καλή η τρέλα που κουβαλάμε. Ίσως μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας. Να αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα διαφορετικά, πιο ροζ, πιο όμορφα. Λένε ότι οι τρελοί είναι οι καλύτεροι άνθρωποι. Ας πιαστούμε σ’ αυτό κι ας αφήσουμε τους σώφρονες να μπλεχτούν στην πραγματικότητά τους.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαριάννα Συμεωνίδη