2:40 πμ: Πάλι εσύ. Πάλι σε μένα. Πάλι στο κεφάλι μου με τις ίδιες σκέψεις, με τα ίδια λόγια. Με τα ίδια μάτια πάλι. Θολά μάτια που δεν μπορώ να καταλάβω αν τους λείπουν τα δικά μου ή αν τα ξέχασαν κι αυτά.

3:30 πμ: Ακόμη εδώ είσαι. Ακόμη εδώ είμαι. Να κοιτάζω το ταβάνι και να σκέφτομαι όλα αυτά που με κρατάνε στάσιμη. Που τα διώχνω αλλά καταλήγουν πάλι πάνω μου. Να μη με αφήσουν να τους φύγω, έστω κι αν προσπαθώ. Έστω κι αν στην πραγματικότητα, τους έχω φύγει από καιρό.

4:15 πμ: Σκέφτομαι πόσο άσχημο ήταν το τέλος. Και πόσο άσχημο είναι, εσύ, που με ήξερες σχεδόν ολόκληρη, πλέον να μην έχεις ιδέα γι’ αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μου. Και που θα ‘θελα τόσο να τα μοιραστώ. Να ‘βλεπα πώς θα αντιδρούσες. Αν θα χαιρόσουν για μένα. Αν θα μου ‘χες πίστη ακόμη.  Αν θα με διαβεβαίωνες ότι όλα θα πάνε καλά, όλα όπως τα θέλω.

Πόσο άσχημο είναι, αλήθεια. Που τίποτα δικό μου πλέον δεν μπορεί να σε φτάσει. Που περνάει η ζωή μου, με τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της και δεν τη βλέπεις καν. Που προσθέτω στο παρόν μου στιγμές κι ανθρώπους και συναισθήματα κι εσύ δε θα μπορούσες να νοιαστείς λιγότερο. Και που συνήθιζες να με ξέρεις, αλλά πλέον δεν έχεις ιδέα.

Εσύ που συζητούσες τα πάντα μαζί μου. Εσύ που μου ανοίχτηκες από την πρώτη στιγμή. Εσύ που με άκουγες ώρες να μιλάω για τη ζωή μου πριν με γνωρίσεις. Και που κατέληξες τώρα, να είσαι τόσο πολύ μακριά μου που να μην ξέρεις τίποτα απ’ αυτά που μου συμβαίνουν.

Και σκέφτομαι ότι δεν είσαι εσύ το στενάχωρο στοιχείο της υπόθεσης. Γιατί εγώ είμαι παραπάνω. Γιατί αντί να σκέφτομαι όλα εκείνα που με κάνουν να ξυπνάω χαρούμενη κάθε πρωί, αναλώνω το μυαλό μου σ’ εκείνα που με στεναχωρούν. Και που τα αποβάλλω κάθε μέρα, αλλά το βράδυ είναι εκεί, να με βάλουν για ύπνο.

Να μου πουν το παραμύθι ότι με κάποιον τρόπο με μαθαίνεις πάλι και να μου κλείσουν τα μάτια για να κοιμηθώ. Να πειστώ ότι κάπως ενδιαφέρεσαι για τη ζωή μου, να νομίζω ότι δε με έχεις ξεγράψει απ’ τη δική σου. Και να λέω στον εαυτό μου ότι κατά βάθος ξέρεις κι ότι χαίρεσαι για μένα.

Και ξέρω ότι δε θα ‘πρεπε. Αλλά αν το να έχεις πίστη σε κάποιον που θα ‘θελες πάλι στη ζωή σου είναι λάθος, τότε τι να τα κάνω όλα τα σωστά του κόσμου; Ακόμη κι αν αυτόν τον κάποιον, τον ήθελες με διαφορετική ιδιότητα απ’ αυτήν που είχε κάποτε. Διαφορετική από ‘κείνη την ιδιότητα που του είχες δώσει εσύ.

Ακόμη κι αν τον ήθελες μόνο για τις συζητήσεις. Μόνο για να βλέπει τα μάτια σου να λάμπουν κάθε φορά που μιλάς γι’ αυτά που αγαπάς. Και για όλα εκείνα που δεν ξέρει και που θα ‘πρεπε να μάθει, πριν φύγεις οριστικά απ’ τη ζωή του. Γιατί έτσι θα τελειώσει. Με ένα μήνυμα οριστικό, από μια αποβάθρα τρένου, από ένα λιμάνι, από ένα αεροδρόμιο.

5:30 πμ: Πάλι εσύ. Πάλι σε μένα. Με μια αγκαλιά γνωστή, να μου θυμίζει κάτι που συνήθιζα να ξέρω. Να καταλαβαίνω την ασχήμια του να μη γνωρίζεις πλέον τίποτα για κάποιον που ήξερες τα πάντα. Και να είμαι σίγουρη για ένα πράγμα. Πόσο πολύ με ήξερες τελικά και πόσο δε σε ήξερα εγώ.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Πωλίνα Πανέρη

 

Συντάκτης: Μαριάννα Συμεωνίδη