«Σ’ αγαπώ».

Δυο λέξεις. Δυο λέξεις που έχεις ακούσει, που έχεις πει, που τις χάρηκες, που τις ζήλεψες. Δυο λέξεις που ακόμη κι αν υπήρχανε φορές που μετάνιωσες που τις ξεστόμισες, θα ‘θελες  να βρεθεί ξανά ένας άνθρωπος που θα σε κάνει να θέλεις να τις ξαναπείς ή να τις ακούσεις από εκείνον, ακόμη κι αν κατάφερες να πείσεις τον εαυτό σου πως δεν τις έχεις ανάγκη. Τις έχεις όμως. Τις χρειάζεσαι, όπως τις χρειάζονται και οι άλλοι από εσένα. Τα «σ’ αγαπώ» δε θα ‘ναι ποτέ αρκετά! Πάντα θα ελπίζουμε να προστίθενται κι άλλα στη ζωή μας.

Τι γίνεται όμως με όλα εκείνα τα «σ’ αγαπώ» που δεν καταφέρανε ποτέ να φθάσουν στον προορισμό τους; Εκείνα που ο φόβος της απόρριψης έπνιξε πριν καν φθάσουν στα χείλη σου;  Εκείνα που σκεφτόσουν πως ήτανε πολύ νωρίς για να ειπωθούν ή πολύ αργά για να σώσουν οτιδήποτε; Εκείνα που πίστευες πως δεν ήτανε απαραίτητα αφού την αγάπη σου την έδειχνες με πράξεις; Όλα εκείνα τα «σ’ αγαπώ» που χρωστάς.

Ίσως γι’ αυτό ο κόσμος μας γέμισε από «σ’ αγαπώ» γραμμένα σε κάρτες, δώρα, μπλούζες, ακόμη και μαξιλάρια.  Δε σου κάνει εντύπωση που το έχουμε γράψει παντού; Να είναι από την ανάγκη μας να το ακούμε ή από τις τύψεις μας που δεν το είπαμε όσο συχνά θέλαμε; Κι εντάξει με τα «σ’ αγαπώ» που χρωστούσαμε, με τ’ άλλα που χρωστάμε ακόμα, τι θα γίνει; Αυτά που θέλουν να πεταχτούν σαν φωτιά δράκου από το στόμα μας και να κάψουν κάθε ανασφάλεια, κάθε αμφιβολία και δισταγμό του απέναντί μας. Αυτά; Θα τα χρωστάς κι αυτά; Μυαλό δεν έβαλες;

Πρέπει να ειπωθούν και πρέπει να γίνει τώρα! Πες το κι ας μην έχει προλάβει να ωριμάσει η σχέση, ας μην είναι οι κατάλληλες συνθήκες, ας μην ειπωθεί με θέα το φεγγάρι. Ας έχεις για θέα μια μπριζόλα την ώρα που τρώτε το μεσημέρι, ας είναι την ώρα που φτιάχνει τα μαλλιά της στον καθρέπτη και το μόνο που δεν περιμένει ν’ ακούσει να ‘ναι αυτό. Ας είναι την ώρα που σε πήρε τηλέφωνο να πας να τον πάρεις από την δουλειά ή μια Δευτέρα βράδυ, που από τη βαρεμάρα θα πεθαίνετε.  

Αν το νιώθεις πες το! Πες το για όσο το νιώθεις. Μη περιμένεις να εξετάσεις αν νιώθει κι ο άλλος το ίδιο. Τι θα συμβεί σε κάποιον που δεν είναι άρρωστος αν του δώσεις ένα depon; Τίποτα! Πόση ανακούφιση όμως θα του προσφέρει αν το χρειάζεται; Τα «σ’ αγαπώ»,  είναι το αντίδοτο των ερωτευμένων και δεν πρέπει να χρωστάς ούτε ένα! Αν κάποιος ένιωθε κάτι δυνατό για εσένα θα ήθελες να το ξέρεις;  Τότε μη κρατάς κι εσύ κρυφό από τον άλλον, αυτό που νιώθεις.

«Συγγνώμη» θα πεις και θα ‘ναι κι αυτή μια λέξη που πάντα έρχεται καθυστερημένα στα χείλη μας. Άλλη μια λέξη που βγαίνει με δυσκολία κι όταν τελικά αποφασίσουμε να την πούμε, έχει χάσει τη σημασία της.

Πες συγγνώμη που πλήγωσες, που δε χειρίστηκες όπως θα ‘πρεπε μια κατάσταση, που ξέχασες κάτι σημαντικό, που δεν έφθασες στον προορισμό σου, που είπες ψέματα, που δείλιασες, που είχες δόλο, που δεν ένιωσες ό,τι κι οι άλλοι, αλλά τους άφησες να πιστεύουν το αντίθετο. Πες συγγνώμη που δεν προσπάθησες όσο θα ήθελες, που δεν αφέθηκες, που «’επνιξες» ανθρώπους με το ενδιαφέρον σου. 

Ζήτα συγγνώμη τώρα κι από τον εαυτό σου, που έχασες τόσο χρόνο και ξεκίνα να κλείνεις τους ανοικτούς λογαριασμούς σε « σ’ αγαπώ» και «Συγγνώμη».  Όποιον αγάπησες, όποιον πρόδωσες, όποιος σε πλήγωσε, όλοι πρέπει να γνωρίζουν πως ένιωθες όταν συνέβη κι όλοι όσοι είναι τώρα στη ζωή σου, πρέπει να μάθουν πως νιώθεις γι’ αυτούς. Μεγάλωσες κι όσο μεγαλώνεις κι άλλο,  θα καταλαβαίνεις όλο και περισσότερο τη σημασία του να είσαι ξεκάθαρος απέναντι στους ανθρώπους και τα συναισθήματά τους. Πόσοι έρωτες θα ξεκινούσανε από μία κουβέντα και πόσες complicated σχέσεις θα ξεμπέρδευαν στο λεπτό! Αρκεί να λέγαμε ό,τι νιώθαμε.

Πες μια συγγνώμη εκεί που πλήγωσες και μαλάκωσε το θυμό που ο άλλος τρέφει για σένα, καιρό τώρα. Πες  και  «σ’ αγαπώ»,  μην το κρατάς κάβα. Ίσως ένα ακόμη  ν’ ακολουθήσει και να έρθει να σε εκπλήξει ευχάριστα. Ένα που το χρωστούσανε και σε σένα και τώρα που βρήκες εσύ το θάρρος, ακολουθήσανε το παράδειγμά σου.

Ιδανικότερα, χρησιμοποίησε και τις δυο λέξεις. «Συγγνώμη που δε σου ‘χω πει ακόμη εκείνο το σ’ αγαπώ»

Δε χρωστάς τίποτα! Πώς νιώθεις;

Επιμέλεια Κειμένου Μαριάμ Πολυγένη: Κατερίνα Κεχαγιά.

 

Συντάκτης: Μαριάμ Πολυγένη