Είναι η νέα μόδα της εποχής. Μετά το “δεν είμαι για δεσμεύσεις, θέλω κάτι πιο ελεύθερο”, εξαντλήθηκε και επανακυκλοφορεί στα ράφια σας το ” δε θέλω να συμβιβαστώ για μια σχέση”.

Είναι ευκολοφόρετο, για όλη τη μέρα, γιούνισεξ και παντός καιρού.

Το “δε θέλω να συμβιβαστώ”, σύμφωνα με αυτόν που το ασπάζεται, περιέχει τη δυναμική ενός ατόμου που δε θέλει κάτι μέτριο στη ζωή του και προτιμάει να μείνει μόνο του από το να μπει σε μια σχέση που δε θα το καλύπτει στο εκατό τοις εκατό.

Μα ο συμβιβασμός δε σημαίνει απαραίτητα και συναισθηματική έκπτωση. Σημαίνει ότι έχεις την ωριμότητα να αντιληφθείς πως δεν είσαι μόνος σου σε αυτό που ονομάζουμε διαπροσωπική σχέση, πως έχεις απέναντί σου έναν άνθρωπο που θέλει κάτι να σου περάσει με τα δικά του πιστεύω, στάση και τρόπο ζωής και περιμένει από σένα να τον καταλάβεις.

Εξάλλου οι σχέσεις είναι εύκολες στα σημεία που συμπίμπτεις με τον άλλον. Μα η πραγματική ουσία βρίσκεται στις διαφορές, εκεί που δεν καταλαβαίνεις την οπτική του. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή είναι που αποφασίζεις αν θα επικοινωνήσεις ή αν θα κλειστείς στο δικό σου προσωπικό μικρόκοσμο χωρίς καμία ελπίδα λεκτικής και συναισθηματικής επαφής.

Συμβιβάζεσαι όταν έχεις απέναντί σου έναν άνθρωπο που στους καβγάδες είναι ζεν αλλά εσύ σπας βάζα και πόρτες από τα νεύρα σου. Συμβιβάζεσαι γιατί διαφορετικά δε θα συνεννοηθείτε. Κάνεις λοιπόν ένα βήμα πίσω, ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνεις και πας με τα νερά του.

Ένας συμβιβασμός είναι ο ορισμός του ενδιαφέρομαι για σένα και θέλω να το κάνω να πετύχει, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα αφήσω για λίγο τα δικά μου θέλω ένα βήμα πίσω.

Ένα βήμα όμως. Γιατί αν τα βήματα γίνουν πολλά και δεν μπορείς καν να θυμηθείς πως ήσουν και τι ήθελες πριν μπεις σε αυτή τη σχέση, τότε κάπου έχεις χάσει τον εαυτό σου. Και κάτι τέτοιο εκτός από βαθιά προσωπική καταπίεση, γεννά και μια όχι και τόσο αισιόδοξη προοπτική.

Η κλισέ ατάκα των παππούδων μας που στην εποχή τους ό, τι χαλούσε το εφτιάχναν και δεν το πετούσανε εδώ βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή του.

Άλλωστε γιατί αυτός που δε συμβιβάζεται να είναι απαραίτητα μόνο δυναμικός και ανεξάρτητος και όχι απλά κακομαθημένος και εκτός πραγματικότητας;

Και γιατί ο συμβιβασμός να σημαίνει πάντα έναν αδύναμο χαρακτήρα χωρίς ηχηρά θέλω και απόψεις και όχι απλά κάποιον που ξέρει την τέχνη της διπλωματίας και τα τρικ επικοινωνίας;

Είμαστε πολύ εγωιστές και κακομαθημένοι οι άνθρωποι. Γιατί αν το καλοσκεφτείς εκφράσεις σαν αυτές περί δέσμευσης και συμβιβασμών, είναι απλά ο φόβος που έχουμε ότι είμαστε υπερβολικά περίπλοκοι για να ασχοληθεί κάποιος μαζί μας, οπότε το παρουσιάζουμε σαν δική μας επιλογή για να το ζωγραφίζουμε ελάχιστα πιο όμορφο στα μάτια μας.

Μα ένα βήμα πίσω καμιά φορά μπορεί να φτιάξει έναν παρονομαστή που θα φέρει τον αριθμό δύο. Κοινό.

Και να σου πω ένα μυστικό;

Το δύο έχει πολύ περισσότερη πλάκα από το ένα.

Πάντα είχε και πάντα θα έχει.

 

 

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου