Ο γάμος ενός πρώην, μπορεί να προκαλέσει σεισμό στη γυναικεία ψυχοσύνθεση. Ιδίως αν είναι εκείνος που αποκαθίσταται πρώτος. Κατά την παραλαβή του προσκλητηρίου, συναισθήματα που κάποιες γυναίκες αγνοούν παντελώς ότι διαθέτουν, βγαίνουν στην επιφάνεια, μεταλλάσσοντάς τις. Αξιοπρέπειες εξαφανίζονται, μνήμες κι εγωισμοί κάνουν την εμφάνισή τους για να πάρουν μέρος στην τραγωδία, που σύμφωνα με το γυναικείο μυαλό, συντελείται.

Ένας πρώην οριστικοποιεί τον τίτλο του πρώην. Δεν έχει σημασία, αν είχαν να τον σκεφτούν για μήνες ή αν καρδιοχτυπούσαν για άλλο αρσενικό. Τώρα σκέφτονται αυτόν κι αντιπαραβάλλουν τη δική του ευτυχία, με τη δική τους μοναξιά.

Η Βίκυ και ο Γιάννης είχαν πλέον επτά χρόνια χωρισμένοι. Μια όμορφη σχέση, που κράτησε τρία περίπου χρόνια και τερμάτισε δίχως εντάσεις και καυγάδες. Μόνο με την υπόσχεση να παραμείνουν φίλοι. Βλέπεις ήταν και για τους δύο η πρώτη ουσιαστικά σοβαρή σχέση. Ήταν κρίμα να χαθεί η οποιαδήποτε επαφή τους. Ο έρωτας μπορεί να είχε περάσει, αλλά μια ανθρώπινη επικοινωνία μπορούσαν να έχουν.

Τώρα, στα τριάντα δύο της, η Βίκυ μετρούσε δύο ακόμη αποτυχημένες σχέσεις. Σχεσάκιας και μονογαμική από τη φύση της, ήθελε πια τη ζωή της να πάει παραπέρα, να κάνει νέα ουσιώδη βήματα.

Είχε καιρό να μάθει νέα του Γιάννη. Η είδηση του γάμου του, έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Της το ανακοίνωσε ο ίδιος, ύστερα από πρόσκλησή του να βρεθούν κι από την ώρα που έμεινε μόνη της, αδυνατούσε να σταματήσει το κλάμα.

Ξέχασε κουλτούρες και αξιοπρέπειες κι έδωσε πόνο, με το το κλασικό άσμα περί προσκλητηρίων του Μάκη Χριστοδουλόπουλου. Με χίλιες δυο σκέψεις και παράπονα, μετάνοιες και πισωγυρίσματα, θρηνούσε στο βωμό ενός ξεχασμένου από καιρό έρωτα. Δράμα κι αυτή διεκδικούσε το ρόλο της κορυφαίας.

Ξεχασμένο από καιρό τον είχε το Γιάννη, αλλά η είδηση της επικείμενης αποκατάστασής του, της άναψε φωτιές. Ζήλιας, διεκδίκησης, πληγωμένου εγωισμού κι ενός παράλογου μα πεισματικά αναπάντητου γιατί.

Γιατί κάποια άλλη κι όχι αυτή.

Κακά τα ψέματα, οι γυναίκες είναι κτητικά πλάσματα. Μπορεί για χρόνια, να έχουν θάψει την ανάμνηση ενός ανθρώπου που πέρασε από τη ζωή τους και ξαφνικά να αλλάξουν γραμμή πλεύσης. Είναι γεγονός, πως η είδηση του γάμου ενός πρώην, μπορεί να προκαλέσει ισχυρό σοκ.

Ειδικά μάλιστα, αν είχαν φανταστεί τον εαυτό τους, λευκοντυμένη, λαμπερή νύφη, να βομβαρδίζεται από ιπτάμενα ρύζια και ροδοπέταλα, γνωστών, συγγενών και φίλων.

Ένας πρώην παντρεύεται. Είναι λογικό να νιώθουν περίεργα. Πόσο μάλλον όταν είναι καλεσμένες και στο γάμο.

Ας είναι καλά οι πολιτισμένοι χωρισμοί, με την αμοιβαία υπόσχεση, ως επικύρωση της συμφωνίας, να μείνουν φίλοι. Η ερωτική επαφή που υπήρξε κάποτε, περιπλέκει τη σχέση. Δεν την αφήνει ποτέ να γίνει καθαρά, αυθεντικά φιλική. Δε μιλάμε βέβαια για σχέσεις και πρώην που κράτησαν ένα μήνα.

Μιλάμε για πρώην που άφησαν στίγμα.

Ούτε βέβαια για σχέση που τελείωσε άδοξα και μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ενώ ο ένας ονειρευόταν γάμους και παιδιά, ο άλλος τον χώρισε και παντρεύτηκε αμέσως κάποιον άλλο.

Το θέμα είναι κυρίως εγωιστικό. Έρωτας δεν υπάρχει πια. Μη γελιόμαστε. Αν υπήρχε, δε θα κοβόταν τα γόνατα στη θέα του νέου καλογυμνασμένου συναδέλφου. Το ερώτημα είναι παράλογο, εγωιστικό κι επιτακτικό. Γιατί αυτός κι όχι εγώ; Γιατί με πρόλαβε;

Η στιγμή επίσης που κάτι τέτοιο γνωστοποιείται, είναι σημαντική. Στην περίπτωση της Βίκυς, αλλά και της κάθε Βίκυς, αλλιώς θα ήταν αν στο γάμο είχε να τη συνοδεύσει η επιτυχημένη και full in love σχέση. Ενδεχομένως τότε να μην την πείραζε καθόλου.

Ευτυχώς η εσωτερική διαταραχή ως αντίδραση στο γάμο ενός πρώην, κρατά λίγο. Ανεβαίνει ξανά η στάθμη της λογικής. γίνεται αντιληπτό πως για τον εν λόγω άνθρωπο υπάρχει πλέον μόνο στοργή κι όχι πάθος – γιατί αν υπάρχει την πατήσαμε- και πως όλος ο κυκεώνας συναισθημάτων είναι μια έξαρση εγωισμού που πέρασε.

Κοινώς πας στο γάμο. Και περνάς και καλά.

Και που ξέρεις, μπορεί να είναι κάπως αμήχανο, να φλερτάρεις κάποιον από το σόι του γαμπρού, αλλά υπάρχουν πάντα και οι φίλοι. Στην περίπτωση της Βίκυς, ο φίλος ήταν και κουμπάρος. Κι ευτυχώς δηλαδή που λογικεύτηκε και πήγε, καθώς από τότε οι δυο τους είναι αχώριστοι.

Τι θα ‘χανε αν δεν πήγαινε! Ούτε να το σκέφτεται δε θέλει.

Συντάκτης: Σταυρούλα Φωτιάδου