Οικογένεια δεν είναι μόνο η μητέρα, ο πατέρας κι ίσως τα αδέρφια σου. Οικογένεια είναι κι όλοι οι υπόλοιπο που μοιράζονται μαζί σου το ίδιο αίμα, που σε βλέπουν κι εκείνοι μέρα με τη μέρα να μεγαλώνεις. Είναι οι παππούδες σου, τα ξαδέρφια σου, οι θείοι σου, όλοι όσοι σε ξέρουν από μικρό παιδί και στα μάτια τους, όσο και να μεγαλώσεις, τέτοιο θα μένεις.

Ευλογημένοι οι περισσότεροι που έχουμε θείους και θείες. Είναι ένα ζευγάρι εναλλακτικών και πιο διασκεδαστικών γονέων. Είναι σαν να βλέπουμε σε αυτούς όλα όσα δεν μπορούμε να διακρίνουμε εύκολα στους δικούς μας γονείς. Και φυσικά, για εκείνους είμαστε επίσης παιδιά δικά τους, που θα μας αγκαλιάσουν με την ίδια αγάπη, θα μας συμβουλεύσουν με την ίδια προσοχή.

Έχουμε όμως άλλη σχέση με τους θείους και τις θείες εμείς τα ανίψια, ειδικά όταν μεγαλώνουμε. Κι αυτό θα το δεις χαρακτηριστικά από κάτι θείους μας που, όσος καιρός και να περάσει, θα εξακολουθούν να μας φώναζουν με τα χαϊδευτικά μας.

Σε οικογενειακά τραπέζια, σε συναντήσεις τυχαίες, σε καφεδάκι στο μπαλκόνι με τους γονείς σου, σε γάμους, βαφτίσεις κι άλλα τόσα, θα ακούσεις το χαϊδευτικό κι αμέσως θα καταλάβεις ποιος σε ψάχνει. Από μπέμπα, μωράκι, χαϊδεμένο μέχρι και λογοπαίγνια με το όνομά σου κι άλλα τόσα που δε χωράει ο νους σου, θα σε αποκαλέσει ο θείος κι η θεία. Και στο άκουσμά του φανερώνεται όλη η αγάπη έχουν για τα ανίψια τους.

Για εκείνους είμαστε μια ζωή παιδιά. Όχι πως δεν έχουν συμβιβαστεί με τον χρόνο, απλά δε σε έχουν ζήσει όσο οι γονείς σου και δε χορταίνουν να σε φωνάζουν με το υποκοριστικό που σου χάρισαν και να σου συμπεριφέρονται αναλόγως. Έχουν κι εκείνοι ίσως τα δικά τους παιδιά, αλλά θέλουν να νταντέψουν εσένα λίγο ακόμη, να σου τσιμπήσπουν τα μάγουλα, να σου χαϊδέψουν τα μαλλιά.

Κι εσύ σαφώς, σαν ακούς το χαϊδευτικό, αρχικά κοκκινίζει και ντρέπεσαι που είσαι ολόκληρος ενήλικας, αλλά μετά γελάς και το χαίρεσαι, χαμογελάει κι η καρδιά σου. Θα γυρίσεις την πλάτη, θα δεις την οικογενειακή τρέλα στα μάτια των θείων, θα σε αγκαλιάσουν με τέτοια θαλπωρή και μετά έρχεται η κουβέντα για τα πάντα. Γιατί συνήθως στους θείους τα λέμε σχεδόν όλα. Ίσως γιατί δεν είναι ακριβώς γονείς , ίσως γιατί δεν τους φοβόμαστε ούτε λίγο κι αφηνόμαστε στα χέρια τους.

Ίσως και εσύ γι αυτούς να έχεις ανακαλύψει ένα χαϊδευτικό με το πέρασμα του χρόνου, για να δίνει και να παίρνει το πείραγμα και να γελάνε μαζί σας όλοι οι υπόλοιπου συγγενείς. Ίσως να μένεις απλά κολλημένος στον τίτλο που ορίζεται απ’ την οικογένεια, ίσως να τους φωνάζεις με το μικρό τους όνομα για ευκολία. Σημασία καμιά δεν έχει γιατί όσος καιρός και να περάσει, το παρατσούκλι σου αυτό θα μείνει μια ζωή εδώ να σε χαρακτηρίζει.

Είναι μια εύθυμη «ρετσινιά» ο τρόπος που μας αποκαλούν οι θείοι μας. Είναι ο τρόπος τους να μας δείξουν πως ξεχωρίζουμε στα μάτια τους απ’ τα υπόλοιπα παιδιά. Είναι ο τρόπος τους, σαν εναλλακτικοί γονείς μας, να μας πουν ένα εναλλακτικό «σ’αγαπώ», χωρίς χαρτζιλικώματα και δώρα.  Είναι κάτι που θα μας λείψει από αυτούς όταν φύγουν ή όταν περνάει καιρός μακριά τους, γιατί από όποιο άλλο στόμα και να το ακούσεις, δε θα είναι το ίδιο.

Να τους αγαπάτε τους θείους σας και τις θείες σας, λοιπόν, λίγο παραπάνω όταν σας πειράζουν κάπως έτσι. Δεν το κάνουν για κακό, απλά στο λίγο νεύρο μας εκείνη τη στιγμή, βλέπουν το παιδί που κρύβεται μέσα μας ακόμα. Όπως τότε που ήμασταν περίπου πέντε, σταυρώναμε τα χέρια, κοκκίνιζαν τα μάγουλα και μας έπιαναν τα κλάματα. Τότε που όλα περνούσαν με μια αγκαλιά και δυο χάδια.

Συντάκτης: Έλλη Β. Ζάχου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη