Η πτώση και η άνοδος της ανθρώπινης ψυχής είναι από τις πιο αρχαίες αλήθειες που καταφέραμε να αντιληφθούμε. Όταν όλα είναι κύκλος, όπως ανεβαίνουν, έτσι και θα κατέβουν. Δεν μπορείς να είσαι για πάντα σταθερός και κάπως πρέπει να υπάρχει ισορροπία.

Έχουν γραφτεί πολλές ιστορίες για το πώς καταφέραμε να ξανασηκωθούμε στα πόδια μας. Και οι περισσότερες απ’ αυτές λένε ακριβώς το ίδιο πράγμα.

Λένε πως η ανάρρωση είναι δύσκολη. Ότι δεν μπορείς να επιβληθείς και να την τελειώσεις με το έτσι θέλω. Πως όσο κι αν θέλεις να σηκωθείς απ’ το βούρκο της κατάθλιψης έχεις έναν αγώνα μπροστά σου να νικήσεις. Με κάθε σου βήμα να είναι πιο δύσκολο απ’ το προηγούμενο.

Και αυτό πάντα μου έσπαγε τα νεύρα. Έβλεπα μόνο ως αδικία να προσπαθώ για το καλύτερο και όσο περνάνε οι ώρες να γίνεται πιο δύσκολο. Γιατί ένας αρρωστημένος Θεός να έφτιαξε τον άνθρωπο με τέτοιο τρόπο;

Όμως έβλεπα και την αλλαγή στις ζωές όσων επέστρεφαν. Έβλεπα και ένιωθα πως μέσα τους είχαν βρει ένα σημείο τόσο καθοριστικό που έκανε όλη την επάνοδο τους σχεδόν αβίαστη. Αυτό έψαχνα, το πώς νιώθουν όταν πιάνουν πάτο. Το πώς είναι δυνατόν όλοι εκείνοι που έφτασαν στο τέρμα, να έβρισκαν τη δύναμη και γύριζαν την πλάτη σε όσα τους κρατούσαν γονατιστούς.

Μιλήσαμε μαζί και μου είπαν τις ιστορίες τους καθώς σκάλιζα τη δικιά μου ψυχή για απαντήσεις. Ρώτησα και άκουσα, έψαξα και βρήκα. Και όλοι κατέληγαν στο ίδιο. Στο ίδιο ακριβώς σημείο του χρόνου. Μια στιγμή και μόνο.

Η στιγμή όπου το ένστικτο της επιβίωσης ξυπνάει και αναλαμβάνει. Δυο μάτια μέσα σου ανοίγουν και παίρνουν το τιμόνι της κατάστασης. Αναλαμβάνουν εκείνα γιατί είναι εκεί, μέσα σου εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πολλοί νομίζουν πως το ένστικτο λειτουργεί για λίγο, ίσα-ίσα που κάνει γνωστή την παρουσία του και χάνεται στο υπόβαθρο, αθόρυβο κι αχρείαστο.

Όμως αυτό είναι λάθος. Το ένστικτο δεν υποχωρεί πίσω σε μια σπηλιά, να βγει αν το χρειαστείς ποτέ ξανά στο μέλλον. Το ένστικτο παίρνει τα ηνία και μάλιστα νιώθεις ολοκληρωμένος. Ήρεμος.

Όλα μοιάζουν τόσο απλά, το μυαλό καθαρίζει. Από εκεί που ήσουν στο μάτι του κυκλώνα, τα πάντα μοιάζουν απλά και ξάστερα. Χωρίς κάπνες και θολούρες˙ το τοπίο πια φαίνεται και η όψη του είναι κάτι που στ’ αλήθεια δε θες να έχεις πάνω σου. Αναρωτιέσαι πως το άντεξες τόσο καιρό.

Και τώρα ξέρεις ακριβώς τι αισθάνεσαι. Πονάς. Όσο σκέφτεσαι πως πρέπει ν’ αλλάξεις να ωριμάσεις, επειδή κάθε αλλαγή είναι πόνος. Κάθε γέννα, κάθε τι άξιο να παραμείνει ζωντανό, ικανό να αλλάξει. Ο πόνος είναι ο μοναδικός σύντροφος του νέου, του καινούργιου.

Πρέπει να τον αποδεχθείς. Αυτόν και το γεγονός πως δεν μπορείς να τον αποφεύγεις για πάντα. Δεν έχεις το «για πάντα» στην τσέπη σου. Πρέπει ν’ αφήσεις τον πόνο να κάνει τη δουλεία του.

Νιώθεις ένα κενό εκεί κάτω. Ξέρεις, είναι ο φόβος. Για το αν θα τα καταφέρεις, αν έχασες πολύτιμο χρόνο από τις μέρες σου, αν είσαι ικανός. Είναι ο φόβος και είναι σκοτεινός. Όμως αυτό το σκοτάδι είναι που σε διαμορφώνει. Είναι τότε που μόνος σου, χωρίς πουθενά να βασιστείς, μπορείς ν’ αλλάξεις.

Να ηρεμήσεις με τη σκέψη πως δεν περνάν όλα απ’ τα χέρια σου και ούτε θα περάσουνε ποτέ. Και μέσα απ’ αυτήν την ηρεμία να γυρίσεις το βλέμμα στο φόβο, στον πόνο, στο χάος και να τα κάψεις μες στην ψυχή σου. Κάρβουνο για να παλέψεις και να συνεχίζεις να παλεύεις στη ζωή σου.

Το ένστικτο σε σηκώνει απ’ τα πατώματα. Σου δίνει το κουράγιο να δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι, χωρίς φόβο, με μόνο στόχο την επάνοδο. Τη χαρά και την ευτυχία που ξέρεις ότι αξίζεις όπως όλοι.

Δεν είναι μηχανισμός άμυνας. Είναι η απλή αποδοχή ότι είσαι ανώτερος απ’ όλα τα προβλήματα του κόσμου και μπορείς πάντα να αναδείξεις την ψυχή σου, αρκεί να την αφήσεις ελεύθερη. Την ίδια ψυχή που μπορείς να εμπιστευτείς.

Συντάκτης: Γιάννης Κατάκης