Βρίσκεται πάντα ανάμεσά μας αλλά ποτέ δίπλα μας. Μοναδική περίπτωση για να μπορέσεις του μιλήσεις είναι να καταφέρεις να τον ξυπνήσεις. Δοκίμασε να του φέρεις λίγο καφέ μαζί με ένα τσιγάρο, ώστε να έχει κίνητρο να σηκωθεί και μετά να του πιάσεις μία συζήτηση, πάνω στην οποία είναι δεδομένο πως έχει άποψη και δε θα την βαρεθεί, αλλιώς και πάλι καληνύχτα σας.

Δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με εσένα αλλά με τον τρόπο ζωής του. Δεν αποτελεί δικό σου μερίδιο ευθύνης το ότι επιλέγει να συναντιέται με τον ύπνο συχνότερα από ό,τι μαζί σου. Προτιμάει να είναι ήρεμος, έχοντας τα μάτια του κλειστά και τα πόδια του τεντωμένα, παρά να μπει στη διαδικασία να ανοίξει μία συζήτηση, η οποία απαιτεί χρόνο για να ολοκληρωθεί. Όσο μιλάς μαζί του, εκείνος χάνει, ίσως και να χασμουριέται. Ακούει όσα λέγονται, αλλά παραμένει αποστασιοποιημένος, μέχρι να πετύχει το σκοπό του και να σε κάνει να σταματήσεις.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Του αρέσει να κάθεται πολλές ώρες στο σπίτι του, αλλά αν τύχει και πάει στο σπίτι φίλου του, είναι δεδομένο πως θα επιλέξει να κάτσει σε μία πολυθρόνα ή ακόμα καλύτερα, αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, σε έναν καναπέ, ώστε όταν βρει την ευκαιρία να ξαπλώσει για μόνο δέκα λεπτά, μωρέ, γιατί έτυχε να έχει πονοκέφαλο, πονάει η κοιλιά του, μάλλον κρύωσε, κάτι του συμβαίνει τέλος πάντων κι είναι ανάγκη να ξαπλώσει.

Όλοι στην παρέα ξέρουν πλέον την ιδιαιτερότητά του κι αυτή την περίεργη σχέση στοργής που έχει με τον ύπνο και δεν τον κατηγορούν. Ίσα-ίσα, το χούι του δημιουργεί ίντριγκες και πειράγματα, με αποτέλεσμα οι εντάσεις μεταξύ σοβαρού κι αστείου να δίνουν και να παίρνουν.

Είναι, όμως, απτόητος. Έχει συνηθίσει κι ο ίδιος τέτοιου είδους σχόλια και πλέον έχει φτάσει σε σημείο να μη βρίσκει το νόημα να αναζητήσει ένα επιχείρημα ώστε να κοπεί η πλάκα. Είναι ακομπλεξάριστος άλλωστε, αυτοσαρκάζεται και γνωρίζει τα πλεονεκτήματά του και το θέμα του, γουστάρει να ‘ναι ο χουζούρης της παρέας.

Είναι ο πρώτος που, μια βροχερή μέρα που η παρέα μαζεύτηκε στο σπίτι, θα αναφέρει ότι η ώρα πέρασε, όταν όλοι οι άλλοι σκέφτονται πρώην έρωτες ή έστω τι θα φάνε κι επίσης ο πρώτος που στην έξοδο για ποτό θα πει «μήπως σιγά-σιγά πρέπει να φεύγαμε;».

Είναι εξαιρετικός στη συζήτηση, καλός ακροατής, πρόθυμος να βοηθήσει οποιοδήποτε μέλος της παρέας και παιδί με επιχειρήματα. Παραθέτει πάντα πράγματα που στέκουν κι έχοντας ακούσει το πρόβλημα, είναι σχεδόν βέβαιο πως η συμβουλή του είναι σωστή. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, για όλα αυτά; Να τον βρεις ξύπνιο κι ιδανικά όχι νυσταγμένο!

Πλέον, δε γίνεται καθόλου παρεξηγήσιμος. Γιατί να γίνει, άλλωστε; Επειδή προτιμάει τον καναπέ απ’ την καρέκλα ή επειδή του αρέσει το σπίτι του περισσότερο απ’ των άλλων; Δεν το αρνείται έτσι κι αλλιώς, οπότε ποιος ο λόγος να του γκρινιάζεις;

Θεωρείται δικαιωματικά ένα απ’ τα πιο σημαντικά κομμάτια της παρέας. Όταν απουσιάζει φαίνεται ευδιάκριτα πως κάτι λείπει -ίσως γιατί λείπει και το ροχαλητό του, δεν ξέρω, ίσως αυτά να ‘ναι κακοήθειες. Όλοι πάντως προτιμούν να είναι στον ίδιο χώρο μαζί του κι ας την πέσει για μισή ωρίτσα, παρά να είναι αλλού κι αυτός να μην είναι εκεί γιατί –τι πρωτότυπο– παρακοιμήθηκε!

Συντάκτης: Δημήτρης Μανάκος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη