Οι άνθρωποι χωρίζουν και προχωράνε στη ζωή τους πιο εύκολα από όσο φαντάζονται. Στο τέλος μένουν μόνο οι αναμνήσεις. Άλλες φορές χάνονται από βλακεία, άλλες επειδή οι καταστάσεις τα έφεραν έτσι. Αλλά δύο άνθρωποι που έζησαν μαζί, έφτιαξαν τις δικές τους αναμνήσεις δεν μπορούν να παριστάνουν δύο αγνώστους.

Δεν μπορούν να αλλάζουν πεζοδρόμιο και να κατεβάζουν το βλέμμα τους για να αποφύγουν μία άβολη στιγμή. Στην τελική κάποτε βάδιζαν στο ίδιο πεζοδρόμιο χέρι-χέρι. Και αν αυτό δεν αποτελεί ισχυρό επιχείρημα, μοιράστηκαν στιγμές μαζί που δε θα τις ξαναζήσουν αυτούσιες.

Αλλά οι άνθρωποι επιλέγουν εσκεμμένα τον εύκολο δρόμο, αυτόν που τους υποδεικνύει η κοινή λογική. Απ’ τη στιγμή που χωριστούν οι δρόμοι τους, χωρίζονται κι οι καρδιές τους και παύουν να είναι άνθρωποι ο ένας για τον άλλον. Κι ας επιθυμείς να μάθεις νέα από έναν άνθρωπο που αγάπησες, δε θα το επιδιώξεις για να μη χαλάσεις το κατεστημένο του χωρισμού.

Όμως θα ήταν μακράν καλύτερο, μακράν πιο ανθρώπινο να μπορούσες να ανταλλάξεις μια κουβέντα με τον κάποτε άνθρωπό σου. Να δεις πώς πάνε τα πράγματα για εκείνον και να συγκρίνεις με το παρελθόν. Και δε θα το κάνεις  επειδή σου λείπει και τον θες πίσω, θα το κάνεις απλά κι ανθρώπινα, από ενδιαφέρον.

Δεν είναι εύκολο να λες αντίο ούτε να αποχωρίζεσαι τη γεμάτη ασφάλεια καθημερινότητα που σου προσέφερε ένας άνθρωπος. Όπως και να το θέσεις, όσο και να το θες, δεν μπορείς να την αποχωριστείς εύκολα. Δύο άνθρωποι που μοιράστηκαν μία κοινή πεπατημένη κι από στιγμή σε στιγμή γίνονται δύο ξένοι, δύσκολα θα προσαρμοστούν.

Είναι δειλία να φέρονται δύο άνθρωποι σαν ξένοι ενώ η πραγματικότητα τους καθιστά παραγνωρισμένους. Μοιραστήκατε το ίδιο κρεβάτι, το ίδιο μαξιλάρι. Καθίσατε στο ίδιο τραπέζι και γελάσατε ο ένας με τον άλλον. Βρεθήκατε σε αμήχανες στιγμές. Με λίγα λόγια κι απλά, αγαπηθήκατε. Δεν είναι αναγκαίο να κρυφτείτε πίσω απ’ το δάχτυλό σας, προσπερνώντας ο ένας τον άλλον στο δρόμο.

Δεν τελειώνουν όλες οι σχέσεις όμορφα κι αλίμονο αν τελείωναν. Κάποιες τελείωσαν ομαλά ενώ άλλες έλαβαν τέλος με βρισιές και κλάματα. Αλλά η διαδρομή και των δύο διακατέχεται από κάποια κοινά σημεία, αυτά της συντροφικότητας και του έρωτα. Ακόμα κι αν το τέλος έμοιαζε μελανό, υπήρξαν μικρές στιγμές ευτυχίας μέσα σε μια σχέση που σου δίνουν το κάθε δικαίωμα να κοιτάξεις τον άλλον στα μάτια ρωτώντας τον πώς είναι.

Οι άνθρωποι έχουμε την τάση να κάνουμε τα εύκολα, δύσκολα δίχως αιτία κι αφορμή. Το ανθρώπινο «τι κάνεις» το θεωρούμε πισωγύρισμα σε κάτι που παλιότερα δε δούλεψε, χωρίς απαραίτητα να ισχύει κάτι τέτοιο. Επιλέγουμε να το παίζουμε άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, αποφεύγοντας παρεξηγήσεις και παρερμηνείες και χάνουμε την ουσία.

Όταν βλέπεις τον άνθρωπό σου να είναι χίλια κομμάτια κι ας μην ξέρεις το λόγο, δεν αποτελεί πισωγύρισμα η επιλογή σου να του μιλήσεις. Ίσα-ίσα δείχνει πως άφησες πίσω τα παλιά, έδωσες τόπο στην οργή και νοιάστηκες για έναν άνθρωπο που αγάπησες. Αποτελεί κάτι παραπάνω από κλισέ μα πράγματι δεν παύεις να νοιάζεσαι για κάποιον που αγάπησες πραγματικά.

Μοιραζόμαστε τη ζωή μας για κάποιο χρονικό διάστημα με έναν άνθρωπο κι υπάρχει λόγος που το κάναμε, που τον επιλέξαμε ανάμεσα στους χιλιάδες. Και που αυτός αντίστοιχα διάλεξε εμάς. Αποτελέσαμε κομμάτι του έστω και για λίγο. Μα αυτό το λίγο, ακόμη και τώρα που έχει τελειώσει, δεν το αναιρεί. Προς τι λοιπόν η αμηχανία σε μία ανθρώπινη κουβέντα;

Το ότι δεν κατέληξαν κάποιοι άνθρωποι μαζί, δε σβήνει απ’ το παρελθόν πως κάποτε ήταν. Δύο άνθρωποι σε κοινό χρόνο και τόπο έζησαν μαζί. Κανένας λόγος εν τέλει να αποφεύγουν ο ένας τον άλλον στο φόβο μιας τυχαίας συνάντησης και συναναστροφής.

 

Επιμέλεια Κειμένου Χριστίνας χατζηθεοδώρου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Χριστίνα Κουλιάτσα