Αυτή η καταραμένη μου εμμονή να έχω καθρέφτες απέναντι απ’ το κρεβάτι ,μου χάρισε μια στιγμή τρόμου σήμερα, αφού ξύπνησα κι αντίκρισα το είδωλό μου με κάτι μαύρους κύκλους που θα ζήλευαν και τα πιο αγουροξυπνημένα πάντα. Αυτομάτως ψέλλισα σε ακαταλαβίστικα ελληνικά «πώς είσαι έτσι;» αλλά όταν άκουσα τη φράση το ξανασκέφτηκα. Μαλακίες έλεγα, είμαι υπέροχη, Φτου σου, παιδί μου. Σου λείπουν μόνο λίγες ώρες ύπνου και δύο κούπες με «καραβίσιο» καφέ.

Αυτό το μικρό εσωτερικό παραλήρημα στάθηκε η αφορμή για να συνειδητοποιήσω πόσο υπέροχους μας κάνουν κάποιες συνήθειες που έχουμε οι περισσότεροι στη διάρκεια της μέρας.

Η πρώτη κι αγαπημένη μου είναι αυτή που σηματοδοτεί την αρχή της ημέρας. Το ντουζ. Τα απαραίτητα για αυτό είναι η πετσέτα, το σφουγγάρι κι ένα ατελείωτο playlist τραγουδιών –του ’80 κατά προτίμηση– γιατί αν δε μιμηθείς τους Duran-Duran ανάμεσα στις σαπουνάδες και τα πλαστικά κίτρινα παπάκια τότε ποιους θα μιμηθείς; Η αλήθεια είναι ότι μετά από τις χορευτικές φιγούρες σου στην μπανιέρα θα χρειαστείς σφουγγαρίστρα γιατί τα νερά θα έχουν φτάσει μέχρι το μπάνιο του γείτονα, αλλά ποιος νοιάζεται;

Απ’ τη στιγμή που η μέρα σου ξεκινάει έτσι είναι λογικό να σιγοτραγουδάς στη διαδρομή για τη σχολή ή τη δουλειά και να περπατάς στο ρυθμό του τραγουδιού. Όχι, φίλε μου, δεν είσαι απροσάρμοστος, είσαι ένα υπέρλαμπρο ον. Αυτός είναι ο λόγος που όταν πηγαίνεις για καφέ γυρνάνε όλα τα κεφάλια προς το μέρος σου. Σε θαυμάζουν όλοι. Το γεγονός ότι τα ντεσιμπέλ της φωνής σου τους διαπερνούν τα τύμπανα δεν έχει καμία σχέση είναι κακοήθειες του κόσμου. Μην τους ακούς, ζηλεύουν το εκρηκτικό ταπεραμέντο που αναβλύζει από μέσα σου.

Η υπερκινητικότητά σου είναι λογικό να μη διαρκεί όλη την ημέρα. Σε εγκαταλείπει το βράδυ που βουλιάζεις στον καναπέ κι ο μόνος ήχος που μπορεί να σε ταρακουνήσει είναι αυτός απ’ το μηχανάκι του ντιλιβερά που κρατά την έξτρα σπέσιαλ πίτσα σου ή το προφιτερόλ. Δεν ξέρεις ποιος από τους δύο θα φτάσει πρώτος και σε εξιτάρει αυτή η αγωνία. Νιώθεις σαν να ανοίγεις kinder έκπληξη.  Μετά απ’ την πίτσα και το προφιτερόλ έχεις βαρυστομαχιάσει κι ακυρώνεις την έξοδο στο μπαρ που εξαρχής  βαριόσουν να πας, για να δεις για έκτη φορά «την κατάρα του μαύρου μαργαριταριού.» Εννοείται ότι δε σταματάς εκεί αλλά βλέπεις και τις τρεις συνέχειες.

Κάπως έτσι σε παίρνει ο ύπνος στον καναπέ αγκαλιά με το κουτί της πίτσας και θα αντικρίσεις ξανά τον ήλιο στη δύση του. Όχι, δεν είσαι τεμπέλης απλά ξέρεις να εκτιμάς τις καλές ταινίες και την ξεκούραση. Πώς αλλιώς θα είσαι κουκλάκι ζωγραφιστό αν δεν κοιμόσουν ένα δεκάωρο;

Πάμε στα σοβαρά τώρα. Από τη στιγμή που κατέχεις τον τίτλο της «γαματοσύνης» πρέπει να τον σέβεσαι. Δεν είσαι καλός στα ψέματα γιατί δεν τα γουστάρεις. Είναι αλήθεια ότι μπορεί να γίνεις αντιπαθητικός όταν απαντάς με ειλικρίνεια στο ερώτημα «αν της πηγαίνει αυτή η φούστα» ή όταν παραπονιέσαι για έλλειψη ενδιαφέροντος. Όμως σκέψου θα ήταν χειρότερα να την άφηνες να βγεις έξω με το μισό βρακάκι να φαίνεται ή να μην έλεγες λέξη και να χανόσουν με κάποιο αγαπημένο πρόσωπο. Δεν είσαι κακός άνθρωπος ούτε γκρινιάρης, απλά προτιμάς  να λες την αλήθεια χωρίς φόβο και με λίγο πάθος αλλιώς θα σταματήσεις να είσαι υπέροχος.

Το συμπέρασμα είναι ένα, ακόμα κι αυτές τις «μαύρες» μέρες που η κατάθλιψη κι η άρνηση περνάνε από την ορθάνοιχτη πόρτα σου και καταλήγεις να κοιτάζεις το ταβάνι ή να στριφογυρίζεις στο κρεβάτι ενώ παράλληλα σκέφτεσαι ότι δεν είσαι τόσο πετυχημένος ή τόσο όμορφος ή τόσο τέλειος όσο θα έπρεπε, ακόμα κι αυτές τις στιγμές της ατελείωτης πτώσης συνεχίζεις να είσαι υπέροχος, για τους μικρούς, χαζούς προσωπικούς σου λόγους.

 

Επιμέλεια Κειμένου Αγγελικής Κοτσόβολου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Αγγελική Κοτσόβολου