Κοιτώντας πίσω στις προηγούμενες δεκαετίες μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε πως ο κόσμος δε μένει στάσιμος. Είναι η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων μα και των ανθρώπων να προχωρούν μπροστά. Ένα θέμα που πάντα μου εξάπτει την περιέργεια λοιπόν, είναι το πώς ήταν το φλερτ κι οι σχέσεις εκείνα τα παλιά χρόνια. Για όσους το έζησαν είναι αναμνήσεις, για εμάς που δεν το βιώσαμε είναι vintage φωτογραφίες σ’ ένα παλιό άλμπουμ. Ίσως οι παππούδες κι οι γιαγιάδες να μοιράστηκαν μαζί μας κάποιες ενδιαφέρουσες ιστορίες, αλλά κάτι μου λέει πως θα είναι μακριά από την αλήθεια, καθώς είναι αναμενόμενο πως θα έχουν αποκρύψει κάποιες λεπτομέρειες και έτσι δε θα μπορέσουμε να μάθουμε και ποτέ τι πραγματικά συνέβαινε. Μας λείπουν τα συναισθήματα που δεν μπορούν να αποτυπωθούν σε φωτογραφίες κι οι λεπτομέρειες που δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια.

Οι παλιές Ελληνικές ταινίες μας δίνουν μια σκοπιά του πώς λειτουργούσε τότε η κοινωνία, τι κανόνες υπήρχαν, πώς αισθάνονταν οι άνθρωποι, πώς ξετυλιγόταν το κουβάρι ενός απαγορευμένου έρωτα, αλλά με μια σημαντική διαφορά, πως οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες είχαν ευτυχισμένο τέλος κι αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, δεν είναι κάτι που συμβαίνει πάντα, γιατί πολύ απλά, έτσι είναι η ζωή. Λέγεται πως στις δεκαετίες του 1950 – 1960 ο γάμος ήταν το πιο σημαντικό γεγονός, το οποίο βιώνονταν έντονα όχι μόνο από το ζευγάρι, αλλά και απ’ ολόκληρη την κοινωνία. Ο έρωτας ήταν αποκλειστικά κρυφός -αν και σπάνιος- μιας και δεν επιτρεπόταν φανερός. Όσο ρομαντικό κι αν ακούγεται λοιπόν, σίγουρα δεν είναι. Δεν υπήρχε η επιλογή, ούτε το δικαίωμα να επιλέξεις τον άνθρωπο που θα περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου, γιατί η επιλογή γινόταν με συνοικέσιο ή αλλιώς με το γνωστό σε όλους μας, προξενιό και η απόφαση άνηκε αποκλειστικά στην οικογένεια χωρίς να ερωτηθούν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Τι γινόταν όμως αν δεν επιθυμούσε κάποιο εκ των δυο προσώπων αυτήν τη σύζευξη; Τίποτα. Δε γινόταν απολύτως τίποτα. Δεν υπήρχε η επιλογή για διαζύγιο, ούτε επομένως και η ιδέα να υπάρξει αντίρρηση, με αποτέλεσμα οι περισσότερες τέτοιες σχέσεις να οδηγούν σε μια δυστυχισμένη ζωή.

Η πιο μεγάλη διαφορά με το φλερτ σήμερα είναι η ελευθερία κινήσεων, αφού ως προς αυτό σαφώς εξελιχθήκαμε. Μήπως όμως το έχουμε παρακάνει με την εξέλιξη; Βλέπουμε καθαρά πως από το ένα άκρο μεταπηδήσαμε στο άλλο άκρο με καμία ενδιάμεση στάση και αυτό αποτελεί την «αχίλλειο πτέρνα» στο φλερτ αυτής της εποχής. Από τη μηδαμινή ελευθερία, πήγαμε στην απόλυτη ελευθερία κι ακόμα παραπέρα, οπότε το κόστος που πληρώνουμε είναι να έχουμε μεν την ελευθερία μας να επιλέγουμε τον άνθρωπο δίπλα μας, όμως δεν υπάρχει δέσμευση. Εκείνη την εποχή επιλέγονταν από την οικογένεια τα κτήματα, το σπίτι, τα έπιπλα, τα σκεύη ακόμα και τα ζώα που θα είχε το ζευγάρι καθώς έτσι οριζόταν από την κοινωνία και σήμερα μπορεί πλέον να έχουν όλα αυτά τα παράλογα ξεπεραστεί, αλλά έχουν αντικατασταθεί με κάτι εξίσου παράλογο· να είσαι με το ταίρι σου χρόνια ολόκληρα, να συγκατοικείς, να κάνεις έρωτα, όλοι να γνωρίζουν πως είστε ζευγάρι και παρ’ όλα αυτά κάποιος από τους δύο να φοβάται το κάτι παραπάνω -ό,τι κι αν είναι αυτό. Να φοβάται να δηλώσει ερωτευμένος, να κάνει βήματα πίσω, να μη θέλει να πει το σ’ αγαπώ ή να κολλάει στο να εκδηλωθεί γενικότερα.

Γιατί δε βρέθηκε ποτέ μια χρυσή τομή, μια μέση λύση; Γιατί είμαστε οι άνθρωποι των άκρων; Γιατί είμαστε σχεδιασμένοι να τα θέλουμε αν όχι όλα, τότε τίποτα, αφαιρώντας το περιθώριο για συμβιβασμό; Οι απόψεις διίστανται γιατί όπως είναι λογικό ο καθένας έχει μια δική του άποψη για το πώς θα έπρεπε να είναι ο κόσμος και δεν μπορούμε ούτε να διαφωνήσουμε μα ούτε και να συμφωνήσουμε μ’ αυτά που συμβαίνουν.

Ελεύθερη σχέση, ελεύθερος έρωτα, ελεύθερο φλερτ, όλα ελεύθερα κι άνευ ευθυνών για να μη γυρίσουμε ξανά στην εποχή του εξαναγκασμού κι αναγκαστούμε να λάβουμε μια απόφαση. Κι εννοείται πως οι άνθρωποι που επιλέγουν μια ελεύθερη σχέση γιατί ειλικρινά μέσα τους δεν επιθυμούν κάτι παραπάνω, δεν μπορούν να κριθούν. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για όσους απλά δε θέλουν να πάρουν μια απόφαση, να ωριμάσουν, να δεχθούν πως ο έρωτας χρειάζεται θυσίες, πως ο ρομαντισμός είναι ομορφιά κι όχι ντροπή.

Αν σταθούμε κι αναλογιστούμε πόσα πράγματα πηγαίνουν λάθος στη σημερινή κοινωνία -τα οποία είναι άπειρα-, ένα ακόμα θα είναι και η μη αποδοχή των “alternative” ζευγαριών. Γιατί δεχόμαστε μόνο τα ζευγάρια που ταιριάζουν στο δικό μας κοινωνικό πρότυπο; Γιατί δε στηρίζουμε όλα τα ζευγάρι ανεξάρτητα από τις σ@ξουαλικές προτιμήσεις τους; Πού είναι η ελευθερία όταν δε μας βολεύει; Ποιος ορίζει σε ποιον αφορά, ποιος τη δικαιούται και ποιος όχι;

Επιλεκτική ελευθερία δεν υπάρχει, ή την έχεις ολοκληρωτικά ή καθόλου. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στα αναγκαστικά ζευγαρώματα του 50’ – ’60 με σήμερα, όταν εν τέλει από φόβο μένουμε με ανθρώπους που μας κάνουν να νιώθουμε λίγα -γιατί φοβόμαστε να ζήσουμε μ’ εκείνους που θα μας αναγκάσουν ν’ αισθανθούμε πολλά; Και σας ερωτώ, μήπως έχουν αλλάξει μόνο οι εποχές και όχι τα μυαλά μας και ακριβώς εκεί είναι που κρύβεται το πρόβλημα; Κουκουλώσαμε τις παλιωμένες οπισθοδρομικές απόψεις και τις κάναμε να μοιάζουν φιλελεύθερες, ακομπλεξάριστες κι ιδανικές, ενώ στην ουσία εμποδίζουμε και κρίνουμε εκείνους τους ανθρώπους που έχουν πραγματικά καταλάβει την έννοια της ελευθερίας και ζουν πραγματικά με τον τρόπο που αγαπάνε. Ελευθερία δεν είναι να κάνεις ό,τι θέλεις, όπως το θέλεις κι όλοι πρέπει να το δεχτούν. Ελευθερία είναι να γνωρίζεις ότι έχεις άπειρες επιλογές κινήσεων και να αποφασίζεις για τον εαυτό σου εκείνο που θεωρείς σωστό και ταιριαστό για σένα -χωρίς να σε νοιάζει αν κάποιος θα σε κρίνει, αφού δεν εμποδίζεις τη δική του «άνεση κινήσεων».

Πιστεύω ακράδαντα πως δε χρειάζεται να μοντερνιστούμε, αλλά να ξεκολλήσουμε ολοκληρωτικά από εκείνες τις παλιές πεποιθήσεις που ούτως ή άλλος δεν έχουν καμία θέση στην κοινωνία μας, να απαγκιστρωθούμε από το πώς «θα έπρεπε» να είναι τα πράγματα, γιατί δεν υπάρχουν «πρέπει», δεν υπάρχει φυσικό ή αφύσικο και πρέπει επιτέλους να κατανοήσουμε ότι μπορούμε λέμε την άποψη μας μόνο αν δεν προσβάλλονται η προσωπικότητα και τα «θέλω» των άλλων.

Αν θέλουμε να αλλάξει ο κόσμος, ας είμαστε πραγματικά απελευθερωμένοι κι ευτυχισμένοι, ας ζούμε σύμφωνα μ’ όσα μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά, θέλοντας το ίδιο και για τους γύρω μας, κατανοώντας παράλληλα ότι υπάρχουν και άλλες λύσεις εκτός των άκρων. Κατανοώντας ότι πρέπει να υπάρχουν κι ηθικοί φραγμοί που βοηθούν να αποφευχθεί το απόλυτο χάος. Μπορούμε να είμαστε καλύτεροι, γιατί δεν προσπαθούμε για μια φορά; Ή μάλλον, για πρώτη φορά;

Συντάκτης: Σταυρίνα Τσατσανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου