Σχέσεις έρχονται και φεύγουν. Κάποιες μένουν πιο πολύ, άλλες πιο λίγο. Σχέσεις φιλικές, ερωτικές, οικογενειακές. Συνήθως οι περισσότερες φτάνουν μέχρι ένα σημείο. Ένα ασφαλές όριο που νιώθουμε προστατευμένοι πίσω απ’ αυτό. Μοιραζόμαστε μαζί τους τα βασικά, τα ασφαλή, τα μικρά και τα απλά, κρύβοντας καλά εκείνα για τα οποία ντρεπόμαστε, ή καλύτερα, φοβόμαστε να δείξουμε. Κι αν για κάποιο λόγο το περάσουμε αυτό το σύνορο, νιώθουμε ευάλωτοι και ντρεπόμαστε για κάποιες μας σκέψεις, συναισθήματα, εμπειρίες. Φοβόμαστε μήπως οι υπόλοιποι στη ζωή μας μας κρίνουν αρνητικά, τρομάξουν ή και φύγουν ακόμα. Πως δε θα καταλάβουν.

Κι έτσι μαθαίνουμε και ζούμε. Μ’ αυτήν τη λεπτή νοητή γραμμή που κάποιες φορές μας  χωρίζει από τους άλλους. Μαθαίνουμε και ζούμε με ντροπή. Υψώνουμε ένα οχυρό για να μην εκθέσουμε την άλλη μας πλευρά. Που τόσο καλά προσπαθούμε να κρύψουμε. Τις αδυναμίες μας, τα θέλω μας, τις επιλογές μας, τα λάθη μας. Φοβόμαστε την αποξένωση, το κατηγορώ των άλλων. Κι έτσι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε σχεδόν κανέναν.

 

 

Υπάρχουν όμως κι εκείνοι οι άνθρωποι, που αν είμαστε τυχεροί, θα βρεθούν στη ζωή μας και θα νιώσουμε ασφαλείς να περάσουμε το όριό μας. Θα είναι εκεί και θα μας περιμένουν. Θα μας κάνουν να τους εμπιστευτούμε και θα κάτσουν μαζί μας στο σκοτάδι μας και θα μας ακούσουν, θα δεχτούν εκείνο το στοιχείο μας, το χαρακτηριστικό μας που εμείς ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Εκείνη την άσχημη πλευρά μας, που μόνο αρνητικά συναισθήματα μάς προκαλεί. Αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν είναι οι πραγματικά δικοί μας. Διότι μαζί τους δημιουργούνται συναισθηματικοί δεσμοί που μας ολοκληρώνουν. Κι αυτά τα άτομα, θα είναι εκεί και την επόμενη μέρα. Θα μας κοιτάξουν στα μάτια και θα ξέρουμε μέσα μας ότι κι εμείς μπορούμε να τους κοιτάξουμε πίσω. Χωρίς πια να φοβόμαστε την ντροπή μας. Χωρίς να τρέμουμε πώς θα μας αγκαλιάσουν και θα μας φιλήσουν ξανά. Χωρίς να φοβούνται πώς θα τους αγκαλιάσουμε και θα τους φιλήσουμε ξανά.

Η ανασφάλεια για κάτι που κάνουμε, λέμε, δείχνουμε, επιλέγουμε, νιώθουμε και μας προκαλεί ντροπή, ταυτόχρονα μάς τρομοκρατεί, μας μας υποβιβάζει απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό. Κι αν πειστούμε πως νιώθουμε έτσι για εμάς, είναι αδιανόητο να εμπιστευτούμε κάποιον άλλον. Διότι τα παραπάνω, είναι συναισθήματα βαριά και δύσκολα που ούτε εμείς κάποιες φορές θέλουμε να τα δούμε. Κι όμως, η δυναμική αλλάζει αν απλώς ακούσει κάποιος ό,τι μας φοβίζει και δει με συμπάθεια ό,τι μας κάνει να ντρεπόμαστε. Όταν σταθούμε μπροστά σε κάποιον εύθραυστοι, γυμνοί, άφτιαχτοι κι ομολογήσουμε τα πραγματικά δύσκολα κι άβολα. Τις περισσότερες φορές είναι ένα άτομο. Έτσι κι αλλιώς δε χρειάζονται παραπάνω. Αυτός που θα μας ξέρει, που θα μας καταλαβαίνει, που θα μας  κάνει να νιώθουμε ο εαυτός μας. Που θα μας καταλάβει χωρίς να κρίνει. Που θα ακούσει χωρίς να διακόψει. Που κι αυτός έχει τα δικά του σκοτεινά σημεία κι είναι διατεθειμένος να μας αφήσει να τα δούμε.

Όταν δούμε πως κάποιος μας χαρίζει το πολύτιμο δώρο της εμπιστοσύνης, και μας μιλήσει για όσα ντρέπεται, ας τον ακούσουμε. Κι αν τον αγαπάμε πραγματικά, ας μείνουμε. Καμιά φορά οι άνθρωποι για να θεραπευτούν από τις ενοχές τους, δε χρειάζονται κανένα “δεν πειράζει”. Αρκεί μόνο να ξέρουν ότι δε μιλούν σε τοίχο ή σε αιώνιο κριτή. Κι όλα τ’ άλλα, θα βρεθούν στην πορεία.

Συντάκτης: Μαργαρίτα Αρβανιτίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου