Δεν ξέρω, να σου πω την αλήθεια, για ποιον ακριβώς λόγο το αλκοόλ κρύβει μέσα του τόσο μεγάλο ερωτισμό. Φταίνε τα αρώματά του, φταίει το ότι σου ανεβάζει τη θερμοκρασία, ίσως να είναι απλά ένα τεράστιο και πανέξυπνο πλασέμπο για να δίνουμε λεφτά πριν καταλήξουμε σε κάποιο κρεβάτι με παρεούλα μεγαλύτερη ή ίση του ενός.

Αλλά θα το πω κι ας είναι πολιτικά μη ορθό, άλλωστε μετά τις έντεκα όλα επιτρέπονται. Το καλύτερο κρεβάτι, το κάνεις όταν είσαι λίγο ζαλισμένος. Όχι τύφλα, όχι να μην μπορείς να νιώσεις τα άκρα σου, ας πούμε, αλλά έτσι λίγο να θολώνει το τοπίο. Να έχεις και να μην έχεις συναίσθηση, ταυτόχρονα, να αργεί λίγο το συνειδητό ν’ αποφασίσει, οπότε να παίρνει ηνία το υποσυνείδητο.  Αυτό που κοινώς, ονομάζουμε κι ένστικτο.

Γιατί στο σεξ, αν δε δρας με το ένστικτο, τότε δε θα περάσεις καλά. Κι ο άνθρωπος, έχει την τάση να βάζει στα πάντα κανόνες και σκέψη, ακόμα και στο σεξ. Θα τον χουφτώσω έτσι, θα της πιάσω τα βυζιά για δέκα δευτερόλεπτα, θα του γλείψω το ό, τι, για δέκα λεπτά κι ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω. Θα σταθώ έτσι, γιατί κάποτε κάπου σε κάποιο τσοντοκάναλο, είδα ότι πιάνει. Μαλακίες.

Και πας μετά και κάνεις ξενέρωτα κρεβάτια, τίγκα στο απωθημένο, που στο τέλος δεν περνάς καν, επιεικώς καλά.  Βάλε ένα κρασάκι, πιες το σιγά, δες το σαν προκαταρκτικό, απόλαυσέ το. Νιώσε λίγο το αλκοόλ να σου κοκκινίζει τα μάγουλα, να σου ζαλίζει το κεφάλι, να σ’ απελευθερώνει από τους ηλίθιους κανόνες σου. Και μετά, γύρνα κι απόλαυσε το άτομο που έχεις απέναντί σου, όσο θα του συμβαίνει ακριβώς το ίδιο πράγμα με σένα.

Ν’ ανάψουν λίγο τα αίματα, ρε παιδί μου, να έχουν τα σώματα άλλη θερμοκρασία. Δε λέμε να μην μπορείς να περπατήσεις ή να μην μπορείς καν να λειτουργήσεις. Τόσο-όσο, να μπορέσεις να ξεμπλοκάρεις, ειδικά αν είναι από τα πρώτα σου με τον άλλο. Να μπορέσει μετά το χάδι να έρθει λίγο πιο φυσικά, λίγο πιο εύκολα, να μπορέσεις μετά κι εσύ να είσαι αυτό που σε καυλώνει, για να μπορέσεις μετά το ίδιο να διεκδικήσεις κι από τον άλλον.

Ούτως ή άλλως, στον οργασμό, όλα είναι τόσο μπερδεμένα, σαν να γίνονται εκατομμύρια μικρές εκρήξεις σε όλο σου το σώμα. Μυρμηγκιάζεις, χαώνεσαι, το σώμα δεν ακολουθεί το μυαλό, κλειδώνει στην αίσθηση.  Σκέψου το αυτό, επί δέκα. Πιο έντονο, πιο ζωντανό, πιο πολύ.

Σκέψου πόσες φορές, ήθελες να είσαι πιο πρόστυχος, πιο άγριος, πιο ελεύθερος, μα το γαμήδι το κεφάλι σου σε κρατούσε πίσω από φόβο. Κι αν όλο αυτό με δυο ποτηράκια κρασί μπορούσες να το στείλεις στο διάολο; Δε λέμε προφανώς, να γίνουμε αλκοολικοί, λέμε αυτό που λέμε. Να ξεδώσουμε, να γίνουμε λίγο παιχνιδιάρικοι, να γυρίσουμε λίγο το διακόπτη στον αυθορμητισμό που έχουμε αρχίσει να χάνουμε ολοσχερώς.

Και να σου πω και κάτι; Έχεις κάτι να χάσεις αν το δοκιμάσεις; Το πολύ-πολύ δε θα σας βγει και θα καταλήξετε να γελάτε σαν καθυστερημένοι, ημίγυμνοι κι ευτυχισμένοι. Ακόμα κι απ’ αυτήν την άποψη βγαίνεις κερδισμένος, γλιτώνεις την ξενέρα και την αμηχανία, λες ένα «δε γαμιέται» και το γυρνάς στην πλάκα.

Πιείτε και γδυθείτε παιδιά κι αν δεν πετύχει, επαναλάβετε με όποια σειρά σας βολεύει.

 

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου