Κι έφτασε πάλι το Σαββατοκύριακο κι εγώ δε χαίρομαι, όπως οι περισσότεροι. Δεν τα θέλω να Σαββατοκύριακα, δεν τ’ αντέχω. Ναι, μπορώ να πω ότι τα μισώ. Δεν ίσχυε πάντα το ίδιο. Εγώ ζούσα γι’ αυτά, όμως απόψε έμεινα σπίτι και σπίτι θα μείνω κι αύριο. Όλα τα Σαββατοκύριακα από τότε που χωρίσαμε τα θέλω για την πάρτη μου. Πλέον οι φίλοι έχουν βαρεθεί να μου προτείνουν να βγούμε. Ξέρουν την απάντηση και δεν κάνουν καν τον κόπο.

Αυτά τα «πρέπει να προχωρήσεις» και τ’ άλλα τα «πρέπει να ξεχάσεις» δε μου λένε τίποτα. Όλα θα γίνουν όποτε το θελήσω εγώ. Και προς το παρόν, δε θέλω να ξεχάσω τίποτα, δε θέλω να ξεχάσω εσένα. Δε θέλω να θάψω όσα νιώθω, δε θέλω να διαγράψω τις αναμνήσεις μας, δε θέλω παρά να συντηρώ εκείνο το μαζί που είχαμε. Δε με βοηθάει να προσποιούμαι ότι είμαι καλά. Το μόνο πρέπει που ίσως χωράει στην κατάσταση είναι ότι πρέπει να ξεσπάσω.

Έτσι απόψε επιλέγω να μείνω εδώ, σπίτι, και να θυμάμαι. Να θυμάμαι όσα κάναμε κι ας με πονάνε. Να μας κρατάω μαζί στη σκέψη μου. Να ΄ναι δικά μας τα Σαββατοκύριακα, όπως ήταν πάντα. Επιλέγω να ζω ξανά μία-μία τις στιγμές μας, επιλέγω ν’ ακούω ξανά τους διαλόγους μας. Έτσι θέλω να το ζω το χωρισμό μας. Εγώ, οι αναμνήσεις μου, ο πόνος μου και λίγο κρασί για ν’ αντέχω. Το ‘ξερα όταν σ’ ερωτεύτηκα παράφορα ότι ο χωρισμός θα με διέλυε.

Το μυαλό μου παίζει άγρια παιχνίδια. Δε φτάνει που σε φέρνει εδώ, τώρα κάνει κι ύπουλες σκέψεις. Προσπαθεί να βρει τι κάναμε λάθος, πού έφταιξα, πού φέρεις εσύ την ευθύνη, γιατί είμαστε τώρα χώρια. Όμως, δε σταματάει εδώ. Σκέφτεται και τι θα μπορούσε να ‘χε γίνει διαφορετικά κι αυτό είναι που πονάει περισσότερο. Αυτά τα αν και τ’ άλλα τα ίσως είναι που κάνουν τα Σαββατοκύριακα μου ανυπόφορα.

Και ξέρω ότι ο πόνος δε θα τελειώσει απόψε το βραδύ. Πού τέτοια τύχη; Έχω και μια Κυριακή ν’ αντιμετωπίσω. Έχω κι άλλη μια μέρα να γίνω κομμάτια. Κι αν τα Σάββατα ταξιδεύω σ’ όσα ζήσαμε, τότε τις Κυριακές ζω αυτά που θα ζούσαμε αν ήμασταν ακόμα μαζί. Τα Σάββατα θυμάμαι και τις Κυριακές φαντάζομαι. Γιατί οι Κυριακές είναι για να τις μοιραζόμαστε μ’ αυτούς που αγαπάμε κι εγώ επιλέγω να τις μοιράζομαι μαζί σου.

Φαντάζομαι την καθημερινότητά μας, πράγματα απλά, μικρά, όπως το να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε μαζί. Φαντάζομαι και να κάνουμε βόλτες στ’ αγαπημένα μας στέκια, να βγαίνουμε, να περνάμε καλά με τους φίλους μας. Φαντάζομαι ακόμη και τα ταξίδια που τόσο θέλαμε να κάνουμε σε μέρη μακρινά κι ας μην ξέρω πολλές φορές καν πώς μοιάζουν. Φαντάζομαι το μαζί κι έτσι οι Κυριακές μου είναι για λίγο όμορφες.

Μέχρι που έρχεται η στιγμή που συνειδητοποιώ ότι δεν είσαι εδώ, ότι δε σ΄ έχω και μου λείπεις τρελά. Δε μου αρκεί τελικά να σ’ έχω μόνο στις σκέψεις μου. Δε μου αρκεί γιατί δεν μπορώ να σ’ αγγίξω, δεν απαντάς σ’ αυτά που σκέφτομαι, δε διώχνεις τους φόβους μου, όπως έκανες πάντα. Δεν είσαι εδώ να φτιάξεις τη μέρα μου, δεν είσαι πια το στήριγμά μου. Δεν ακούς αυτά που σου λέω πως νιώθω, δεν ακούς πόσο σε θέλω.

Και τώρα καταλαβαίνω ότι τα Σαββατοκύριακα μου λείπεις πιο πολύ. Ναι, κάθε μέρα σε σκέφτομαι. Κάθε μέρα μου λείπεις. Κάθε μέρα θα ‘θελα να ‘σαι εδώ. Δεν υπάρχει μέρα που να μην περάσεις απ’ το μυαλό μου. Μια ανάμνησή σου πάντα με κυριεύει. Όμως, τις καθημερινές, τη σκέψη αυτή θα βρεθεί κάποιος να τη διακόψει. Κάποιος θα φωνάξει τ’ όνομά μου και θα με βγάλει απ’ το όνειρο. Θα ξυπνήσω απότομα, δε θα ‘χω χρόνο να σε σκεφτώ. Κάποιος κάτι θα με χρειάζεται κι εγώ θα συγκεντρωθώ και θα σε διώξω απ’ το μυαλό μου.

Τα Σαββατοκύριακα, όμως, έχουμε όλο το χρόνο δικό μας. Κανείς δεν μπορεί να σε διώξει απ’ το μυαλό μου. Τα Σαββατοκύριακα είναι που συνειδητοποιώ την απουσία σου κι αυτό με τσακίζει. Δεν περνάς απ’ το μυαλό μου σαν μια όμορφη ανάμνηση μα σαν μια έλλειψη τρομερή. Σαν ναρκωτικό, σαν να χρειάζομαι τη δόση μου. Και το σώμα και το μυαλό μου σ’ έχουν ανάγκη. Είναι θέμα επιβίωσης πια. Νομίζω ότι δε θα ‘ρθει ποτέ η Δευτέρα κι όταν επιτέλους αυτή έρχεται, εκλιπαρώ να μην είναι σύντομη.

 

Συντάκτης: Δήμητρα Λογοθέτη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη