Υπάρχει ζήτηση και γίνεται συζήτηση σχετικά με την έννοια του σεβασμού στην ελληνική τηλεόραση. Σεβασμός στο παρελθόν, σεβασμός στον τίτλο, σεβασμός στο επίτευγμα, σεβασμός στην εμπειρία, τη θέση, την εξουσία, την καρέκλα και την ιδιότητα. Κι όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι ένα πολύ καλό “μάθημα” περί αξιών, αν όντως από πίσω τους έκρυβαν αξίες.

Ο λόγος για το Fame Story και το σκηνικό που έλαβε χώρα στο επεισόδιο της Πέμπτης, το οποίο και σχολιάστηκε χθες στο λάιβ. Όλα ξεκίνησαν όταν ο συνθέτης Γιώργος Θεοφάνους ο οποίος εκτελεί χρέη συμβούλου μέσα στην ακαδημία, έκανε την καθιερωμένη εβδομαδιαία επίσκεψή του στο σπίτι. Εκεί τον περίμεναν τα παιδιά, μεταξύ των οποίων κι η Άννα, η οποία έτυχε εκείνη τη στιγμή να τραγουδάει το «Φεύγω» του Αντώνη Βαρδή. Τότε, ο Θεοφάνους, θέλοντας προφανώς να κάνει ατυχές χιούμορ σχολίασε «τι το λες και δεν το κάνεις;», πράγμα που οδήγησε την Άννα στο να απαντήσει και πάλι τραγουδώντας «μα πού να πάω».

Για να μη μένουμε λοιπόν στις λεπτομέρειες, ξεκίνησε μια ανταλλαγή πυρών και μια τεράστια συζήτηση περί του σε ποια θέση βρίσκεται ο καθένας εκ των δύο κι αν η Άννα έχει παραπάρει θάρρος ως μαθήτρια, μην κρατώντας τύπους κι αποστάσεις από έναν άνθρωπο που βρίσκεται «πάνω από αυτήν». Εν τω μεταξύ, ελαφρώς κριτική σκέψη να έχει κάποιος, είναι ηλίου φαεινότερο ότι στο βίντεο εμφανίζεται η κοπέλα εμφανώς σοκαρισμένη και σε άβολη θέση, να προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της απέναντι σε έναν άνθρωπο που της μιλάει παθητικοεπιθετικά και θέλει να επιβάλλει την εξουσία του πάνω της, λέγοντάς της, μάλιστα, σε μια εντελώς άσχετη στιγμή ότι «δεν κάνεις γι’ αυτό (το είδος τραγουδιού) κι αν ήμουν στην κριτική επιτροπή θα είχες φύγει».

Δείτε το βίντεο με την αρχική πηγή έντασης μέσα στην ακαδημία:



 

Το θέμα λοιπόν μεταφέρθηκε στο λάιβ, όπου και σχολιάστηκε από τον Αντώνη Ρέμο, ο οποίος θέλησε να τοποθετηθεί υπέρ του σεβασμού που τόσος λόγος γίνεται γι’ αυτόν, και του Λάιτ που έφερε μια διαφορετική οπτική στα γεγονότα. Η οποία είναι η εξής πολύ απλή: Δε γίνεται μια ζωή να στεκόμαστε στους τίτλους και να απαιτούμε τον σεβασμό λόγω αυτών, καθώς η έννοια του σεβασμού πηγαίνει πακέτο με την ανθρώπινη ιδιότητα και μόνο. Άρα, αν εγώ που είμαι οικοδόμος, έχω εσένα που είσαι δικαστής απέναντί μου, σημαίνει ότι χρειάζεται να σε σεβαστώ τόσο, όσο εσύ εμένα. Τόνισε επίσης, ότι η νοοτροπία αυτή έχει φέρει στην Ελλάδα πολλές κακοποιητικές συμπεριφορές, μεταξύ των εχόντων τίτλους κι εξουσία, έναντι των πιο αδύναμων κι υφισταμένων τους. «Σέβομαι τον άνθρωπο κι όχι τον τίτλο του, είτε είναι Ρομά, είτε είναι γκέι, είτε οτιδήποτε», κατέληξε ο Light, στη δήλωσή του.

Αν προσπαθήσουμε να ξεπεράσουμε τον μικρόκοσμο του Fame Story και μπούμε λίγο στην ουσία, είναι αρκετά συγκεκριμένα τα πράγματα. Δεν μπορεί άλλο αυτή η χώρα να χρησιμοποιεί την ιεραρχία για να δικαιολογεί την προσβολή. Απλό; Δεν μπορεί ο εργοδότης να ξεφτιλίζει τον υπάλληλο γιατί τον πληρώνει, δεν μπορεί ο συνθέτης να προσβάλλει τον ερμηνευτή γιατί ο δεύτερος φοβάται ότι, αν μιλήσει, δε θα του γράψει κανείς ποτέ ένα τραγούδι, δε γίνεται ο δάσκαλος να ειρωνεύεται τον μαθητή επειδή έχει γνώσεις ή κάθεται ο ένας στο γραφείο κι ο άλλος στο θρανίο. Η γενιά τον millenials το έφαγε αυτό το πράγμα με το κουτάλι, πολλές φορές ανέχτηκε εκείνο το «στους μεγαλύτερους δείχνουμε σεβασμό» και ξεφτιλίστηκε για να αποδείξει ότι ακούει κι αναγνωρίζει τη θέση των εχόντων εξουσία, ασχέτως αν οι δεύτεροι αντικειμενικά δεν το άξιζαν κατά περιπτώσεις.

Έτσι, έμειναν μια φουρνιά ανθρώπων που έγιναν people pleasers, πήραν τρομερές ευθύνες πάνω τους, κακοποιήθηκαν ψυχικά κι έσκυψαν το κεφάλι στον από πάνω, γιατί είναι από πάνω. Είναι λοιπόν μια ανάσα δροσιάς που η gen Z σπάει τον κύκλο κι υπερασπίζεται τον εαυτό της. Κι ας το κάνει με θράσος κι ας κάνει λάθη κι ας έρχεται σε σύγκρουση, κάτι κερδίζει. Να έχει φωνή και να διεκδικεί, αυτά που τόσες και τόσες γενιές πιο πριν δεν τόλμησαν.