H νέα σειρά του Alpha “Ο Τιμωρός” έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που κάνουν γκελ στο κοινό.
Ένα καστ με πρωτοκλασάτα ονόματα, ένα σενάριο (έστω κι αν είναι βασισμένο σε ξένο format) που περιλαμβάνει ίντριγκα, εκδίκηση κι έρωτα και το καλύτερο position στην prime time ζώνη του καναλιού.
Και βέβαια ο Δημήτρης Λάλος, που έρχεται να εξαργυρώσει την επιτυχία του Σασμού, ποντάρωντας σε μια δεύτερη, η οποία μάλιστα θα ‘ναι και σχεδόν εξ’ ολοκλήρου γραμμένη επάνω του. Γεωργακόπουλος, Παπασπηλίοπουλος, Χάνου και Γεωργιάδης κουβαλούν το κύριο ερμηνευτικό βάρος, ενώ το κυρίαρχο ζευγάρι Καλογήρου και Λάλου, μοιάζουν να παραπατούν ελαφρώς αμήχανοι στους ρόλους τους.
Στα σίγουρα για τον Λάλο τα πράγματα δεν είναι και τόσο εύκολα, όταν ακόμη η πλειοψηφία του κοινού τον ταυτίζει με το Μαθιό αλλά φαίνεται πως κι ο ίδιος δυσκολεύεται να ξεφύγει απ’ την ταύτιση, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο κι ασχολίαστο τόσο απ’ τους θεατές όσο και στο twitter που γίνεται παρτάκι κάθε δευτερό-τριτο στο hashtag της σειράς
H βασική αδυναμία όμως του “Τιμωρού” δεν είναι ούτε η έκπληξη που μοιάζει να μην έρχεται απ’ την πλευρά του κεντρικού πρωταγωνιστή, ούτε η έλλειψη χημείας ανάμεσα στους υπόλοιπους. Το κυρίαρχο εμπόδιο της σειράς είναι η υπερβολή του σεναρίου της, γεγονός που την κάνει εντελώς σουρεάλ.
Βρισκόμαστε ήδη, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, στο επεισόδιο 9 και πάμε για το 10. Σ’ αυτά τα 9 επεισόδια έχουν υπάρξει τουλάχιστον 3-4 φορές στις οποίες ήταν ξεκάθαρο ότι ένας οριακά υποψιασμένος νους, θα μπορούσε να κάνει τη σύνδεση ανάμεσα στον Μάρκο και τον Άρη. Κι αντ’ αυτού βλέπουμε τον Κομνηνό, τον μετρ της καχυποψίας, να βρέχει πέρα κι ούτε σαν ψίθυρο με τον έμπιστό του τον Αντώνη να μην έχει μοιραστεί οποιαδήποτε υπόνοια.
Βλέπουμε επίσης τη Ναταλία και τον Πέτρο να παίρνονται σε τουαλέτες, κουζίνες και γραφεία, ενώ βρίσκεται στο διπλανό δωμάτιο μαζεμένη η ομήγυρη κι εκείνοι σχετικά ατάραχοι και ξαναμμένοι να χαμουρεύονται και να οργανώνουν τα μεγαλόπνοα σχέδιά τους.
Ο δε τάφος της οικογενείας Μωραϊτη έχει γίνει κάτι σαν το καφενείο του Παντελή για να παραμείνουμε και στο Σασμό, και παρά την κοσμοσυρροή κανένας ποτέ δεν πετυχαίνει κανέναν και μένει κι η Αγγελική με την απορία ποιος στο καλό αφήνει εκείνο το λουλούδι
Αν καταφέρει κάποιος κάπως να παραβλέψει όλα αυτά τα νοηματικά κενά και παρακολουθήσει την πλοκή της χωρίς να πολυαναρωτιέται θα απολαύσει μια καλή φωτογραφία, εναν Νίκο Γκέλια να αποδεικνύει γιατί αξίζει όλες αυτές τις βραβεύσεις που κατα καιρούς έχει λάβει, μια ρυθμική σκηνοθεσία κι έναν Παπασπηλιόπουλο συνεπή στον πήχη που έχει θέσει.
Ίσως αυτά να μην αρκούν για να καταγραφεί ως μια σειρά που θα μείνει στην εγχώρια τηλεοπτική ιστορία αλλά δε θα περάσει κι απαρατήρητη.