Σίγουρα δεν έχουμε περάσει όλοι ευχάριστα παιδικά χρόνια. Έτσι, καμιά φορά, ως ενήλικες όταν σκεφτόμαστε την επιστροφή στο πατρικό σπίτι, στο μυαλό μας έρχονται τσακωμοί και περιορισμοί. Είναι όμως κι οι άλλες περιπτώσεις, εκείνες που επιστρέφοντας στο σπίτι που μεγάλωσες, έχεις μια αφορμή για να ανακαλύψεις τους πιο ανεκτίμητους θησαυρούς. Μέσα σε αυτό το σπίτι κρύβεται που όλη η νοσταλγία, η αγάπη και η προστασία που μόνο αν επιστρέψεις καταλαβαίνεις πόσο σου λείπει.

Μένοντας, πλέον, εκτός κι έχοντας μετακομίσει σε ένα μέρος που διαφέρει κατά πολύ από αυτό που μεγάλωσες, η μυρωδιά και η ασφάλεια του παιδικού σπιτιού, ενός χώρου τόσο προσωπικού, που διαμόρφωσε το ποιος είσαι σήμερα, είναι κάτι που θα διαπιστώσεις, επιστρέφοντας, ότι έλειπε από τη ζωή σου. Κι αυτή η στιγμή της επιστροφής, είναι πραγματικά ιαματική. Ξαπλώνεις στο κρεβάτι και σκεπάζεσαι με το πάπλωμα ως το κεφάλι. Σοκ. Η στιγμή που σου έρχονται οι μυρωδιές από το μαλακτικό ρούχων που θυμίζει μαμά και κάποια άλλη μυρωδιά – ίσως του σπιτιού, γιατί το κάθε σπίτι έχει τη δική του μυρωδιά, όλοι το ξέρουν αυτό – έρχεται και σου κάνει την πιο ευχάριστη έκπληξη. Αμέσως οι οικείες αυτές μυρωδιές σε κάνουν και νιώθεις ηρεμία κι ασφάλεια. Αυτού του είδους την ασφάλεια που έως τότε δεν ήξερες πόσο πολύ σου είχε λείψει και την είχες ανάγκη.

Όταν φεύγεις από την παιδική κι εφηβική σου προστασία, αρχίζει η πραγματική ενηλικίωση. Μια ανεξαρτησία που περιλαμβάνει την ανάγκη να βγάζεις τα δικά σου χρήματα και ένα φόρτο από άγχη για τα προσωπικά έξοδα και τις γενικότερες υποχρεώσεις. Όταν δε, έχεις να φροντίσεις και άλλους μαζί με σένα, τότε τα βάρη μεγαλώνουν. Κι όταν βρίσκεσαι ξανά στο πρώτο σου κρεβάτι, με τις μυρωδιές που σε μεγάλωσαν και με τα βήματα και τις ανάσες των γονιών σου στο δίπλα δωμάτιο, είναι η στιγμή που καταλαβαίνεις ότι επέστρεψες σε ένα ασφαλές και ξέγνοιαστο περιβάλλον. Νιώθεις μια προστασία, μια γαλήνη που είναι ανεξήγητη. Ότι κάποιος άλλος είναι εκεί για σένα πάλι, ανά πάσα ώρα και στιγμή, με κάθε κόστος.

Και ξαφνικά, θες να γίνεις πάλι παιδί. Πόσο αστείο κι οξύμωρο είναι: Όταν είμαστε παιδιά, θέλουμε να είμαστε ενήλικες και όταν είμαστε ενήλικες θέλουμε να ξανά γίνουμε παιδιά. Τι σόι ανωμαλία είναι αυτή; Και πώς ξεχάσαμε να νιώθουμε αυτήν την ασφάλεια; Κουβαλάμε τόσες ευθύνες κάθε μέρα, για τις οποίες κανείς δεν πρόλαβε να μας προετοιμάσει. Κανείς δε μας προειδοποίησε για το πραγματικό βάρος της ανεξαρτησίας. Απλά μια μέρα ξυπνάς και είσαι ενήλικας, έτσι ύπουλα και πονηρά, έρχεται το πλήρωμα του χρόνου, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Κι αφού σε χτυπήσει η ενηλικίωσή στο κεφάλι, συντροφιά με τις αναμνήσεις των ανέμελων παιδικών χρόνων, κάθεσαι και σκέφτεσαι αν πραγματικά αξίζει να σκας και να χαλιέσαι κι αν είναι αδικαιολόγητο όλο αυτό το βάρος των ευθυνών. Ίσως χρειάζεται μια επίσκεψη στο παιδικό σου δωμάτιο για να το καταλάβεις. Και τώρα, αφού θυμήθηκες το πώς είναι να νιώθεις ασφάλεια και ηρεμία, σειρά έχει, να βρεις το κόλπο που φέρνει αυτά τα συναισθήματα στο σήμερα.

Βέβαια, η επίσκεψη στο πατρικό δεν έχει μόνο τις καλές αναμνήσεις. Κάθε οικογένεια θα έχει τα ελαττώματα της, δεν είμαστε και τέλειοι, ούτε καλώς ή κακώς γεννηθήκαμε γνωρίζοντας το μυστικό συστατικό της ευτυχισμένης οικογένειας. Κι αυτό έρχεται με την επιθυμία μεγαλώνοντας να θέλουμε τον προσωπικό μας και ανεξάρτητο χώρο, χωρίς γονείς, αδέρφια και συγγενολόι. Αλλά γ@μώτο, αυτή η ανεξήγητη ηρεμία και το ταρακούνημα που νιώθεις, όταν κάθεσαι στο παιδικό δωμάτιο, πάντα θα σε συγκλονίζει.

Κάπου – κάπου, για να τσιγκλάω τους δικούς μου και να νιώθω ξανά για λίγο παιδί, θα φροντίσω να χτυπήσω το κουδούνι πιο απότομα ή θα κρυφτώ στον διάδρομο πριν μου ανοίξουν την πόρτα στην είσοδο, για να τους τρομάξω. Πάντα έχω κλειδιά μαζί μου, αλλά δε θέλω να ανοίγω με αυτά. Μου αρέσει να τους βλέπω να με υποδέχονται στο σπίτι. Είτε το κάνουν βιαστικά είτε με μια αγκαλιά είτε βλέποντας κάτι ταυτόχρονα στο Netflix. Ανόητο; Μπορεί. Αλλά ποιος νοιάστηκε; Η ζωή παρά είναι μικρή. Και δυστυχώς δεν την εκτιμάμε όπως της αξίζει. Πρώτα περνάμε από σαράντα κύματα και μετά αναπολούμε. Τον χρόνο που πέρασε, τα νιάτα και τις ευκαιρίες που δεν εκμεταλλευτήκαμε, τους ανθρώπους που είχαμε. Την ηρεμία που νιώθαμε και την ασφάλεια που ποτέ δεν εκτιμήσαμε εκείνη τη στιγμή αλλά κι αυτή την εφηβική δύναμη κι αισιοδοξία ότι όλα θα πάνε όπως τα σχεδιάζουμε.

Να γυρνάμε πού και πού εκεί που ξεκινήσαμε. Ίσως εκεί, στις ρίζες, να βρίσκεται ένα χαμένο κομμάτι της διαδρομής μας.

Συντάκτης: Ηλιάνα Τσακίρη
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη